Τώρα που οι Ταλιμπάν σταμάτησαν να πολεμούν -εκτός από την κοιλάδα του Παντσίρ- συνειδητοποιούν ότι, όντας διπλωματικά απομονωμένοι από τον υπόλοιπο κόσμο, η διακυβέρνηση μίας χώρας κατεστραμμένης οικονομικά και εναντίον τους κοινωνικά, δεν είναι εύκολη υπόθεση.
Για αυτό άλλωστε και βρίσκονται σε συνομιλίες με το Κατάρ και την Τουρκία, από τις λίγες χώρες που φαίνονται πρόθυμες να αναγνωρίσουν το καθεστώς τους.
Και οι δύο μουσουλμανικές χώρες έχουν συνομιλήσει με τους Ταλιμπάν στο παρελθόν και οι δύο έχουν πρόσβαση στους ισλαμιστές, κάτι που οι δυτικές χώρες χρειάζονται εμμέσως.
Αλλά, όπως επισημαίνει το BBC, τόσο το Κατάρ όσο και η Τουρκία, με την πρωτοβουλία τους, παρακινδυνεύουν να εντείνουν ή να αναβιώσουν παλιές αντιπαλότητες στη Μέση Ανατολή.
Το Κατάρ, μία μικρή πλούσια χώρα στον Κόλπο, βοήθησε πρόθυμα τη Δύση να εκκενώσει τους υπηκόους της και χιλιάδες αφγανούς πολίτες, τον Αύγουστο.
Η συμβολή του ήταν πολύτιμη και καμία χώρα δεν απομάκρυνε κόσμο χωρίς να μεσολαβήσει κάποιος από το Κατάρ, λέει η Ντίνα Εσφαντιάρι, σύμβουλος της δεξαμενής σκέψης International Crisis Group. “Οι Ταλιμπάν θα είναι μία μεγάλη νίκη για το Κατάρ, όχι μόνο γιατί αποδεικνύεται ότι είναι ικανό να μεσολαβήσει, αλλά γιατί το καθιστά σοβαρό παράγοντα για τις δυτικές χώρες”.
Και πράγματι, όλο αυτό το διάστημα, οι δυτικές χώρες έχουν τονίσει την συμβολή του Κατάρ δημοσίως.
Ομως, οι συνομιλίες με τους Ταλιμπάν, μπορεί να προκαλέσουν την αντίδραση αντιπάλων χωρών στη Μέση Ανατολή, όπως η Αίγυπτος, η Σαουδική Αραβία και τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα, που βλέπουν τα ισλαμιστικά κινήματα ως απειλή για την ίδια τους την ύπαρξη.
Αν Κατάρ και Τουρκία ισχυροποιηθούν στην περιοχή λόγω της διπλωματίας τους με τους Ταλιμπάν, πώς θα αντιδράσουν οι άλλες χώρες;
Η Εσφναντιάρι εκτιμά ότι η επάνοδος των Ταλιμπάν στην εξουσία σηματοδοτεί την επιστροφή στον Ισλαμισμό, στην περιοχή της Νότιας Ασίας.
«Τα τελευταία 10 χρόνια, η Μέση Ανατολή πηγαινοέρχεται συνέχεια ανάμεσα σε ισλαμιστικά και μη ισλαμιστικά κινήματα». Οι δύο πλευρές διέκοψαν κάθε σχέση μετά την 11ηΣεπτεμβρίου. Τουλάχιστον φανερά, γιατί οι Σαουδάραβες εξακολουθούσαν χρηματοδοτούν κρυφά τους Ταλιμπάν, παρόλο που επισήμως το αρνούνται.
Οσο περνούσαν τα χρόνια, και οι Αμερικανοί φαινόταν πως θα αποχωρήσουν, άνοιξαν οι πόρτες της διπλωματίας και για άλλες χώρες, όπως το Κατάρ και η Τουρκία.
Η κυβέρνηση Ομπάμα ξεκίνησε τις διαπραγματεύσεις με τους Ταλιμπάν στην Ντόχα, το 2011, για την αποχώρηση των Αμερικανών.
Το Κατάρ άρπαξε την ευκαιρία καθώς αναζητούσε τρόπο να ξεχωρίσει στη διεθνή σκηνή από τους εχθρικούς του γείτονες, Σαουδική Αραβία και Ιράν.
Ο Ντόναλντ Τραμπ τις συνέχισε και στη Ντόχα συμφώνησαν οι ΗΠΑ με τους Ταλιμπάν, πέρυσι.
Η Τουρκία έχει ισχυρούς ιστορικούς και εθνοτικούς δεσμούς με το Αφγανιστάν. Εχει αναπτύξει στενούς δεσμούς με τους Ταλιμπάν, ενώ είναι και σύμμαχος του Πακιστάν, από όπου ξεπήδησαν οι Ταλιμπάν.
Την περασμένη εβδομάδα, οι Τούρκοι συνομίλησαν με τους ισλαμιστές για τον έλεγχο του αεροδρομίου της Καμπούλ και τις μελλοντικές σχέσεις των δύο πλευρών.
Ο Ταγίπ Ερντογάν δήλωσε ότι θα συνομιλεί με όποιον θέλει χωρίς να χρειάζεται την άδεια κανενός γιατί αυτό ονομάζεται διπλωματία. Είπε επίσης ότι θα αποφασίσει για το αεροδρόμιο με βάση την κατάσταση που θα επικρατήσει το επόμενο διάστημα.
«Η Τουρκία είναι έτοιμη να παράσχει κάθε είδους βοήθεια για την ενότητα του Αφγανιστάν αλλά θα ακολουθήσει ένα πολύ προσεκτικό μονοπάτι», είπε.
Ο καθηγητής Αχμέτ Κασίμ Χαν, ειδικός στις σχέσεις Αφγανιστάν και Τουρκίας, στο Πανεπιστήμιο της Κωνσταντινούπολης, θεωρεί ότι οι συνομιλίες με τους Ταλιμπάν, είναι ευκαιρία για τον Ερντογάν.
«Οι Ταλιμπάν χρειάζονται διεθνή βοήθεια και επενδύσεις για να κυβερνήσουν. Μόνοι τους δεν μπορούν να πληρώσουν ούτε τους μισθούς των δημοσίων υπαλλήλων», είπε.
Η Τουρκία μπορεί έτσι, να γίνει εγγυητής και μεσολαβητής, ως πιο έμπιστη από την Κίνα ή τη Ρωσία.
Πολλές χώρες έχουν προσπαθήσει να κρατήσουν κάποιο δίαυλο επικοινωνίας ανοιχτό με τους Ταλιμπάν, κυρίως μέσω του Κατάρ, όμως η Τουρκία μπορεί να αναπτύξει σχέσεις στο αφγανικό έδαφος, κάτι βέβαια που εμπεριέχει ρίσκο.
Ο Χαν λέει ότι αυτό θα δώσει πόντους στον Ερντογάν στη βάση των υποστηρικτών του κόμματός του, οι οποίοι θεωρούν ότι η Τουρκία έχει μοναδική θέση στον μουσουλμανικό κόσμο, που βασίζεται στην οθωμανική της κληρονομιά, ως έδρα του χαλιφάτου.
«Ομως, εάν αυτό σημαίνει ότι η Τουρκία θα βοηθήσει στην εδραίωση ενός σκληροπυρηνικού καθεστώτος, που εφαρμόζει τη Σαρία, δεν θα θέλει να βρεθεί σε αυτή τη θέση».
Ο Ερντογάν επιδιώκει επίσης να βελτιώσει τις σχέσεις του με το ΝΑΤΟ και τις ΗΠΑ και να σταματήσει τις προσφυγικές ροές.
Οσο για το Κατάρ, οι αρχές προσβλέπουν στη βελτίωση των σχέσεών τους με άλλες χώρες στον Κόλπο.
Στο παρελθόν, η Ντόχα είχε παίξει το ρόλο του διαμεσολαβητή σε πολλές έριδες στον Κόλπο. Αλλά το 2017, μετά την Αραβική Ανοιξη, οι γείτονές της την κατηγόρησαν ότι πήρε το μέρος των Ισλαμιστών και η Σαουδική Αραβία, τα ΗΑΕ, η Αίγυπτος και το Μπαχρέιν, διέκοψαν προσωρινά τις διπλωματικές τους σχέσεις, κατηγορώντας το Κατάρ ότι πλησίασε επικίνδυνα το Ιράν και ότι πυροδότησε την αστάθεια στη Μέση Ανατολή μέσω του Al Jazeera.