Επικαιρότητα

CΟP25: Δυστυχώς, κέρδισε ο άνθρακας

Η παγκόσμια διάσκεψη για το κλίμα διήρκεσε δύο ημέρες περισσότερο, λόγω της αδυναμίας (και της απροθυμίας) των συμμετεχόντων να καταλήξουν σε μια κοινά αποδεκτή συμφωνία. Και όλα όσα συμφωνήθηκαν τελικά είναι κάθε άλλο παρά αισιόδοξα για το μέλλον του πλανήτη αλλά και της ανθρωπότητας.
Protagon Team

«Είμαι απογοητευμένος με τα αποτελέσματα της διάσκεψης. Η διεθνής κοινότητα έχασε μια σημαντική ευκαιρία να θέσει φιλόδοξους στόχους για την αντιμετώπιση της κλιματικής αλλαγής», δήλωσε δίχως περιστροφές ο γ.γ. του ΟΗΕ Αντόνιο Γκουτέρες μετά την ολοκλήρωση της COP25, της διεθνούς διάσκεψης για το κλίμα που πραγματοποιήθηκε στην Μαδρίτη.

Κανονικά η διάσκεψη επρόκειτο να λήξει την Παρασκευή. Διήρκεσε, ωστόσο, δύο ημέρες περισσότερο, λόγω της αδυναμίας (και της απροθυμίας) των συμμετεχόντων να καταλήξουν σε μια κοινά αποδεκτή συμφωνία. Και όλα όσα συμφωνήθηκαν τελικά είναι κάθε άλλο παρά αισιόδοξα για το μέλλον του πλανήτη αλλά και της ανθρωπότητας.

Γιατί, όμως, απέτυχε η Cop25, η εικοστή πέμπτη κατά σειρά διεθνής διάσκεψη για το κλίμα που διοργανώθηκε υπό την αιγίδα του Οργανισμού Ηνωμένων Εθνών;

Ο πρώην υπουργός Εξωτερικών των ΗΠΑ, Τζον Κέρι, μιλάει στη Συνδιάσκεψη για την αλλαγή του κλίματος (COP25) στη Μαδρίτη. | REUTERS/Susana Vera

Η τελευταία «δραματική», σύμφωνα με την Repubblica, συνάντηση των διαπραγματευτών από ολόκληρο τον κόσμο, έλαβε χώρα το πρωί της Κυριακής και, παρά την ουδέτερη γλώσσα της διπλωματίας, κατέστη σε όλους κατανοητό ποια είναι τα σημεία τριβής αλλά και ποιες είναι οι αντιμαχόμενες δυνάμεις.

Από τη μία πλευρά στέκονται οι μεγάλοι ρυπαντές του πλανήτη και οι χώρες που εξαρτώνται από τα ορυκτά καύσιμα: οι ΗΠΑ, η Κίνα, η Σαουδική Αραβία, η Αυστραλία, η Βραζιλία και η Ιαπωνία.

Απέναντί τους βρίσκονται οι αναδυόμενες και περισσότερο ευάλωτες στις συνέπειες της κλιματικής αλλαγής χώρες: τα αφρικανικά κράτη που αντιμετωπίζουν τον κίνδυνο σχεδόν διαρκούς ανομβρίας και τα νησιωτικά κράτη του Ειρηνικού Ωκεανού που κινδυνεύουν να βυθιστούν κάτω από την επιφάνεια της θάλασσας.

Στη μέση βρίσκεται η ΕΕ – σημειώνει η ιταλική εφημερίδα – η οποία παρότι επίσημα ανήκει στην πρώτη ομάδα των ισχυρών, αυτήν τη φορά σιγοντάριζε την ομάδα των αδύναμων χωρών, επιδιώκοντας, δίχως ωστόσο επιτυχία, να ηγηθεί της διάσκεψης. Τελικά δόθηκε μια σκληρή μάχη σε τρία μέτωπα που είχε ως αποτέλεσμα τον πολλαπλασιασμό των βέτο.

Οι νέοι στόχοι

Στο πρώτο και πιο κρίσιμο τραπέζι των διαπραγματεύσεων το κύριο ζήτημα ήταν η μείωση των εκπομπών των αερίων του θερμοκηπίου. Στη Συμφωνία του Παρισιού για το Κλίμα που υπογράφτηκε το 2015 προβλέπεται ότι κατά τη διάρκεια του επόμενου έτους όλα τα κράτη θα προβούν στην εφαρμογή δεσμευτικών μέτρων ούτως ώστε να διασφαλιστεί ότι έως το τέλος του αιώνα η αύξηση της θερμοκρασίας του πλανήτη δεν θα ξεπεράσει τον 1,5 βαθμό Κελσίου σε σχέση με την προβιομηχανική εποχή.

Ακτιβιστής σε δρώμενο στους δρόμους της Μαδρίτης φορώντας μάσκα που απεικονίζει τον Πρωθυπουργό της Ιαπωνίας Σίντζο Αμπε συμμετέχει σε διαμαρτυρία για να ζητήσει από την Ιαπωνία να σταματήσει να υποστηρίζει τον άνθρακα.| REUTERS/Susana Vera/File Photo

Από τα μέλη της ομάδας των ισχυρών ζητήθηκε να επισημοποιήσουν ήδη από τώρα τους στόχους τους για τη μείωση των εκπομπών, αντί να περιμένουν έως τον Νοέμβριο του 2020 την COP26 της Γλασκόβης. Και δεδομένου ότι η κλιματική αλλαγή έχει καταστεί ήδη κλιματική κρίση, σύμφωνα με τα πιο πρόσφατα επιστημονικά στοιχεία, ζητήθηκε επίσης να θέσουν πιο φιλόδοξους στόχους, ξεπερνώντας τις δεσμεύσεις που έχουν αναλάβει έως σήμερα.

Η Σαουδική Αραβία, η Βραζιλία, η Αυστραλία και οι ΗΠΑ αντιτάχθηκαν στην πρόταση και επανέλαβαν τις αοριστίες που είχαν εκφράσει και στο Παρίσι: κατά τη διάρκεια του 2020 οι στόχοι τους θα «κοινοποιηθούν» ή θα «επικαιροποιηθούν». Λόγω της αριθμητικής υπεροχής τους, όμως, οι αδύναμοι κατάφεραν μια μικρή (ενδεχομένως πολύ μικρή) νίκη. Στο τελικό κείμενο αναφέρεται ότι τα κράτη θα αναγνωρίσουν «την επείγουσα ανάγκη» μείωσης των εκπομπών διοξειδίου του άνθρακα αλλά και το ότι πλέον είναι απαραίτητη η διαρκής αναπροσαρμογή των στόχων.

Η αρωγή των πιο ευάλωτων χωρών

Πρόκειται για ένα ζήτημα που είναι αλληλένδετο με το προηγούμενο. Οι επιστήμονες προειδοποιούν πως εάν δεν μειωθούν δραστικά και άμεσα οι εκπομπές των αερίων του θερμοκηπίου οι συνέπειες θα είναι ολέθριες. Δεν θα πληρώσουν, ωστόσο, όλοι το ίδιο τίμημα. Εάν, για παράδειγμα, έως το τέλος του αιώνα η στάθμη των θαλασσών όλου του κόσμου αυξηθεί σημαντικά, τα πρώτα που θα χαθούν από προσώπου γης θα είναι τα νησιά οι πληθυσμοί τους. Εξίσου οριακές είναι οι συνθήκες και σε πολλές χώρες της Αφρικής οι οποίες καλούνται ήδη να διαχειριστούν ακραία κύματα ξηρασίας.

Ζητάνε, οπότε, χρήματα – 50 δισεκατομμύρια δολάρια έως το 2022 – από τους πλούσιους και ισχυρούς και υπεύθυνους για την έκλυση τεράστιων ποσοτήτων CO2. Δεν επήλθε, ωστόσο, καμιά συμφωνία λόγω της εναντίωσης των ΗΠΑ η οποία δεν ήταν οικονομικού αλλά νομικού, κατά κύριο λόγο, χαρακτήρα. Οι αμερικανοί διαπραγματευτές υπογράμμισαν πως δεν επιθυμούν να επισημοποιηθεί τυχόν ευθύνη των ΗΠΑ για τις όποιες περιβαλλοντικές καταστροφές σημειωθούν στο μέλλον, θέση η οποία προκάλεσε την έντονη αντίδραση του εκπροσώπου του Τουβαλού, ενός νησιωτικού κράτους στη μέση του Ειρηνικού με λιγότερους από 12.000 κατοίκους. «Υπάρχει ένα κράτος που τάχθηκε κατά αυτών των μέτρων παρότι αποχώρησε από τη Συμφωνία του Παρισιού. Υπάρχουν εκατομμύρια άνθρωποι σε όλο τον κόσμο που ήδη υποφέρουν από τις επιπτώσεις της κλιματικής αλλαγής. Η άρνηση αυτού του γεγονότος μπορεί να ερμηνευθεί από μερικούς ως έγκλημα κατά της ανθρωπότητας», ανέφερε χαρακτηριστικά.

Η αγορά του άνθρακα

Η μεγαλύτερη αποτυχία, ωστόσο, σημειώθηκε στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων για το Αρθρο 6 της Συμφωνίας του Παρισιού στο οποίο ορίζονται οι μηχανισμοί αγοραπωλησίας «μονάδων» διοξειδίου του άνθρακα. Όποιος υπολείπεται του επιτρεπτού ορίου εκπομπής ρύπων, πουλάει σε εκείνον που το υπερβαίνει. Με λόγια απλά, εάν μια χώρα μειώσει τις εκπομπές διοξειδίου του άνθρακα κατά 120 μονάδες και μια άλλη κατά 80, η πρώτη μπορεί να πουλήσει στη δεύτερη τις 20 επιπλέον μονάδες που κατέχει, ούτως ώστε αμφότερες οι χώρες να επιτύχουν τον στόχο των 100 μονάδων. Για να συμβάλει, ωστόσο, στην ουσιαστική μείωση των εκπομπών του διοξειδίου του άνθρακα, η εν λόγω αγορά χρειάζεται επειγόντως αυστηρότερους κανόνες λειτουργίας, για τους οποίους η Βραζιλία, η Αυστραλία και η Σαουδική Αραβία δεν ήθελαν να ακούσουν κουβέντα.

Από το 1992 που πραγματοποιήθηκε η Διάσκεψη του Ρίο για το Κλίμα έως και σήμερα, αντί να μειωθούν δραστικά οι εκπομπές αερίων του θερμοκηπίου, εκλύθηκε στην ατμόσφαιρα η ίδια ποσότητα CO2 που είχε εκλυθεί από τα πρώτα χρόνια της βιομηχανικής επανάστασης

Ο εκπρόσωπος του Ζαΐρ Μπολσονάρο θα ήθελε μάλιστα να μπορεί να πουλάει η Βραζιλία ως «μονάδες» διοξειδίου του άνθρακα μελλοντικές δασικές εκτάσεις που θα αναπτυχθούν στις περιοχές οι οποίες αποψιλώνονται σήμερα με τις ευλογίες της κυβέρνησής της. Υπερασπίστηκε επίσης τη διαδικασία της «διπλής καταμέτρησης» (double counting) με στόχο η ποσότητα διοξειδίου του άνθρακα που απορροφάται από την ατμόσφαιρα μέσω ενός πρότζεκτ να προσμετράται υπέρ και του πωλητή και του αγοραστή των μονάδων.

Με αυτά τα δεδομένα στο τραπέζι, το ενδεχόμενο επίτευξης μιας συμφωνίας αποκλείστηκε σχεδόν από την αρχή. «Οσον αφορά το Αρθρο 6, καλύτερα καμιά συμφωνία παρά μια κακή συμφωνία», ανέφερε χαρακτηριστικά ο επικεφαλής της αποστολής του ευρωπαϊκού κοινοβουλίου στην COP26, ο ολλανδός Μπας Αικουτ.

Η Κίνα και η Ινδία

Σύμφωνα, ωστόσο, με τον Φεντερίκο Ραμπίνι για την αποτυχία της διάσκεψης δεν τη φέρουν μόνον οι συνήθεις ύποπτοι, οι ΗΠΑ, ο Τραμπ και τα λόμπι της βιομηχανίας ορυκτών καυσίμων. Ο αρθρογράφος της Repubblica υποστηρίζει πως οι αιτίες της κρίσης είναι ευρύτερες. Καταρχάς υπενθυμίζει ότι από το 1992 που πραγματοποιήθηκε η Διάσκεψη του Ρίο για το Κλίμα έως και σήμερα, αντί να μειωθούν δραστικά οι εκπομπές αερίων του θερμοκηπίου, εκλύθηκε στην ατμόσφαιρα η ίδια ποσότητα CO2 που είχε εκλυθεί από τα πρώτα χρόνια της βιομηχανικής επανάστασης. Και αυτή η καταστροφή έλαβε χώρα κυρίως στην Κίνα και την Ινδία, πολύ πριν ο Τραμπ αποφασίσει να ασχοληθεί με την πολιτική. Ειδικά η περίπτωση της Κίνας είναι ενδεικτική.

Γιατί πριν από μια τετραετία στο Παρίσι ο Σι Τζιπίνγκ έκανε μια πράσινη στροφή 180 μοιρών, συμμαχώντας με τον Μπαράκ Ομπάμα, ενώ υπό την ηγεσία του εφαρμόστηκε στην Κίνα μια Πράσινη Νέα Συμφωνία, με τη χώρα να επενδύει τεράστια ποσά στις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας. Συγχρόνως, όμως, η Κίνα συνέχισε να κατασκευάζει νέα εργοστάσια παραγωγής ενέργειας με ορυκτά καύσιμα αλλά και να εξάγει τη σχετική τεχνογνωσία και σε άλλες χώρες της Ασίας και της Αφρικής. Και φέτος, ενώπιον της επιβράδυνσης της ανάπτυξης στην Κίνα, ο Σι προέβη στην περικοπή των δημόσιων επενδύσεων στις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας.

Σοβαρή αιθαλομίχλη κατά μήκος του ποταμού Γιανγκτσέ στην ανατολική Κίνα. Η Κίνα συνεχίζει να κατασκευάζει νέα εργοστάσια παραγωγής ενέργειας με ορυκτά καύσιμα αλλά και να εξάγει τη σχετική τεχνογνωσία και σε άλλες χώρες της Ασίας και της Αφρικής

Ποιο είναι, άρα, το δίδαγμα; Οτι «ακόμα και ένα αυταρχικό καθεστώς, στο οποίο κυριαρχεί ένας πανίσχυρος πολιτικός με εξαιρετικές εξουσίες που του επιτρέπουν να εκπονήσει πολιτικές διάρκειας είκοσι ή σαράντα ετών, στο τέλος πρέπει να κερδίσει τη συναίνεση», αναφέρει στο κείμενό του ο Ραμπίνι. Αυτό σημαίνει ότι ο Σι δεν επιθυμεί να έρθει αντιμέτωπος με την οργή των πολιτών του στην περίπτωση μιας οικονομικής κρίσης. Οπως συνέβη στη Γαλλία, όπου τα Κίτρινα Γιλέκα ανάγκασαν τον Εμανουέλ Μακρόν να αποσύρει τον περιβαλλοντικό φόρο του επί της τιμής των καυσίμων, δικαιώνοντας όλους όσοι βροντοφώναζαν στις συγκεντρώσεις και τις πορείες διαμαρτυρίας «εσύ ανησυχείς για το τέλος του κόσμου, εμείς δεν γνωρίζουμε εάν θα φτάσουμε στο τέλος του μήνα».

Ολοκληρώνοντας το κείμενό του ο ιταλός αρθρογράφος υποστηρίζει πως η Κίνα και η Ινδία μας συμπαρασύρουν προς μια περιβαλλοντική καταστροφή γιατί η επιτυχής απο-ανάπτυξη είναι αδιανόητη, δεδομένου ότι κανένας δεν έχει ακόμα καταφέρει να αποδείξει ξεκάθαρα πως η βιωσιμότητα παράγει περισσότερες θέσεις εργασίας και περισσότερα χρήματα από τον «καπιταλισμό του άνθρακα». Το μόνο σίγουρο είναι ότι έως ότου να συμβεί αυτό θα χαθεί για πολλοστή φορά πολύτιμος χρόνος.