Φωτογραφικό ενσταντανέ ανάμεσα στη Ζωή Κωνσταντοπούλου και τον Νίκο Βούτση κατά την τελετή παράδοσης-παραλαβής στη Βουλή | InTime News
Επικαιρότητα

Αγρια κόντρα Ζωής – Βούτση

Η κυρία Κωνσταντοπούλου απάντησε με οξύ ύφος στις δηλώσεις του νυν Προέδρου της Βουλής – Δημοσιοποιεί ακόμη και ατάκα που φέρεται να λέει ο Αλέξης Τσίπρας περί «δικτατορίας ή κυβέρνησης εθνικού σκοπού»
Protagon Team

Ο Νίκος Βούτσης άνοιξε πυρ και η Ζωή Κωνσταντοπούλου ανταπάντησε. Κάποτε έτσι, από το πρωί της Κυριακής, ξεκίνησε ο πόλεμος των προέδρων της Βουλής: του νυν και της τέως. Ομως η κόντρα τους δεν είναι (μόνο) θεσμική, αλλά άκρως πολιτική και ιδεολογική.

Ο κ. Βούτσης, σε συνέντευξη που παραχώρησε στην Καθημερινή της Κυριακής, μίλησε με ιδιαιτέρως αιχμηρό τρόπο για την πολιτεία της Ζωής Κωνσταντοπούλου την περίοδο που ήταν πρόεδρος της Βουλής.

«Για δυόμισι μήνες γεμάτους η Ζωή έκανε τέρατα και σημεία, είχε απασφαλίσει που λένε… Συνεδριάσεις που κρατούσαν μέχρι το πρωί, bullying, απίστευτα πράγματα που δεν είναι και αυτά γνωστά. Εμείς κάνουμε εκλογές και η Κωνσταντοπούλου μόνη της κάνει Βουλή. Τότε που συγκαλούσε εικοσαμελείς επιτροπές με τρεις ανθρώπους και έκανε συνεντεύξεις Τύπου 5,5 ωρών», ανέφερε χαρακτηριστικά ο κ. Βούτσης προσθέτοντας ότι «δεν έχουμε δημοσιοποιήσει πολλά πράγματα για να μην φτύνει ο κόσμος την Αριστερά».

Φυσικά, η κ. Κωνσταντοπούλου δεν άφησε την επίθεση δίχως απάντηση. Αντιθέτως, με ένα μακροσκελέστατο κείμενο (περίπου 3.000 λέξεων) που ανάρτησε στην προσωπική της ιστοσελίδα επιτίθεται στον κ. Βούτση προσωπικά, αλλά φέρνει στη δημοσιότητα συγκεκριμένα περιστατικά, αμέσως μετά το δημοψήφισμα, που έχουν να κάνουν με τον Αλέξη Τσίπρα και διάφορους υπουργούς.

Συγκεκριμένα, εξαπολύει μύδρους κατά του διαδόχου της Νίκου Βούτση και τα όσα υποστήριξε, κάνοντας λόγο για «σεξιστικό παραλήρημα» για «ιταμό ύφος» και «ακατάσχετη λασπολογία».

Παράλληλα, διατυπώνει κατηγορίες τόσο κατά του ίδιου του Αλέξη Τσίπρα, όσο και άλλων στελεχών του ΣΥΡΙΖΑ, κάνοντας λόγο για «πλαστογράφους της ιστορίας», για «προμελετημένο έγκλημα σε βάρος του ελληνικού λαού». «Μας διαχειρίστηκε αριστοτεχνικά και εκμεταλλεύθηκε την εμπιστοσύνη μας» λέει για τον Πρωθυπουργό, χαρακτηριστικά.

Η Ζωή Κωνσταντοπούλου μάλιστα, υποστηρίζει ότι υπήρξε ένας διάλογος μεταξύ της ίδιας και του Πρωθυπουργού στις 9 Ιουλίου 2015 αργά το απόγευμα προς βράδυ μετά το δημοψήφισμα. Σε εκείνον, ο κ. Τσίπρας φέρεται να είπε πως η κατάσταση μπορεί να ξεπεραστεί είτε με κυβέρνηση εθνικού σκοπού ή με δικτατορία.

Ολόκληρη η απάντηση της Ζωής Κωνσταντοπούλου στο Ν. Βούτση

Οι επίδοξοι πλαστογράφοι της ιστορίας δεν μιλούν για τα πραγματικά περιστατικά. Προσπαθούν να ξαναγράψουν την ιστορία γιατί γνωρίζουν την ευθύνη τους. Και προφασίζονται, όπως ο κ. Βούτσης, ότι «παρακαλούν να μην έχουν ενοχές μετά από ένα, δύο χρόνια», ενώ γνωρίζουν ότι συμπράττουν σε ένα προμελετημένο έγκλημα κατά του ελληνικού λαού. Γνωρίζουν την ενοχή τους, ανεξαρτήτως αν δεν έχουν ενοχές.

Διάβασα τη σημερινή συνέντευξη του νέου Προέδρου της Βουλής κ. Βούτση στην Καθημερινή. Αντιπαρέρχομαι το ιταμό ύφος, την παραληρηματική διατύπωση, τον έκδηλο σεξισμό, την προχειρολογία, την ακατάσχετη λασπολογία, το έλλειμμα εαυτού, και μπαίνω στην ουσία:

Ο κ. Βούτσης προσπαθεί να θεωρητικοποιήσει την πολιτική υποκρισία, την πολιτική διπροσωπία, την πολιτική απάτη, την προδοσία του λαού και των συντρόφων, την ένδεια επιχειρημάτων του ιδίου και των συνεργών του και το πλήρες αδιέξοδο στο οποίο οι ίδιοι έχουν οδηγήσει τα πράγματα, με το εφεύρημα ότι υπάρχει δήθεν ένα «καθήκον σιωπής» εκείνων που έχουν υπηρετήσει σε θέσεις ευθύνης σε κρίσιμες ιστορικές στιγμές. «Οφείλουμε να μην μιλάμε», λέει, και νομίζει ότι έτσι εύκολα ξεμπερδεύει με το καθήκον αληθείας, διαφάνειας, λογοδοσίας που η δημοκρατική κοινωνία διεκδικεί να υπηρετείται από τους εκπροσώπους της.

Ως άνθρωπος που πιστεύει βαθιά στην δημοκρατία, στην ισότητα και στη δικαιοσύνη, υποστηρίζω το εντελώς αντίθετο από τον ισχυρισμό Βούτση, που άτσαλα προσπαθεί να κρυφτεί πίσω από το ποδοπατημένο από τον ίδιο και τους λοιπούς παραχαράκτες της ιστορίας φύλλο συκής: οφείλουμε να μιλάμε και να λέμε την αλήθεια. Όχι μετά από δεκαετίες, ως μετά Χριστόν προφήτες. Αλλά την ώρα που γράφεται η Ιστορία. Αυτό το καθήκον αληθείας υπηρέτησα, υπηρετώ και θα υπηρετήσω, από κάθε θέση και με οποιοδήποτε κόστος. Γιατί η πολιτική έχει αξία και σημασία εάν παραμένεις αληθινός. Και χάνει την αξία της όταν μετατρέπεσαι σε κάλπικη δεκάρα (ή κάλπικο ευρώ), που σε παίζουν στα δάκτυλα οι εκπρόσωποι των πάσης φύσεως συμφερόντων.

Σε σχέση με την περίοδο Ιανουαρίου 2015- Σεπτεμβρίου 2015, οι Βούτσης, Τσίπρας και λοιποί προσπαθούν με νύχια και με δόντια να ξαναγράψουν την ιστορία. Το προσπαθούν απαξιώνοντας συστηματικά τους συντρόφους τους απέναντι στους οποίους στάθηκαν λίγοι. Το προσπαθούν και διοχετεύοντας δηλητηριώδη παραπολιτικά σχόλια ή υπαινιγμούς, προκειμένου έτσι να εξευτελίσουν και να εξουδετερώσουν όλους κι όλες εμάς που με τη στάση και τις επιλογές μας αποδείξαμε ότι υπήρχε, όχι μία, αλλά πολλές εναλλακτικές. Και ότι, αντίθετα, ο δρόμος της αχαλίνωτης παράδοσης στην εξουσία και της άνευ όρων υποταγής, που ακολούθησε ο Α. Τσίπρας και το επιτελείο του, παλιό ή όψιμο, φανερό ή άδηλο, δεν ήταν ούτε αποτέλεσε ποτέ εναλλακτική, αφού οδηγεί μαθηματικά στην καταστροφή της κοινωνίας: αυτό αποδεικνύεται περίτρανα σήμερα, που ξεδιπλώνονται όσα εκτρωματικά ψηφίσθηκαν το καλοκαίρι του 2015, όσα δηλαδή αρνηθήκαμε εμείς να νομιμοποιήσουμε και προσπαθήσαμε να αποτρέψουμε.

Πάει πολύ εκείνοι που πρόδωσαν και ποδοπάτησαν την Αριστερά και τους αγώνες αυτού του λαού, για να διατηρηθούν στην εξουσία και να συντηρηθούν ή να αναβαθμισθούν σε θέσεις και οφίκια, να εμφανίζονται ως τιμητές έναντι εκείνων που υπήρξαν συνεπείς και προσπάθησαν με κάθε ρανίδα της ύπαρξής τους να υπηρετήσουν την κοινωνία και τη δημοκρατία.

Πάει πολύ ο κ. Βούτσης να πιάνει στο στόμα του τον Μανώλη Γλέζο, για να «εξομολογηθεί» ότι «δεν τα γνώριζαν οι απέξω, τα κρατάγαμε μέσα μας». Η άνοδος του ΣΥΡΙΖΑ δεν οφείλεται στον κ. Βούτση, αλλά στο ότι πρόσωπα-σύμβολα, όπως ο Γλέζος, κάλεσαν το λαό να συμπράξει σε μια προσπάθεια απελευθέρωσης και ανατροπής και ότι σε αυτήν την προσπάθεια συνέπραξαν και συμπράξαμε αμέτρητοι που γνήσια πιστέψαμε στην ειλικρίνεια του εγχειρήματος και θελήσαμε να δώσουμε τον εαυτό μας για την επιτυχία του.
«Στην αρχή η Ζωή συμφωνούσε, τυπικά έστω, με την Κυβερνητική γραμμή. Μετά το δημοψήφισμα και μέχρι τις εκλογές ήταν το δραματικό διάστημα. Δηλαδή για 2,5 γεμάτους μήνες η Ζωή έκανε τέρατα και σημεία.»

Α. «Στην αρχή η Ζωή συμφωνούσε, τυπικά έστω, με την Κυβερνητική γραμμή»

Για όλες αυτές τις επιλογές μου, επικαλούμαι τις δημόσιες τοποθετήσεις μου, αλλά και τις πράξεις μου, οι οποίες είχαν πάντοτε πολιτική αιτιολόγηση. Ουδέποτε έκρυψα τις απόψεις μου, ουδέποτε συμπεριφέρθηκα διπρόσωπα και υποκριτικά (ή, όπως προσπαθεί να με εμφανίσει ο Ν. Βούτσης να «συμφωνώ τυπικά και εν συνεχεία να επιδίδομαι σε τέρατα και σημεία») και μπορώ ανά πάσα στιγμή να αιτιολογήσω κάθε μου επιλογή, ακριβώς γιατί οι επιλογές μου δεν υπαγορεύονταν από κανένα άλλο κίνητρο παρά μόνο το δημόσιο και κοινωνικό συμφέρον και την υπηρέτηση της λαϊκής εντολής, όπως μου υπαγόρευε η συνείδησή μου και όπως επιβάλλεται από το Σύνταγμα.

Γιατί, για κάποιους από εμάς δεν υπήρχαν «δύο διαστήματα, ένα που δεν ήμασταν στην εξουσία κι ένα που ήμασταν στην εξουσία και κάναμε τα αντίθετα από αυτά που λέγαμε προηγουμένως», σύμφωνα με την αντίληψη Βούτση, αλλά ένας ενιαίος αγώνας, από κάθε μετερίζι, από τη θέση της Αντιπολίτευσης όπως από τη θέση της διακυβέρνησης ή της Προεδρίας της Βουλής, ένας αγώνας για την αποκατάσταση της δημοκρατίας στον τόπο μας, την αποτίναξη του μνημονιακού ζυγού, την οικοδόμηση κοινωνικής δικαιοσύνης και την λογοδοσία των υπευθύνων για την καταστροφή της χώρας.

Β. «Μετά το δημοψήφισμα και μέχρι τις εκλογές ήταν το δραματικό διάστημα. Δηλαδή για 2,5 γεμάτους μήνες η Ζωή έκανε τέρατα και σημεία. Συνεδριάσεις που κρατούσαν μέχρι το πρωί, μπούλινγκ, απίστευτα πράγματα που δεν είναι κι αυτά γνωστά…», επικαλείται ο τότε Υπουργός Εσωτερικών και νυν Πρόεδρος της Βουλής, που δεν παραλείπει να με περιγράφει κατ’ επανάληψη ως «τη γυναίκα που είχε απασφαλίσει», σε αντιδιαστολή με τους ώριμους και έμπειρους άνδρες, του Old Boys’ School, τον Παυλόπουλο, τον ίδιο το Βούτση, αλλά και τον Τσίπρα, που «είναι νεότερος από εμάς, αλλά έχει πλέον ψηθεί. Δεν είναι τυχαίο ότι κάναμε και οι τρεις το ίδιο. Η γυναίκα είχε απασφαλίσει…».

Ας μιλήσουμε με παραδείγματα

Ο κ. Βούτσης επιλέγει να μη μιλήσει για τα πραγματικά περιστατικά, γιατί αυτά αποκαλύπτουν τον ρόλο και τον δόλο του καθενός και αποδεικνύουν ποιος έκανε πράγματι bullying, ποιοι είχαν απασφαλίσει, ποιοι βρίσκονταν σε συνεννοημένη υπηρεσία εναντίον της υπηρέτησης της λαϊκής εντολής.

Ζήτησα τότε από τον Α. Τσίπρα να μιλήσουμε οι δυο μας, κάτι που ο ίδιος δεν ήθελε, αλλά στο οποίο οι Βούτσης-Φλαμπουράρης συγκατένευσαν και αποχώρησαν. Εις μάτην προσπάθησα να τον αποτρέψω από το να φέρει το προσχέδιο συμφωνίας, που αποτέλεσε και ταφόπλακα, την επόμενη ημέρα. Εις μάτην προσπάθησα να του εμφυσήσω αυτοπεποίθηση και δημοκρατικό φρόνημα, την ώρα που ο ίδιος μου ανέλυε ότι «δεν πιστεύει ότι θα υπάρξει συμφωνία, αλλά θέλει, με την εξουσιοδότηση, να εξαντλήσει τη δυνατότητα να δείξει καλή θέληση, ώστε να είναι σαφές ότι φταίνε οι δανειστές που δεν υπήρξε συμφωνία». Θεωρούσα ότι είχα μπροστά μου έναν άνθρωπο καταβεβλημένο και πανικόβλητο, ενώ η πραγματικότητα απέδειξε ότι ο Τσίπρας προσπαθούσε με έμμεσους τρόπους να προετοιμάσει το έδαφος για αυτό που είχε προσυμφωνήσει και, ταυτόχρονα, να δικαιολογηθεί ενώπιόν μας με πειστικές αφηγήσεις.

Μου ζήτησε να συγκληθούν οι Επιτροπές της Βουλής την ίδια ώρα που θα συνεδρίαζε η Κοινοβουλευτική Ομάδα. Το αρνήθηκα και του δήλωσα ότι οφείλει να αφήσει την Κοινοβουλευτική Ομάδα να αποφασίσει ποια στάση θα τηρήσει και οι Επιτροπές προγραμματίσθηκαν μετά το πέρας της Κοινοβουλευτικής Ομάδας. Του ζήτησα επίσης να φροντίσει να υπάρχει το κείμενο στα Ελληνικά, διότι δεν θα μπορούσε να εισαχθεί αμετάφραστο στις Επιτροπές.

Όταν τελείωσε η συνεδρίαση των Επιτροπών, το βράδυ της 10ης Ιουλίου 2015, βρισκόμουν στο γραφείο μου, αναμένοντας να συνταχθεί και δημοσιευθεί η έκθεση των Επιτροπών, προκειμένου να συγκαλέσω τη Διάσκεψη των Προέδρων, ώστε να ορισθεί η Ολομέλεια. Είχα ενημερώσει τις Υπηρεσίες της Βουλής ότι θα συγκαλείτο κανονικά η Διάσκεψη και δεν θα παρακάμπτονταν, όπως έκαναν οι προκάτοχοί μου στα κατεπείγοντα- την ίδια διαδικασία είχα εξάλλου εφαρμόσει απαρεγκλίτως επί θητείας μου.

Την ώρα που έβγαιναν από το γραφείο οι συνεργάτες μου, εφόρμησαν μέσα στο γραφείο ο Ν. Βούτσης, τότε Υπουργός Εσωτερικών, ο Ν. Φίλης, τότε Κοινοβουλευτικός εκπρόσωπος, ο Χ. Μαντάς, τότε Γραμματέας της Κοινοβουλευτικής Ομάδας, ο Δ. Τζανακόπουλος, τότε και τώρα Διευθυντής Γραφείου Πρωθυπουργού και ο Γ. Μπαλάφας, τότε Β’ Αντιπρόεδρος της Βουλής.

Βούτσης και Φίλης ωρύονταν: «τι νομίζεις ότι κάνεις; Κάνεις πραξικόπημα»! φώναζε ο Ν. Βούτσης. «Θα σε τελειώσουμε, το κατάλαβες; Στο ξανάπα και θα γίνει», φώναζε ο Ν. Φίλης, χτυπώντας και οι δύο τα χέρια τους στο γραφείο μου. Είπα στον Ν. Βούτση να προσέχει πώς μου μιλάει και να μην μου ξανα-απευθύνει τη λέξη «πραξικόπημα», να αντιλαμβάνεται πού απευθύνεται και να συμπεριφέρεται αναλόγως. Ζήτησε συγγνώμη, είπε ότι παίρνει πίσω την λέξη «πραξικόπημα» και ότι μπορεί να διαφωνούμε πολιτικά. Ζήτησα από το Ν. Φίλη να περάσει έξω από το γραφείο μου (ήταν η δεύτερη φορά που με απειλούσε ότι «θα με τελειώσουν»), πράγμα που δεν έκανε και συνέχισε να απειλεί, να χτυπάει τα χέρια του στο γραφείο μου και να φωνάζει ότι θα με τελειώσουν και θα φύγω εγώ από το γραφείο αυτό. Ο Χ. Μαντάς ψέλλιζε «Όχι έτσι, Νίκο», ενώ Γ. Μπαλάφας και Δ. Τζανακόπουλος παρέμεναν σιωπηλοί.

Τους ρώτησα τι ακριβώς είναι αυτό που συμβαίνει και ο Ν. Βούτσης μου απάντησε «Διάβημα της Κυβέρνησης στην Πρόεδρο της Βουλής». Του απάντησα ότι αυτή δεν ήταν κυβερνητική σύνθεση ούτε θεσμική συμπεριφορά και τον ρώτησα ποιο ήταν το αντικείμενο του διαβήματος. Μου απάντησε «η επιθυμία του Πρωθυπουργού να ολοκληρωθεί γρήγορα η διαδικασία». Τους είπα ότι με τον Πρωθυπουργό μιλάω απ’ ευθείας και ρώτησα τον Δ. Τζανακόπουλο εάν ήταν εν γνώσει του Πρωθυπουργού αυτή η εφόρμηση. Απέφυγε να μου απαντήσει. Εγώ τότε συμπέρανα ότι ο Τσίπρας δεν γνώριζε. Και προφανώς έκανα λάθος.

Σε όλους είπα ότι θα ακολουθηθεί η προβλεπόμενη κοινοβουλευτική διαδικασία, με σύγκληση της Διάσκεψης των Προέδρων και τους γνωστοποίησα ότι πρόθεση και πρότασή μου προς τη Διάσκεψη θα ήταν να μην συντμηθεί περαιτέρω η διαδικασία γιατί ήδη περνούσαμε σε αντικοινοβουλευτική λειτουργία. Μη έχοντας ουσιαστικό αντίλογο, αποχώρησαν.

Δεν ψήφισα την εξουσιοδότηση, όπως είχα άλλωστε ενημερώσει και τον Τσίπρα και την Κοινοβουλευτική Ομάδα. Έκανα ό,τι περνούσε απ’ το χέρι μου για να μην υπάρξει αυτή η άθλια συνθηκολόγηση. Έκανα ό,τι περνούσε από το χέρι μου για να αποτραπεί αυτή η συμφωνία- λαιμητόμος. Το έκανα λειτουργώντας δημόσια, ανοιχτά και θεσμικά. Δεν είχα ούτε δεύτερη ατζέντα, ούτε άλλες στοχεύσεις ούτε άλλες συνεννοήσεις, ούτε υπόγειες διαδρομές. Συναντήθηκα με τον Τσίπρα στις 23 Ιουλίου, ενώ ζητούσα να τον δω από τις 15 Ιουλίου. Μετά το πέρας της συνάντησής μας, όταν τον ρώτησα πώς θέλει να τοποθετηθούμε δημόσια, μου είπε: «Αυτοί θέλουν αίμα, το ζήτημα είναι να μην τους το δώσουμε». Βγαίνοντας απ’ το Μαξίμου, δήλωσα ότι «ο Πρωθυπουργός και εγώ είμαστε εγγυητές της συνοχής του ΣΥΡΙΖΑ». Την ίδια ώρα, απ’ το γραφείο Τσίπρα στο Μαξίμου έφευγε προς όλα τα ΜΜΕ non paper που μιλούσε για «θεσμική δυσαρμονία».

Έδωσα τη μάχη για την δημοκρατία και τη λαϊκή κυριαρχία δεχόμενη διαρκή πόλεμο, υπονόμευση, επιθέσεις που έφθασαν μέχρι τις φοβερές δηλώσεις Φλαμπουράρη περί «Φρόυντ και Μάρξ», την ίδια ημέρα που περνούσε το 3ο Μνημόνιο και ο «Αυγ-ιανιστής» Κουρής καλούσε με πρωτοσέλιδους πηχυαίους τίτλους τους γονείς μου «να με πάνε στον ψυχίατρο» και τον σύζυγό μου «να με μαζέψει». Στην δημόσια συνεδρίαση της Βουλής εγκάλεσα την Κυβέρνηση για αυτήν την στοχοποίηση και ο Ν. Βούτσης σήμερα με επιβεβαιώνει με τον πιο ευανάγνωστο τρόπο.

Και έτσι, υπενθυμίζει με τον καλύτερο τρόπο, πώς έπαιξαν με τους θεσμούς και με την εκλογική διαδικασία οι σημερινοί κυβερνώντες, ως αδίστακτοι πολιτικοί τυχοδιώκτες. Μεθόδευαν εκλογές την ίδια ώρα που κορόιδευαν την κεντρική επιτροπή του ΣΥΡΙΖΑ ότι θα γίνει συνέδριο και δεν θα υπάρξουν εκλογές. Συμφωνούσαν με Παυλόπουλο και δανειστές για αντισυνταγματική σύντμηση των χρόνων και κρύβονταν από την Πρόεδρο της Βουλής, αφού την παραίτηση της Κυβέρνησης την πληροφορήθηκα από τα ΜΜΕ. Θέλησαν να αποκλείσουν την οποιαδήποτε δημόσια συνεδρίαση της Βουλής μετά τις 20 Αυγούστου και για αυτό μεθόδευσαν, σε συνεργασία με ΟΛΑ ανεξαιρέτως τα Κόμματα, και τη Χρυσή Αυγή, την έλλειψη απαρτίας σε Επιτροπές και Ολομέλεια, ώστε να μην συζητηθεί το πόρισμα της Επιτροπής Αλήθειας Δημοσίου Χρέους και η υπόθεση των Γερμανικών Οφειλών, όπως είχε αποφασισθεί από τον Ιούνιο. Κάποιοι κάναμε το καθήκον μας και κάποιοι υπηρετούσαν συμφέροντα, δικά τους και αλλότρια.

Τα παραπάνω αποτελούν μία απλή υπενθύμιση ορισμένων ενδεικτικών γεγονότων. Φυσικά, θα υπάρξει και συνολική καταγραφή και αποτύπωση, όπως μου επιβάλλει η ευθύνη μου. Ο λόγος, όμως, που ο κ. Βούτσης δεν μιλά για αυτά, δεν είναι, βέβαια, για να μην «φτύνει ο κόσμος την Αριστερά», αλλά για να μην φτύνει τους ίδιους ο κόσμος.

Χαίρομαι που μέσα από αυτή τη συνέντευξη, ο κ. Βούτσης εκθέτει στο πανελλήνιο το πραγματικό του πρόσωπο, την μοχθηρία και την υποκρισία με την οποία συμπεριφέρθηκε, αντιμετωπίζοντας συντρόφους του ως αντιπάλους και όχι ως συνοδοιπόρους. Μπορεί ο καθένας να φανταστεί πώς λειτούργησε αυτός ο άνθρωπος ως Γραμματέας της Κοινοβουλευτικής Ομάδας, όσο ο ΣΥΡΙΖΑ ήταν στην Αξιωματική Αντιπολίτευση. Μπορεί ο καθένας και η κάθε μια να αντιληφθεί γιατί ο κ. Βούτσης είναι ο κατάλληλος για να ξαναφτιάξει «τη Βουλή που ξέρανε», κατά την ρήση Παυλόπουλου.

«Αρχή άνδρα δείκνυσι. Δεν ξέραμε τι σημαίνει», λέει ο κ. Βούτσης. Προφανώς. Και εξακολουθείτε να μην αντιλαμβάνεσθε με ποιον τρόπο η εξουσία αποκάλυψε κι αποκαλύπτει το πραγματικό σας πρόσωπο.