Οι τουρίστες αποφεύγουν το νησί της Σάμου, γράφει σε εκτενές δημοσίευμά της η Deutsche Welle, λόγω της σοκαριστικής κατάστασης που επικρατεί στον καταυλισμό προσφύγων στο Βαθύ, που πλέον αποκαλείται «ζούγκλα», λόγω των απάνθρωπων συνθηκών διαβίωσης.
Στο hotspot της Σάμου που σχεδιάστηκε για να φιλοξενήσει 600 άτομα, σήμερα ζουν σχεδόν 4.000 άνθρωποι από τη Μέση Ανατολή και την Αφρική.
Ντόπιοι και αιτούντες άσυλο νιώθουν πια ότι οι αρχές τους έχουν απλά εγκαταλείψει στην τυχή τους, ενώ συνεχίζονται οι αφίξεις προσφύγων-μεταναστών από τα απέναντι τουρκικά παράλια.
«Είναι ντροπή» ανέφερε στη DW μια δασκάλα δείχνοντας προς το Βαθύ, την πρωτεύουσα του νησιού. Αυτό που εννοεί είναι η κατάσταση που επικρατεί στον προσφυγικό hospot της Σάμου, χώρο καταγραφής και ταυτοποίησης προσφύγων, οι οποίοι περιμένουν μια απάντηση στην αίτηση ασύλου τους.
Το hotspot δημιουργήθηκε το 2016 ως απόρροια της συμφωνίας ΕΕ-Τουρκίας για το προσφυγικό
«Παλεύουμε με αρουραίους και φίδια. Δεν έχουμε τουαλέτες και ντους, δεν έχουμε ηλεκτρικό ρεύμα ή πρόσβαση σε νερό», περιγράφει μία 30χρονη από το Κονγκό.
Πολλοί πιστεύουν ότι έρχονται στην Ευρώπη για τα χρήματα, αλλά στο Κονγκό για παράδειγμα υπάρχει πόλεμος.
Το ραντεβού για τη συνέντευξη ασύλου της 30χρονης έχει προγραμματιστεί για τον Μάρτιο του 2021. «Τι να κάνω; Να φέρω εδώ τα παιδιά μου στον κόσμο;», διερωτάται.
Και στον «επίσημο» χώρο του προσφυγικού κέντρου οι συνθήκες είναι άθλιες.
Για το φαγητό περιμένουν οι πρόσφυγες τρεις ώρες, λέει ένας 24χρονος Ιρακινός, του οποίο το αίτημα για άσυλο απορρίφθηκε. «Αν επιστρέψω στο Ιράκ, θα με σκοτώσουν»,υποστηρίζει.
Την ίδια απόγνωση αισθάνεται και ένας νεαρός Κονγκολέζος που ζει με τη γυναίκα του από τον περασμένο Οκτώβριο στη «ζούγκλα» της Σάμου. Στόχος τους είναι να φτάσουν στο Βέλγιο, όπου ελπίζουν να νιώσουν ξανά σαν στο σπίτι τους, λόγω της ιστορίας που συνδέει το Βέλγιο με το Κονγκό. «Παίρνουμε 90 ευρώ το μήνα, από τα οποία 2,5 ευρώ τα παίρνει η τράπεζα. Πώς θα ζήσουμε;» διερωτάται.
Στο Βαθύ της Σάμου υπάρχουν εδώ και καιρό δύο παράλληλοι κόσμοι. Το hotspot άλλαξε τις συνθήκες της καθημερινότητας στην κατά τα λοιπά ειδυλλιακή περιοχή της Σάμου. Εκεί που μέχρι το 2016 συναντούσε κανείς πολλούς τουρίστες από χώρες της Δύσης πλέον συναντά κυρίως πρόσφυγες από τη Μέση Ανατολή και την Αφρική, αναφέρει το δημοσίευμα της DW. Αυτό δεν είναι κάτι απλό για τους κατοίκους. Στην αρχή της προσφυγικής κρίσης πίστευαν ότι θα βοηθήσει η Ευρώπη, αλλά πλέον πολλοί αισθάνονται ότι τόσο οι πρόσφυγες όσο και η τοπική κοινωνία έχουν εγκαταλειφθεί μόνοι τους.
Από τον φόβο να χάσουν τους τουρίστες πολλά καφέ και εστιατόρια δεν δέχονται πρόσφυγες. «Δεν αφήνω πια τα παιδιά μου μόνα στους δρόμους. Φοβάμαι», λέει μία υπάλληλος καταστήματος, ενώ μία άλλη συνάδελφός της συμπληρώνει: «Δεν είμαστε ρατσιστές. Απλά οι πρόσφυγες είναι πολλοί».
Για τη Μαρία, ιδιοκτήτρια καταστήματος κοσμημάτων στο Βαθύ, πολλά από τα προβλήματα των κατοίκων προκαλούνται απλώς από τον φόβο και την αγωνία για το πώς θα διαμορφωθεί η κατάσταση στην περιοχή μελλοντικά.
Για πολλούς κατοίκους στο Βαθύ η κατάσταση με το προσφυγικό πλήττει τον τουρισμό: «Σίγουρα δεν τον επηρεάζει θετικά», αναφέρει ο Ευάγγελος Καλογέρης, επιχειρηματίας, ο οποίος από το 2017 διατηρεί μαγαζί με φαλάφελ στο Βαθύ, στο οποίο απασχολεί μάλιστα πρόσφυγες.
«Η φήμη όμως του νησιού λανθασμένα επηρεάζεται από το προσφυγικό. Οι πρόσφυγες δεν προκαλούν προβλήματα», υποστηρίζει ο ίδιος, ενώ θεωρεί ότι τα προβλήματα του τουριστικού κλάδου στο νησί οφείλονται σε βαθύτερα αίτια, όπως π.χ. την κακή χωροταξική οργάνωση του νησιού που δεν ευνοεί την υγιή ανάπτυξη του κλάδου.