Στα άτομα με τα οποία η 32χρονη Δώρα διατηρούσε τα τελευταία δύο χρόνια φιλικές και προσωπικές σχέσεις εστιάζουν οι αξιωματικοί του Ανθρωποκτονιών, προκειμένου να εξιχνιάσουν τη δολοφονία.
Μέχρι στιγμής, από τη ΓΑΔΑ έχουν περάσει και δώσει κατάθεση περίπου δέκα άτομα, μεταξύ των οποίων και ο άνθρωπος με τον οποίο η Δώρα Ζέμπερη διατηρούσε προσωπική σχέση πριν από περίπου έναν χρόνο και τους τελευταίους μήνες είχαν έρθει και πάλι κοντά.
Ομως, προς το παρόν, ο συγκεκριμένος δεν φαίνεται να έχει κάποια σχέση με την υπόθεση, ούτε φέρεται να έχει δώσει μέσα από την κατάθεσή του στοιχεία που βοηθούν στην εξιχνίαση της υπόθεσης.
Σύμφωνα με τα έως τώρα στοιχεία, ο δολοφόνος γνώριζε πολύ καλά τις συνήθειες της 32χρονης. Ηξερε ότι αρκετές φορές την εβδομάδα πήγαινε στο Β’ Νεκροταφείο, όπου είχε ταφεί ο αρραβωνιαστικός της, Γιάννης Καυκιάς – είχε σκοτωθεί τον περασμένο Μάιο στη σήραγγα του ΟΣΕ, στην Παναγοπούλα Αχαΐας. Το εργατικό δυστύχημα συνέβη όταν κατά τη διάρκεια μεταφοράς ενός βραχίονα από πλατφόρμα που υπήρχε στο σημείο, αυτός έπεσε πάνω στον 33χρονο, με αποτέλεσμα να τον τραυματίσει θανάσιμα.
Το πιο πιθανό είναι ότι ο δράστης αποφάσισε να στήσει καρτέρι θανάτου μέσα στον χώρο του κοιμητηρίου και να επιτεθεί λίγο πριν πέσει το σκοτάδι. Για την ταυτότητα του προσώπου αυτού οι αστυνομικοί έχουν σχηματίσει έναν κύκλο προσώπων, ο οποίος περιλαμβάνει άνδρες και γυναίκες και μέσα από εκεί, προσπαθούν να σκιαγραφήσουν το προφίλ του και να το «κουμπώσουν» με καταθέσεις.
Οι 14 μαχαιριές δείχνουν πάθος, μίσος και σε πολλές περιπτώσεις υποδηλώνουν προσωπικά και ερωτικά κίνητρα. Το βέβαιο είναι ότι το θύμα δεν φαίνεται να σχετίζεται με σημαντικούς ελέγχους, δεν χειριζόταν σημαντικές υποθέσεις του υπουργείου Οικονομικών – όπως υποστηρίχθηκε, αρχικά. Εργαζόταν, επί σειρά ετών, στα Τμήματα Μητρώου, Δικαστικού και Ελέγχων στην Εφορία του Πειραιά.
Ο ιατροδικαστής Σωτήρης Μπουζιάνης, που διενήργησε τη νεκροψία, διαπίστωσε, εκτός από τις μαχαιριές στο στήθος και την καρδιά, ότι υπήρχε και ένα σημάδι που προκαλεί εντύπωση: δύο βαθιές χαρακιές στο δεξί μάγουλο της 32χρονης, που σχηματίζουν το γράμμα «Γ». Οι αστυνομικοί ερευνούν αν πρόκειται για κάποιο σημειολογικό τραύμα ή αν η χαρακιά προέκυψε κατά τη διάρκεια της πάλης.
Το μαχαίρι δεν βρέθηκε, παρά τις έρευνες που έγιναν σε κάδους και στο χώρο του κοιμητηρίου και έτσι εκτιμάται ότι ο δολοφόνος το πήρε μαζί του.
Το γεγονός ότι το κινητό της τηλέφωνο, το πορτοφόλι και τα προσωπικά της αντικείμενα έλειπαν, κάνει τους αστυνομικούς να πιστεύουν ότι ο δράστης, σε μια προσπάθεια να θολώσει τα νερά, σκηνοθέτησε ληστεία. Το πρωί της Πέμπτης, ο πατέρας της αμφισβήτησε την αρχική εκδοχή της ληστείας μετά φόνου.
Οι αστυνομικοί αναζητούν από την εταιρεία κινητής τηλεφωνίας να δουν τα τηλεφωνήματα που έκανε και δέχτηκε μία ώρα πριν από το έγκλημα η 32χρονη, καθώς δεν αποκλείεται το ενδεχόμενο ο δράστης να τηλεφώνησε και να έκλεισε ραντεβού μαζί της.