«Η πρόοδος στη μάχη κατά της φτώχειας και των ενδημικών ασθενειών είναι εφικτή αλλά δεν είναι εξασφαλισμένη. Καλύτερα να μην έχουμε αυταπάτες, τώρα μάλιστα που ορισμένες χώρες θέλουν να μειώσουν τη συνεισφορά και τη συμμετοχή τους σε αυτό τον στόχο. Διανύσαμε πολύ δρόμο όλα αυτά τα χρόνια κατά του Aids και άλλων ασθενειών όπως η ελονοσία και η φυματίωση, αλλά αυτό δεν σημαίνει ότι η πρόοδος είναι βέβαιη. Στο μέτωπο του Aids για παράδειγμα από σήμερα ως το 2030 θα έχουμε 5 εκατομμύρια περισσότερα θύματα αν πραγματοποιηθεί η επαπειλούμενη μείωση των οικονομικών ενισχύσεων κατά 10%». Τάδε έφη Μπιλ Γκέιτς μιλώντας μέσω τηλεδιάσκεψης σε δημοσιογράφους από όλο τον κόσμο για τις νέες πρωτοβουλίες που πρόκειται να αναλάβει.
Εδώ και είκοσι χρόνια ο Γκέιτς, από τους πρωτοπόρους της οικονομίας του Internet, ξεκίνησε έναν διαφορετικό αγώνα από τους επιχειρηματικούς. Ιδρυσε με τη σύζυγό του Μελίντα ένα ίδρυμα, το Bill & Melinda Gates Foundation, με στόχο να ασχοληθεί και να ενισχύσει τις πιο φτωχές χώρες του κόσμου ώστε να αντιμετωπίσουν κοινωνικά και οικονομικά προβλήματα.
Πριν από δέκα χρόνια ο ιδρυτής της Microsoft εγκατέλειψε οριστικά τη θέση του στις επιχειρήσεις του για να αφοσιωθεί αποκλειστικά στη φιλανθρωπία. Τα αποτελέσματα ήταν εντυπωσιακά. Οι επιτυχίες – κυρίως στην Αφρική- στη μάχη κατά του Aids (οι νεκροί από την ασθένεια μειώθηκαν στο μισό σε σχέση με το 2005), σε χώρες που υπέστησαν μεγάλες καταστροφές όπως το Μαλάουι, στη μείωση της παιδικής θνησιμότητας και της εμφάνισης ενδημικών ασθενειών, οφείλονται σε σημαντικό βαθμό και στη συμβολή του ιδρύματός του.
Αλλά με τις επιτυχίες ήρθε και η μείωση του ενδιαφέροντος. Πολλές χώρες που ως σήμερα συνέβαλλαν οικονομικά σε αυτές τις προσπάθειες φαίνονται έτοιμες να μειώσουν τα κονδύλια που προσφέρουν. Το πρόβλημα οξύνθηκε δραματικά, καθώς μετά τη νίκη του Ντόναλντ Τραμπ, οι ΗΠΑ – η χώρα με τη μεγαλύτερη ως σήμερα οικονομική συμβολή σε αυτή την προσπάθεια – άρχισαν και αυτές τις περικοπές.
Για αυτόν τον λόγο το Ιδρυμα Γκέιτς αποφάσισε να ξεκινήσει μία διεθνή εκστρατεία ευαισθητοποίησης και ενημέρωσης, η οποία θα στηρίζεται σε μία έκθεση για την παγκόσμια υγεία που προετοιμάζει το ίδρυμα Γκέιτς από κοινού με ερευνητικά κέντρα, μεταξύ των οποίων το Ινστιτούτο Μετρήσεων και Εκτιμήσεων για την Υγεία του Πανεπιστημίου της Ουάσινγκτον, η οποία θα δημοσιεύεται ετησίως ως το 2030.
«Θέλουμε να ενημερώσουμε τους πολίτες, που συχνά δεν γνωρίζουν όλα όσα έχουμε πετύχει ως σήμερα, για τις προόδους που πραγματοποιήθηκαν αυτά τα χρόνια, αλλά και να πιέσουμε τις κυβερνήσεις, υπογραμμίζοντας τις συνέπειες της αδιαφορίας ή ακόμα χειρότερα της αποχώρησης από τη συμμαχία των χωρών που στηρίζουν την ανάπτυξη στις πιο φτωχές περιοχές του πλανήτη», εξηγεί ο Γκέιτς μιλώντας στους δημοσιογράφους.
Η πρωτοβουλία του Γκέιτς θα παρουσιαστεί επίσημα στη Νέα Υόρκη στις 19 και 20 Σεπτεμβρίου κατά τη διάρκεια της ετήσιας Συνόδου του ΟΗΕ, σε δύο εκδηλώσεις στις οποίες θα παραβρεθούν πολλοί από τους ηγέτες του κόσμου αλλά και ο πρώην πρόεδρος των ΗΠΑ Μπαράκ Ομπάμα.
Ο ιδρυτής της Microsoft κατά την ανεπίσημη παρουσίαση των στοιχείων της έρευνας απέφυγε να χρησιμοποιήσει επιθετικούς τόνους κατά πολιτικών και κυβερνήσεων. Αντίθετα εστίασε την προσπάθειά του στο να τονίσει τους κινδύνους από την υποτίμηση των προκλήσεων και τα νέα προβλήματα που προβάλουν στο ορίζοντα.
«Τα τελευταία χρόνια πετύχαμε απίστευτες προόδους, χάρη και στην γενναιοδωρία πολλών δωρητών. Η παιδική θνησιμότητα μειώθηκε κατά έξι εκατομμύρια από το 1990 ως σήμερα. Τώρα δυστυχώς παρουσιάζονται νέα εμπόδια που κάνουν πιο δύσκολη την προσπάθειά μας να παρέμβουμε για να μειώσουμε τον αριθμό των πέντε εκατομμυρίων παιδιών που χάνουν ακόμα ετησίως τη ζωή τους. Σε άλλους τομείς, όπως στο πόλεμο κατά του Hiv και της ελονοσίας, οι θεραπείες που σήμερα διαθέτουμε, χάνουν με τον καιρό την αποτελεσματικότητά τους διότι οι ιοί αναπτύσσουν αντιστάσεις στα νέα φάρμακα. Και μην ξεχνάμε ότι υπάρχει πάντα ο κίνδυνος να αντιμετωπίσουμε ένα νέο ξέσπασμα του Aids, για τον απλούστατο λόγο ότι παγκοσμίως ο αριθμός των ατόμων στις επικίνδυνες ηλικίες 16 ως 24 αυξάνεται συνεχώς. Ολα αυτά είναι φαινόμενα που θα μπορούσαμε να αντιμετωπίσουμε με επιπλέον συλλογική προσπάθεια, αλλά αντίθετα αυτό που παρατηρούμε είναι μία αλλαγή διεθνώς στο πολιτικό κλίμα, μία μείωση της ευαισθησίας».
«Πριν από δύο χρόνια», λέει ο Γκέιτς, «οι ηγέτες του πλανήτη συμφώνησαν να προσπαθήσουν ώστε να επιτευχθούν οι στόχοι της βιώσιμης ανάπτυξης ως το 2030. Αλλά τώρα αναρωτιόμαστε αν πράγματι οι κυβερνήσεις εργάζονται σοβαρά προς αυτή την κατεύθυνση και αν πράγματι σκοπεύουν να τηρήσουν τις δεσμεύσεις τους».
Ο Γκέτς απέφυγε να αναφερθεί στον Ντόναλντ Τραμπ, αλλά είναι ξεκάθαρο ότι σε μία περίοδο που στα υψηλά πολιτικά κλιμάκια των ΗΠΑ, η έλλειψη ενδιαφέροντος για τα επιστημονικά δεδομένα είναι κάτι περισσότερο από εμφανής, οι προσπάθειες του ιδρύματός του φαίνονται εκτός τόπου.
«Είμαστε βέβαιοι ότι μια σοβαρή συζήτηση που θα στηρίζεται σε επιστημονικά στοιχεία είναι ο καλύτερος τρόπος για να προχωρήσουμε» δήλωσε ο Γκέιτς. «Πρέπει να συνεχίσουμε τις προσπάθειές μας, χτίζοντας πάνω σε όσα ήδη έχουμε καταφέρει, ξεκινώντας από τα καταπληκτικά αποτελέσματα της πολιτικής των εμβολιασμών» συνέχισε ο φιλάνθρωπος μεγιστάνας, που δεν έκρυψε την ανησυχία του για την τάση κατά των εμβολίων που αναπτύσσεται τα τελευταία χρόνια στις πλούσιες χώρες. «Δημιουργούνται οι προϋποθέσεις να επιστρέψουν ξανά, μετά από χρόνια, ασθένειες ιδιαίτερα μολυσματικές όπως η ιλαρά και ο κοκκύτης. Η ως σήμερα επιτυχία στην αντιμετώπιση αυτών των ασθενειών είναι δυστυχώς και το μεγάλο πρόβλημα, διότι οι πολίτες στις ανεπτυγμένες χώρες δεν βλέπουν εδώ και δεκαετίες νεκρούς από αυτές τις σχεδόν ξεχασμένες ασθένειες. Αρκετοί λοιπόν καταλήγουν στο συμπέρασμα ότι δεν υπάρχει πλέον κίνδυνος. Αυτό είναι και λάθος και επικίνδυνο».
Ο Μπιλ Γκέιτς δεν κρύβει την ικανοποίησή του από τα ως σήμερα αποτελέσματα, αλλά παράλληλα δείχνει εξαιρετικά ανήσυχος. Τους προηγούμενους μήνες η κυβέρνηση Τραμπ αποφάσισε περικοπές στη συμμετοχή των ΗΠΑ στα προγράμματα του ΟΗΕ για τον οικογενειακό προγραμματισμό. Σοβαρό πρόβλημα για ένα από τα πιο φιλόδοξα προγράμματα του ΟΗΕ. Το Ιδρυμα Γκέιτς προσπάθησε να καλύψει εν μέρει την «τρύπα» με δικά του κονδύλια. Αξιέπαινη απόφαση, αλλά είναι δυνατόν τα πλούσια κράτη να αφήσουν τη βοήθεια προς τις φτωχότερες χώρες και την αντιμετώπιση των ασθενειών στη γενναιοδωρία ολίγων ιδιωτών; Ακόμα και αν ένας από αυτούς είναι ο πλουσιότερος άνθρωπος του κόσμου.