Ζήτημα πολιτικών ευθυνών εγείρουν τα γερμανικά ΜΜΕ για την υπόθεση των κλεμμένων αντικαρκινικών φαρμάκων από την Ελλάδα που κυκλοφόρησαν στην αγορά της Γερμανίας. Όπως χαρακτηριστικά αναφέρεται στα σχετικά δημοσιεύματα, αναποτελεσματικά αντικαρκινικά φάρμακα για χημειοθεραπεία ενδέχεται να κατέληξαν σε ασθενείς, για τους οποίους η θεραπεία αποτελεί ίσως την τελευταία σωτηρία.
Δεδομένου ότι μιλάμε πλέον για ένα ζήτημα ζωής και θανάτου, σημειώνουν οι γερμανοί σχολιαστές, θα πρέπει να αναζητηθούν πολιτικές ευθύνες, διότι το κράτος δεν ήταν σε θέση να προστατέψει τους πολίτες του.
Συγκεκριμένα, όπως μεταδίδει η Deutsche Welle, σε άρθρο που φιλοξενείται στην ιστοσελίδα της Tagesschau (δελτίο ειδήσεων του πρώτου προγράμματος της γερμανικής δημόσιας τηλεόρασης ARD) επισημαίνεται ότι ύποπτα αντικαρκινικά φάρμακα κατέληξαν προφανώς στην αγορά φαρμάκων στη Γερμανία. Διευκρινίζεται μάλιστα ότι η φαρμακευτική εταιρεία Lunapharm από το Βρανδεμβούργο φέρεται να διακινούσε επί χρόνια κλεμμένα φάρμακα αξίας εκατομμυρίων.
Αυτό προκύπτει από μια λίστα του υπουργείου Υγείας του κρατιδίου του Βρανδεμβούργου στην οποία έχει πρόσβαση το ραδιοτηλεοπτικό δίκτυο rbb. Σύμφωνα με αυτήν, από το 2015 μέχρι το 2017 η εταιρεία Lunapharm πούλησε σκευάσματα σε φαρμακεία και εμπόρους φαρμάκων στη Βόρεια Ρηνανία Βεστφαλία, τη Βαυαρία, το Αμβούργο, τη Ρηνανία Παλατινάτο, τη Βάδη Βυρτεμβέργη, το Βερολίνο, τη Σαξονία και τη Σαξονία-Άνχαλτ. Η ίδια εταιρεία φέρεται να προμηθευόταν τα φάρμακα από ένα ελληνικό φαρμακείο, το οποίο δεν είχε άδεια για εμπόριο χονδρικής στη Γερμανία. (…)
Οι συλλήψεις στην Ελλάδα
Το κουβάρι της υπόθεσης άρχισε να ξετυλίγεται μετά τις πρώτες συλλήψεις μελών της λεγόμενης «μαφίας των αντικαρκινικών» στην Ελλάδα που θησαύριζαν από την παράνομη διακίνηση ογκολογικών φαρμάκων παίζοντας με τις ζωές εκατοντάδων καρκινοπαθών.
Η εγκληματική οργάνωση δρούσε από τον Απρίλιο του 2013. Προμηθευόταν παράνομα, μέσω υπεξαιρέσεων, ψευδών ιατρικών πιστοποιήσεων και απατών, φαρμακευτικά σκευάσματα υψηλού κόστους, κυρίως νοσοκομειακής χρήσης, τα οποία στην συνέχεια διακινούσε σε φαρμακαποθήκες της Γερμανίας, της Ελβετίας και της Ιταλίας, με υπερδιπλάσια τιμή, συγκριτικά με το κόστος αγοράς τους.
Αρχηγός της οργάνωσης ήταν 70χρονος Αιγύπτιος, που κατοικούσε στη Γερμανία και συνεργαζόταν με διαχειρίστρια φαρμακείου. Μέσω του φαρμακείου πραγματοποιούνταν οι παράνομες εξαγωγές φαρμάκων, καθώς και η έκδοση των σχετικών εικονικών τιμολογίων.
Για τους ασθενείς δεν υπάρχει λόγος ανησυχίας, ανακοίνωσε το υπουργείο Υγείας προσθέτοντας ότι τα δείγματα που εξετάστηκαν πληρούσαν τις προϋποθέσεις αναφορικά με την ποιότητα και το περιεχόμενο της δραστικής ουσίας.
Αντίθετα, και σύμφωνα με πληροφορίες του rbb, oι ελληνικές αρχές ανησυχούν ότι τα φάρμακα ενδέχεται να μην είναι αποτελεσματικά γιατί δεν τηρήθηκαν οι προδιαγραφές ψύξης και αποθήκευσης».
- Διαβάστε περισσότερα για το θέμα: Αυτοί εκμεταλλεύονταν το δράμα εκατοντάδων καρκινοπαθών
Σημειώνοντας ότι το σκάνδαλο δεν αφορά μόνον το Βρανδεμβούργο, αλλά ολόκληρη τη Γερμανία, η εφημερίδα Tagesspiegel σχολιάζει ότι θα πρέπει να υπάρξουν πολιτικές συνέπειες διότι το κράτος δεν προστάτεψε τους πολίτες του: «Δεν επιτρέπεται να συμβαίνει αυτό. Γιατί είναι ζήτημα ζωής και θανάτου. Στο Βρανδεμβούργο η περιφερειακή υπηρεσία Υγείας απέτυχε σε μια από τις βασικές της αρμοδιότητες, τον έλεγχο φαρμάκων. Διότι πιθανότατα πουλήθηκαν αναποτελεσματικά αντικαρκινικά φάρμακα για χημειοθεραπεία και δόθηκαν σε ασθενείς, για τους οποίους η θεραπεία ενδέχεται να είναι η τελευταία σωτηρία».
Και μπορεί να μην υπάρχει αμφιβολία ότι το υπουργείο Υγείας δεν φέρει καμία απολύτως ευθύνη για εγκληματικά κυκλώματα, φέρει όμως ευθύνη όταν δεν αντιδρά, όταν και παρά τις ενδείξεις για μακρόχρονες παράνομες δραστηριότητες δεν υπάρχουν συνέπειες, τονίζεται χαρακτηριστικά .
Την άνοιξη του 2017 οι ελληνικές αρχές ενημέρωσαν ότι από το 2013 έγιναν εκτεταμένες κλοπές αντικαρκινικών φαρμάκων από νοσοκομεία τα οποία ούτε αποθηκεύτηκαν, αλλά ούτε και μεταφέρθηκαν βάσει των προδιαγραφών. Στη συνέχεια πουλήθηκαν στη Γερμανία από φαρμακευτική εταιρεία με έδρα το Βρανδεμβούργο, έναντι πολλών εκατομμυρίων. Η εισαγγελία και η υπηρεσία δίωξης του εγκλήματος ειδοποίησαν επίσης το υπουργείο Υγείας, αλλά αυτό δεν έκανε σχεδόν τίποτα και η εταιρεία συνέχισε ανενόχλητη τη δραστηριότητά της.
«Η απώλεια εμπιστοσύνης δεν θα μπορούσε να είναι μεγαλύτερη. Εμπιστοσύνης στο κράτος και στην προστασία που οφείλει να προσφέρει», υπογραμμίζεται στο σχετικό δημοσίευμα που βάζει στο κάδρο των ευθυνών την ίδια την υπουργό Υγείας Νταιάνα Γκόλτσε.
«Και η υπουργός Γκόλτσε; Διευθύνει έναν τομέα στον οποίο κάτι πήγε στραβά και αυτό είχε βαριές συνέπειες. Η αρμόδια διοικητική αρχή δεν είχε αντιληφθεί τίποτα. Όλα αυτά συνιστούν πολιτικό αλλά και ανθρώπινο λάθος της Γκόλτσε. Γιατί κάτι ήρθε αργά: μια ξεκάθαρη συγγνώμη προς τις ανασφαλείς οικογένειες, με κάθε τρόπο και με όλη τη συμπόνια. Η Ντιάνα Γκόλτσε θα έπρεπε να αναλάβει την ευθύνη γι’ αυτό», καταλήγει ο συντάκτης του άρθρου.