«Το πρώτο μου σακουλάκι με νόμιμη μαριχουάνα δεν πρόκειται με τίποτα να το καπνίσω. Θα το κορνιζώσω». Αυτά δήλωσε το βράδυ της Τετάρτης ο Ίαν Πάουερ, γνωρίζοντας πως το όνομά του θα μείνει στην ιστορία του Καναδά. Γιατί λόγω της διαφοράς ώρας τριάντα λεπτών ανάμεσα στο νησί της Νέας Γης, όπου κατοικεί, και την περιοχή του Οντάριο, όπου βρίσκεται η πρωτεύουσα Οτάβα, ο 46χρονος άνδρας έγινε ο πρώτος καναδός πολίτης που αγόρασε νόμιμα μερικά γραμμάρια κάνναβης. Όχι για ιατρικούς αλλά ψυχαγωγικούς σκοπούς.
Oσον αφορά τον Τζάστιν Τριντό, τον μεγάλο πρωταγωνιστή αυτής της ιστορικής στιγμής για τη χώρα της Βόρειας Αμερικής, ο πρωθυπουργός του Καναδά τήρησε μια υπόσχεση που είχε δώσει στους συμπολίτες του, πριν από μία τριετία κατά τη διάρκεια της προεκλογικής του εκστρατείας. Η επιτυχής ολοκλήρωση μιας πολύπλοκης νομοθετικής διαδικασίας είχε ως τελικό αποτέλεσμα τη νομιμοποίηση του εμπορίου και της χρήσης ινδικής κάνναβης και για ψυχαγωγικούς σκοπούς (η ιατρική κάνναβη είναι νόμιμη από το 2001) και την ανάδειξη του Καναδά ως τη δεύτερη χώρα στο κόσμο, μετά την Ουρουγουάη, και την πρώτη μεταξύ των κρατών – μελών της Ομάδας των Επτά (G7), που επέλεξε να μετατρέψει την παράνομη μαριχουάνα σε ένα καταναλωτικό αγαθό η παραγωγή και η αγοραπωλησία του οποίου ελέγχονται και καθορίζονται από το κράτος.
Οι New York Times έκαναν λόγο για ένα «μεγάλο εθνικό πείραμα», ενώ το BBC υπογράμμισε πως πρόκειται «για μια προσπάθεια που παρακολουθούν με ενδιαφέρον όλες οι άλλες χώρες του κόσμου». Για τον Τζάστιν Τριντό, ωστόσο, πρόκειται για ένα μεγάλο στοίχημα που έβαλε, έχοντας τη στήριξη του 68% των συμπατριωτών του, που θεωρεί ότι οι περιοριστικοί νόμοι είναι αναποτελεσματικοί.
Σίγουρα, πάντως, σημαντικότατο ρόλο διαδραμάτισε και το γεγονός ότι νομιμοποιώντας τη χρήση της μαριχουάνας και για ψυχαγωγικούς σκοπούς, ο Καναδάς νομιμοποίησε συγχρόνως έναν κύκλο εργασιών ύψους 6,5 δισεκατομμυρίων δολαρίων, ποσό που «κάπνισαν» πέρυσι 4,9 εκατομμύρια Καναδοί, καταναλώνοντας κατά μέσο όρο 20 γραμμάρια μαριχουάνας ο καθένας, που προμηθεύτηκαν από τη μαύρη αγορά. Χάρη στην ανάπτυξη νέων προϊόντων με βάση την κάνναβη εκτιμάται πως έως το 2022 ο παγκόσμιος τζίρος θα μπορούσε να εκτιναχτεί στα 32 δισεκατομμύρια δολάρια.
Τα μέλη της ιατρικής κοινότητας του Καναδά εξέφρασαν την έντονη αντίδρασή τους, χαρακτηρίζοντας την νομιμοποίηση «ένα ανεξέλεγκτο πείραμα που αυξάνει τα κέρδη των παραγωγών και τα έσοδα που προέρχονται από το κρατικό μονοπώλιο εις βάρος της υγείας των πολιτών». Αλλά οι Καναδοί φαίνεται πως αποδέχτηκαν με ευφορία το γεγονός. Διοργανώνοντας υπαίθριες γιορτές σε πλατείες και περιμένοντας με αγωνία – από τη Νέα Γη έως το Κάλγκαρι και από το Μόντρεαλ έως την Πόλη του Κεμπέκ – σε τεράστιες ουρές το άνοιγμα, χθες τα μεσάνυχτα, των νέων ειδικών σημείων πώλησης μαριχουάνας και διαφόρων παραγώγων της.
Η ανώτατη ποσότητα που μπορεί να αγοράσει κάποιος είναι τα 30 γραμμάρια αλλά πλέον οι Καναδοί έχουν επίσης τη δυνατότητα να προμηθεύονται και σπόρους ινδικής κάνναβης, ακόμα και (έως τέσσερα) ανεπτυγμένα δενδρύλλια. Όχι, όμως, προϊόντα διατροφής με βάση τη μαριχουάνα. Τουλάχιστον έως ότου καθοριστούν πλήρως όλες οι διατάξεις της σχετικής νέας νομοθεσίας. Προς το παρόν η ομοσπονδιακή κυβέρνηση φέρει την ευθύνη για τη χορήγηση των αδειών και τον ποιοτικό έλεγχο του τελικού προϊόντος ενώ για την οργάνωση και τον έλεγχο της αγοραπωλησίας και της χρήσης μαριχουάνας υπεύθυνες είναι οι τοπικές κυβερνήσεις.
Όσον αφορά τους παραβάτες της προηγούμενης νομοθεσίας περί ναρκωτικών, έχει ήδη ανακοινωθεί γενική αμνηστία για όλους όσοι αντιμετώπιζαν προβλήματα για κατοχή συνολικής ποσότητας βάρους έως τριάντα γραμμαρίων. Την ίδια ώρα, ωστόσο, αυστηροποιήθηκαν οι ποινές για όσους παραβαίνουν τους νέους κανόνες. Προβλέπεται, για παράδειγμα, ποινή κάθειρξης 14 ετών για όσους πωλούν μαριχουάνα σε ανήλικες και πέντε ετών για όσους συλληφθούν να οδηγούν υπό την επήρειά της.