Η Τζασίντα Αρντερν στην τελετή υποδοχής της από τον κινέζο πρωθυπουργό, Λι Κεκιάνγκ, στο Πεκίνο, την 1η Απριλίου | REUTERS
Επικαιρότητα

Αρντερν και Μακρόν μπλοκάρουν εξτρεμιστές και τρομοκράτες στα σόσιαλ μίντια

Η νεοζηλανδή πρωθυπουργός και ο γάλλος πρόεδρος, θα ηγηθούν διάσκεψης, τον Μάιο, στο Παρίσι, με τη συμμετοχή πολιτικών από διάφορες χώρες και στελεχών από εταιρείες τεχνολογίας, στην προσπάθειά τους να εξαλείψουν το εξτρεμιστικό περιεχόμενο από το Ιντερνετ
Protagon Team

Τον πόλεμο κατά της τρομοκρατίας και των εξτρεμιστικών απόψεων στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης θα κηρύξουν από κοινού Νέα Ζηλανδία και Γαλλία, στις 15 Μαΐου, στο Παρίσι.

Η Τζασίντα Αρντερν και ο Εμανουέλ Μακρόν, θα ηγηθούν διάσκεψης με τη συμμετοχή πολιτικών από διάφορες χώρες και στελεχών από εταιρείες τεχνολογίας, στην προσπάθεια να εξαλείψουν την παρουσία τρομοκρατών, εξτρεμιστών και των θαυμαστών τους στο Ιντερνετ.

Η πρωτοβουλία ανήκει στην πρωθυπουργό της Νέας Ζηλανδίας, μετά το μακελειό στο Κράιστσερτς, όπου ένας φανατικός ακροδεξιός χριστιανός σκότωσε, σε απευθείας σύνδεση με το Facebook, 50 μουσουλμάνους σε δύο τεμένη.

Οπως γράφει η Guardian, η Αρντερν ξέρει ότι η χώρα της είναι πολύ μικρή για να καταφέρει μόνη της να πείσει τις μεγάλες εταιρείες να πάρουν δραστικά μέτρα προς αυτή την κατεύθυνση για αυτό βρήκε τον κατάλληλο σύμμαχο στο πρόσωπο του Μακρόν, καθώς η Γαλλία έχει την προεδρία του G7, της ομάδας των επτά κρατών με τις ισχυρότερες οικονομίες στον πλανήτη (εκτός της Ρωσίας) και είναι πρωτοπόρα στην μάχη κατά της χρήσης του Ιντερνετ για τρομοκρατικούς σκοπούς. Επίσης, τον Μάιο, φιλοξενεί τη διάσκεψη των ψηφιακών υπουργών του G7.

Ο Γάλλος πρόεδρος και η Τζασίντα Αρντερν στο Παρίσι, στη συνάντησή τους, τον Απρίλιο του 2018 – AFP/BERTRAND GUAY

«Θέλουμε να διατηρήσουμε τις αρχές ενός ελεύθερου, ανοιχτού και ασφαλούς Ιντερνετ, αλλά εδώ δεν μιλάμε για ελευθερία της έκφρασης, αλλά για την πρόληψη βίαιου εξτρεμισμού και τρομοκρατίας online. Δεν πιστεύω ότι υπάρχει κάποιος που θα έφερνε αντίρρηση στο ότι ο τρομοκράτης (στο Κράιστσερτς) δεν είχε το δικαίωμα να μεταδώσει ζωντανά τη δολοφονία 50 ανθρώπων», δήλωσε η Αρντερν.

«Πρέπει όλοι να δράσουμε και αυτό σημαίνει ότι οι πάροχοι των σόσιαλ μίντια πρέπει να αναλάβουν μεγαλύτερη ευθύνη για το περιεχόμενο στις πλατφόρμες τους. Είναι απαραίτητο οι τεχνολογικές πλατφόρμες, όπως το Facebook, να μην διαστρεβλώνονται ως εργαλείο τρομοκρατών, αλλά να γίνουν μέρος μίας παγκόσμιας λύση για την αντιμετώπιση της τρομοκρατίας», πρόσθεσε η νεοζηλανδή πρωθυπουργός, η οποία έχει ήδη συνομιλήσει για το θέμα με τους επικεφαλής των Facebook, Twitter, Microsoft και Google.

Η ίδια περιέγραψε τις συνομιλίες ως «απόλυτα θετικές»: «Καμία εταιρεία τεχνολογίας, όπως και καμία κυβέρνηση, δεν επιθυμεί την ύπαρξη εξτρεμιστικών και τρομοκρατικών απόψεων online, και έτσι έχουμε ένα κοινό σημείο εκκίνησης, στο οποίο συμφωνούμε», είπε.

«Αυτό που προσπαθούμε να αντιμετωπίσουμε είναι ένα παγκόσμιο ζήτημα και πιστεύω ότι χρειάζεται μία παγκόσμια απάντηση. Η Νέα Ζηλανδία θέλει να παίξει ηγετικό ρόλο σε αυτό γιατί αυτό που συνέβη εδώ στις 15 Μαρτίου (με τη ζωντανή μετάδοση των επιθέσεων στο Κράιστσερτς από τον ίδιο τον δράστη), ήταν πρωτοφανές και για αυτό έχουμε την ευθύνη να προσπαθήσουμε να το αλλάξουμε».

Δεν έχει οριστικοποιηθεί ακόμα το κείμενο της διακήρυξης «Κάλεσμα σε δράση από το Κράιστσερτς», όμως η Αρντερν τόνισε ότι η έμφαση θα είναι στη λήψη πρακτικών μέτρων και όχι στη φιλόδοξη ρητορική.

Η Αρντερν πρόσθεσε ότι αρκετές χώρες, όπως η Γαλλία, η Ιρλανδία, η Νέα Ζηλανδία και η Γερμανία έχουν ήδη περάσει σχετική νομοθεσία για το Ιντερνετ, όμως χρειάζεται μεγαλύτερος συντονισμός διεθνώς και οι εταιρείες πρέπει να κάνουν τις πλατφόρμες τους ασφαλέστερες.

Ο μακελάρης του Κράιστσερτς μετέδωσε ζωντανά τις επιθέσεις του στο Facebook, όπου τις είδαν εκατοντάδες χρήστες, πριν ειδοποιηθούν οι διαχειριστές του δικτύου για το συμβάν, μισή ώρα αργότερα.

Το βίντεο διαμοιράστηκε ευρέως στο Ιντερνετ και το Facebook ανακοίνωσε ότι από τότε, έχει σταματήσει περισσότερες από ένα εκατ. απόπειρες ανάρτησής του.

Η κυβέρνηση της Νέας Ζηλανδίας, ανακοίνωσε την Τετάρτη, ότι έδωσε τη δυνατότητα μόνιμης διαμονής στη χώρα, σε όλα τα θύματα των επιθέσεων και των στενών τους συγγενών.