Επικαιρότητα

Διαιτητές/ Πόσα παίρνουν για να… μη βλέπουν;

Ποια είναι τα προσόντα που πρέπει να διαθέτει ένας ρέφερι για να πάει μπροστά; Γιατί κάποιοι «σφυρίζουν» συνεχώς, ενώ άλλοι, σπανίως; Και γιατί δεν τους πιστεύει κανείς, όταν λένε οτι τα λάθη τους είναι ανθρώπινα;
Sportscaster

Το ρεπορτάζ διαιτησίας είναι ελληνική πατέντα. Αθλητικοί συντάκτες που πληρώνονται μόνο για να παρακολουθούν τους ρέφερι, μέσα κι έξω από τα γήπεδα, δεν υπάρχουν πουθενά αλλού. Με αποκορύφωμα τη Βρετανία, όπου το όνομα του διαιτητή δεν αναφέρεται καν. Λες και είναι αόρατος.

Ελληνικό φαινόμενο είναι και οι ανακοινώσεις κατά της διαιτησίας – ακόμη και προληπτικά, μέρες πριν από τη διεξαγωγή του αγώνα. Τα πρωτεία στην «a priori» μουρμούρα τα έχει ο Παναθηναϊκός, όμως τα αντανακλαστικά της Ξάνθης δεν θα τα φτάσει ποτέ. Ο ιδιοκτήτης της, ο Χρήστος Πανόπουλος, έσπασε κάθε ρεκόρ στις 17 Μαρτίου 2014, όταν πρόλαβε κι έβγαλε ανακοίνωση στο 15ο λεπτό (του πρώτου ημιχρόνου) της αναμέτρησης με τον Παναιτωλικό: «Θεέ μου, βοήθεια. Τι γίνεται στο Ελληνικό Ποδόσφαιρο;». Αυτό που είχε γίνει, ήταν η αποβολή του ποδοσφαιριστή (της Ξάνθης) Κάλβο, που χτύπησε αντίπαλο -εκτός φάσης- στο 5ο λεπτό.

Ο κ. Πανόπουλος κατέχει και το ρεκόρ των περισσότερων (επτά) ανακοινώσεων εναντίον του ίδιου διαιτητή, για τον ίδιο αγώνα, στις 3 Μαρτίου 2013. Κι ας είχε νικήσει η ομάδα του με 4-1.

Αλλά και των πιο ευφάνταστων. Αυθαιρέτως επιλέγω μια από τις πολλές υποψήφιες για το βραβείο έμπνευσης, η οποία εκδόθηκε στις 12 Νοεμβρίου 2013 (για ένα ακυρωθέν γκολ της Ξάνθης)… στα αγγλικά. Ως υποτιθέμενη ανταπόκριση αμερικανού δημοσιογράφου για σεισμό και τυφώνα στην Ελλάδα. Την παραθέτω μεταφρασμένη: «Ο Τζίμι Κλαρκ, ανταποκριτής αμερικανικού καναλιού, μεταδίδει: «Χθες μεταξύ 19.30 και 21.20 τοπική ώρα, η Ελλάδα χτυπήθηκε από καταστροφικό σεισμό μεγέθους 7,7 βαθμών της κλίμακας Ρίχτερ, που ακολουθήθηκε από τυφώνα ταχύτητας 218 μιλίων την ώρα. Ευτυχώς οι απώλειες περιορίστηκαν σε ένα, μοναδικό θύμα. Επιπλέον, οι τυφλοί είδαν και οι μουγγοί μίλησαν».

Δύσκολη η δουλειά των διαιτητών στην Ελλάδα, όμως με τα δικά τους δάχτυλα έβγαλαν τα μάτια της αξιοπιστίας τους. Το γιατί, συμπυκνώνεται σε μια φάση του κυριακάτικου ντέρμπι Ολυμπιακός – ΠΑΟΚ. Σε διεκδίκηση της μπάλας, ο Μποτία χτυπά με τον αγκώνα τον Μπερμπάτοφ στο κεφάλι. Ο κανονισμός και οι οδηγίες της διεθνούς συνομοσπονδίας ποδοσφαίρου (FIFA) δεν αφήνουν περιθώρια για παρερμηνείες: κάθε χτύπημα στο κεφάλι, τη μέση και χαμηλά στα πόδια (στον αστράγαλο ή στον αχίλλειο τένοντα) του αντίπαλου παίκτη, είτε είναι εσκεμμένο είτε όχι, τιμωρείται με αποβολή. Ο καλός διαιτητής βλέπει την παράβαση και την τιμωρεί όπως πρέπει. Ο κακός διαιτητής δεν τη βλέπει, και δεν την τιμωρεί καθόλου. Ο πονηρός διαιτητής κάνει πως δεν την είδε (όπως είχε συμβεί σε παλαιότερο αγώνα των δυο ομάδων, στην Τούμπα, όταν παίκτης του ΠΑΟΚ είχε γρονθοκοπήσει ποδοσφαιριστή του Ολυμπιακού). Ο διαιτητής που τη βλέπει και την τιμωρεί, αλλά με αντικανονική επιείκεια (κίτρινη κάρτα αντί για κόκκινη), απλώς επιβεβαιώνει τους καχύποπτους. Αυτούς που χρόνια φωνάζουν οτι οι έλληνες διαιτητές δεν «σφυρίζουν» αυτό που βλέπουν, αλλά αυτό που σκέφτονται.

Η επίμαχη φάση στο ντέρμπι Ολυμπιακός – ΠΑΟΚ (IntimeSports/ΒΟΛΙΤΑΚΗΣ ΣΤΕΛΙΟΣ)

Αυτή η φάση έδωσε στον ΠΑΟΚ το δικαίωμα να φωνάζει, οτι και τα υπόλοιπα λάθη του διαιτητή -αλλά και του δεύτερου βοηθού του, που δεν πέτυχε σωστή υπόδειξη οφσάιντ ούτε για δείγμα- δεν ήταν λάθη. Κάτι τέτοιες φάσεις κάνουν τον Παναθηναϊκό να διαμαρτύρεται για την αποβολή του δικού του παίκτη, μια μέρα πριν. Τι κι αν χτύπησε με το γόνατο συμπαίκτη του στη μέση; Γιατί να αποβληθεί -όπως λέει ο κανονισμός- αφού η τιμωρία είναι… στην κρίση του διαιτητή; Και κάπως έτσι, ο έλληνας ρέφερι κατάφερε να θεωρείται ένοχος μέχρι αποδείξεως του εναντίου.

Στην απώλεια της έξωθεν καλής μαρτυρίας των διαιτητών συνέβαλαν και τα εκάστοτε μεγάλα κεφάλια της διαιτησίας. Με τον αλλόκοτο τρόπο με τον οποίο αντιμετωπίζουν αυτά τα αδικαιολόγητα λάθη. Σε πρόσφατο σεμινάριο για τους ρέφερι και τους βοηθούς της Super League και της Football League, ο Κύρος Βασσάρας (μέλος της Επιτροπής Διαιτησίας της UEFA και υπεύθυνος Ανάπτυξης Διαιτησίας στην Ελλάδα) είπε τη μισή αλήθεια: «Ευχαριστώ τους άγγλους, τους ισπανούς και τους γερμανούς διαιτητές, που κάνουν πιο σοβαρά λάθη από τα δικά σας». Παρέλειψε να πει οτι -στην Αγγλία, την Ισπανία και τη Γερμανία- οι ανεπαρκείς διαιτητές πάνε σπίτι τους. Αν όχι αυτομάτως, στο τέλος της σεζόν. Αυτή η αξιοκρατία είναι και ο λόγος, που οι ρέφερι από τις συγκεκριμένες χώρες «σφυρίζουν» σε σπουδαίους διεθνείς αγώνες και μεγάλες διοργανώσεις. Ενώ οι δικοί μας, τους βλέπουν από την τηλεόραση. Θα το γνωρίζει καλύτερα από τον καθέναν, εκ της θέσεώς του. Και θα θυμάται, ασφαλώς, οτι οι έλληνες συνάδελφοί του απουσίασαν από Μουντιάλ, στα οποία είχαν κληθεί διαιτητές από κάποιες «απίθανες» αφρικανικές και ασιατικές χώρες.

Στην Ελλάδα, η καριέρα ενός διαιτητή ελάχιστα εξαρτάται από τις επιδόσεις του. Περισσότερο έχει να κάνει με τη δύναμη της Ενωσης Ποδοσφαιρικών Σωματείων (ΕΠΣ) στην οποία ανήκει, με την κλίση του στις δημόσιες σχέσεις και με ένα προσόν που η ΚΕΔ (Κεντρική Επιτροπή Διαιτησίας) λατρεύει: να μπορεί, την αμφισβητούμενη φάση, να τη διαχειρίζεται με το μικρότερο δυνατό κόστος. Δηλαδή, αν πρέπει κάποιος να φωνάξει, να μην είναι αυτός που θα τη βάλει σε μεγάλους μπελάδες.

IntimeSports

 

Ετσι εξηγούνται τα ανεξήγητα: Αν και οι περισσότεροι διαιτητές ορίζονται σε έναν αγώνα και ύστερα ξανά μετά μια δυο αγωνιστικές (καθώς είναι 26, ζωή να ‘χουν, και γίνεται ένα σχετικό rotation), υπάρχουν κάποιοι που επιλέγονται να παίζουν ασταμάτητα, το ένα ματς μετά το άλλο, είτε ως πρώτοι είτε ως τέταρτοι, ενώ άλλοι εμφανίζονται σπανίως στα γήπεδα. Χωρίς οι επιδόσεις τους να δικαιολογούν αυτή την προτίμηση. Προσφάτως, ρέφερι από τον Σύνδεσμο της Αθήνας ορίστηκε σε έξι αγωνιστικές σερί (τέσσερις Πρωταθλήματος και δύο Κυπέλλου), χωρίς να τον αφήσουν -τον άνθρωπο- να πάρει ανάσα. Πήρε, όμως, 4.700 ευρώ. Μέσα σε 25 μέρες. Αλλά ένας συνάδελφός του, από Σύνδεσμο της Μακεδονίας -για τον οποίο δεν είχαν ακουστεί ιδιαίτερα παράπονα-, ορίστηκε έξι φορές σε πέντε μήνες. Τρεις ως πρώτος και τρεις ως τέταρτος.

Εκτός από «ψώνιο», η διαιτησία είναι και μια διόλου ευκαταφρόνητη πηγή εσόδων. Για κάθε αγώνα της Super League που «σφυρίζει», ο διαιτητής εισπράττει 1.560 ευρώ. Ο τέταρτος παίρνει 350 ευρώ. Δεν τα έχουν πληρωθεί ακόμη, όμως δεν πρόκειται να τα χάσουν. Μπορεί να φαίνονται πολλά λεφτά για την Ελλάδα της κρίσης, αλλά είναι… ψίχουλα μπροστά στις αντίστοιχες αμοιβές στην Ισπανία, την Αγγλία ή την Ιταλία.

Στην Ισπανία, οι ετήσιες αποδοχές των διαιτητών Α’ Κατηγορίας μπορεί να φτάσουν τα 200.000 ευρώ. Από αυτά, τα 109.590 ευρώ είναι εγγυημένα. Παίξουν – δεν παίξουν. Επιπλέον, λαμβάνουν 12.000 τον χρόνο για τα εμπορικά σήματα που φέρουν στις στολές τους. Και, από ‘κει και πέρα, πληρώνονται αναλόγως με τις εμφανίσεις τους: από 3.577 ευρώ για κάθε ματς Πρωταθλήματος ή Κυπέλλου. Οι διεθνείς αμείβονται, επιπλέον, με 6.100 ευρώ για κάθε αγώνα στο εξωτερικό.

Αλλά και οι άγγλοι διαιτητές δεν πάνε πίσω. Πληρώνονται με το μήνα και δεν εισπράττουν κάποιο έξτρα ποσό για τους αγώνες που διευθύνουν. Αλλά ο μηνιαίος μισθός τους φτάνει και περισσεύει: είναι 24.600 ευρώ.

Στην Ιταλία, οι διαιτητές της Serie A παίρνουν 8.000 το μήνα και επιπλέον 4.000 ευρώ για κάθε παιχνίδι. Με τους συνήθεις ορισμούς, σε Πρωτάθλημα και Κύπελλο, φτάνουν τα 20.000 ευρώ – κατά μέσο όρο.

Το καλύτερο το άφησα για το τέλος. Οταν η καχυποψία απέναντι στους έλληνες διαιτητές έφτασε στο απροχώρητο, η ΕΠΟ (Ελληνική Ποδοσφαιρική Ομοσπονδία) είχε την έμπνευση να προσλάβει ως αρχιδιαιτητή τον Χιού Ντάλας, έναν σκωτσέζο πρώην διεθνή ρέφερι που έγραψε ιστορία στα γήπεδα. Τον έφερε στην Αθήνα, του έδωσε τα κλειδιά της ΚΕΔ και 120.000 ευρώ ετησίως για τις πολύτιμες υπηρεσίες του. Κανείς δεν ξέρει πώς και γιατί, αλλά μερικούς μήνες αργότερα του αφαίρεσε την κυριότερη αρμοδιότητά του: τον ορισμό των διαιτητών. Ο Ντάλας συμφώνησε να παίρνει λιγότερα χρήματα (κάτι παραπάνω από τα μισά) και -πρακτικά- να μην κάνει τίποτα. Και τη δουλειά την ανέλαβαν, πάλι, οι δικοί μας διαιτητοπατέρες.