Στην Ταϊλάνδη, οι χιλιάδες διαδηλωτές που έχουν ξεχυθεί στους δρόμους τους τελευταίους μήνες, καλώντας, μεταξύ άλλων, σε παραίτηση τον πρωθυπουργό της χώρας, έχουν έναν σημαντικό σύμμαχο: τους πλανόδιους πωλητές φαγητού, επειδή, ως γνωστόν, δεν μπορείς να απαιτείς ιστορική συνταγματική μεταρρύθμιση με άδειο στομάχι.
Χρησιμοποιώντας σύγχρονες δημοσιογραφικές τακτικές, οι πωλητές μαθαίνουν μέσω των social media πού θα γίνει η επόμενη διαδήλωση και σπεύδουν προς το σημείο, συχνά προλαβαίνοντας τους διαδηλωτές, τους ίδιους τους δημοσιογράφους και τις αστυνομικές αρχές.
Οι περισσότεροι διαδηλωτές καταφτάνουν μετά τη δουλειά ή το σχολείο και έτσι τα ζουμερά λουκάνικα, τα τραγανά pancakes και οι διάφορες γεύσεις παγωτού γίνονται ανάρπαστες.
Μία νεαρή πωλήτρια μίλησε στον Guardian για τα οικονομικά του επαγγέλματος, την ώρα που πίσω της οι διαδηλωτές περιγελούσαν τη νέα κολεξιόν ρούχων της πριγκίπισσας Σιριβαναβάρι Ναριρατάνα, διεξάγοντας μια ψεύτικη επίδειξη μόδας.
«Συνήθως, έβγαζα περίπου 1.500 μπατ (41 ευρώ) την ημέρα, αλλά τώρα, με τις διαδηλώσεις, βγάζω περίπου 4.000-5.000 μπατ την ημέρα. Οι διαδηλώσεις πραγματικά με έχουν βοηθήσει».
Πράγματι, όσο γευστικά και να είναι τα σοκολατένια ψωμάκια που πουλά η 25χρονη, λίγοι θα τα αγοράσουν εν μέσω μιας πανδημίας, κατά την οποία ο κόσμος δέχεται συμβουλές να μείνει κλεισμένος στο σπίτι του.
Η Γουέι, που έχει ετοιμάσει περισσότερα λουκάνικα από ό,τι συνήθως, αντιλαμβάνεται ότι η πείνα δεν είναι πολιτικό θέμα και έτσι παρέχει φαγητό και στους υποστηρικτές της μοναρχίας, αν και είναι λιγότεροι και μεγαλύτερης ηλικίας.
Η ίδια δεν είναι αντίθετη στην ιδέα των αλλαγών, μα θεωρεί υπερβολικές κάποιες από τις προτάσεις σχετικά με τις μεταρρυθμίσεις στις εξουσίες του βασιλιά. Αλλωστε, στην Ταϊλάνδη, το θέμα της βασιλικής οικογένειας θεωρείται ταμπού και, παραδοσιακά, αυστηρές ποινές περιμένουν όποιον ασκεί σφοδρή κριτική σε αυτήν.
Ομως, φαίνεται ότι η συμπεριφορά του βασιλιά-φάντασμα Μάχα Βατζιραλόνγκορν και τα καμώματα του πρωθυπουργού Πραγιούτ Τσαν-Ο-Τσα τα τελευταία χρόνια έχουν φέρει τους πολίτες στα όριά τους.
Ο Πιν, ένας 23χρονος διαδηλωτής, νιώθει ότι οι περισσότεροι πωλητές, αλλά και οι οδηγοί των μηχανών-ταξί είναι με το μέρος του. Οι πρώτοι πάντα φαίνεται να είναι ιδιαίτερα γενναιόδωροι με τις ποσότητες των μερίδων, ενώ οι τελευταίοι κάποιες φορές προειδοποιούν τους διαδηλωτές όταν οι αστυνομικές αρχές έρχονται προς το μέρος τους.
Ο πρωθυπουργός Πραγιούτ Τσαν-Ο-Τσα, ένας πρώην στρατηγός που ήρθε στην εξουσία ύστερα από πραξικόπημα το 2014, είχε απαγορεύσει τις διαμαρτυρίες πολιτικού χαρακτήρα, αλλά και «τα μηνύματα στο Διαδίκτυο, τα οποία μπορεί να βλάψουν την εθνική ασφάλεια» ή «να προκαλέσουν φόβο».
Ο πρώην στρατηγός έχει αναιρέσει από τότε τα μέτρα, αλλά αρνείται κατηγορηματικά να ικανοποιήσει το αίτημα των διαδηλωτών και να φύγει από την εξουσία, ενώ συμβουλεύει τους πολίτες απλώς να μη μιλούν για τη μοναρχία.
Την Κυριακή (1/11), το CNN κατάφερε να πάρει μία σπάνια συνέντευξη από τον βασιλιά Μάχα Βατζιραλόνγκορν, ο οποίος περπατούσε μαζί με «βασιλικούς» διαδηλωτές. Αναφερόμενος στους χιλιάδες διαμαρτυρόμενους στους δρόμους, είπε ότι «τους αγαπάμε όλους». Οταν ρωτήθηκε για το αν υπάρχει χώρος για κάποιον συμβιβασμό με τους διαδηλωτές, απάντησε πως «η Ταϊλάνδη είναι η χώρα του συμβιβασμού» και έπειτα έσπευσε να προχωρήσει μακριά από την κάμερα.
Παρά τις δηλώσεις του βασιλιά, οι πολίτες, με το δίκιο τους, δεν έχουν πειστεί. Δεκάδες υποστηρικτές του φιλοδημοκρατικού κινήματος έχουν συλληφθεί, κάποιοι απλώς επειδή δεν ήταν τόσο… κομψοί με τα λόγια που φώναξαν προς το αυτοκίνητο της βασίλισσας Σουτίντα, που αναγκάστηκε να κάνει μία στάση. Επίσης, οι αστυνομικές αρχές χρησιμοποίησαν ένα κανόνι νερού απέναντι σε μία ομάδα διαδηλωτών, κάποιοι εκ των οποίων ήταν μαθητές.
Ακόμα και οι αισιόδοξοι διαδηλωτές, που θεωρούν ότι το κίνημα μπορεί να είναι επιτυχημένο και να φέρει μεταρρυθμίσεις, αναγνωρίζουν πως η αλλαγή θα αργήσει να έρθει. Επικαλούμενος τον Ναπολέοντα, ο 43χρονος Αέκ λέει πως «ένας στρατός βαδίζει με το στομάχι του», την ώρα που σταματάει για να αγοράσει ψωμί με γέμιση φράουλα.