Ο Σον Πεν το παραδέχτηκε…Είναι ο συγγραφέας του βιβλίου «Bob Honey Who Just Do Stuff», μια πρώτη εκδοχή του οποίου κυκλοφόρησε σε audiobook το 2016. Ο βραβευμένος με δύο Όσκαρ ηθοποιός και σκηνοθέτης είχε δηλώσει τότε ότι συγγραφέας ήταν κάποιος Πάπι Παράια ένας «κοινωνιοπαθής», τον οποίο είχε γνωρίσει το 1979 σε ένα μπαρ.
Και αφού ο Πεν έκανε ακουστικά γνωστή την ιστορία του Μπομπ Χάνι στο ευρύ κοινό, αποκάλυψε ότι ο Πάπι Παράια δεν ήταν παρά το ψευδώνυμο που είχε χρησιμοποιήσει για την προώθηση του audiobook. Τώρα θα κυκλοφορήσει σε βιβλίο από τον εκδοτικό οίκο «Simon and Schuster» με το όνομα του ηθοποιού να φιγουράρει στο εξώφυλλο. Πρόκειται για μια εμπλουτισμένη εκδοχή της αρχικής ιστορίας που παντρεύει την ωμή πραγματικότητα με τον σουρεαλισμό κάνοντας αναφορές στον Ντόναλντ Τραμπ αλλά και στο κίνημα #metoo.
Πρόκειται για ένα μυθιστόρημα καυστικό, σκοτεινό και ταυτόχρονα αστείο, με κεντρικό ήρωα τον Μπομπ Χάνι, έναν σύγχρονο αμερικανό επιχειρηματία και …δολοφόνο μερικής απασχόλησης. Ο Χάνι δυσκολεύεται να συνδεθεί με άλλους ανθρώπους, ειδικά από το διαζύγιό του και μετά. Τον κουράζει να εμπορεύεται συνεχώς τον εαυτό του, τον αρρωσταίνει αυτός ο κόσμος όπου ακόμη και ένας οργασμός δεν είναι πραγματικός μέχρι να μετατραπεί σε tweet.
Εκπρόσωπος της παλιομοδίτικης αμερικανικής επιχειρηματικότητας, ο Μπομπ Χάνι πουλάει σηπτικές δεξαμενές στους Μάρτυρες του Ιεχωβά και διοργανώνει επιδείξεις πυροτεχνημάτων για ξένους δικτάτορες. Εκτελεί επίσης συμβόλαια θανάτου για ένα μυστικό πρόγραμμα (στοχεύει τους ηλικιωμένους, τους άρρωστους και άλλους οι οποίοι αποστραγγίζουν τους πόρους αυτής της καταναλωτικής κοινωνίας) που έχει σχεδιάσει και διαχειρίζεται μια υποδιεύθυνση της αμερικανικής υπηρεσίας πληροφοριών.
Όταν ένας ντροπαλός δημοσιογράφος αρχίζει τις ερωτήσεις, ο Μπομπ δεν μπορεί να αποφασίσει αν είναι μια ευκαιρία για μια νέα φιλία ή η αρχή του τέλους του. Με την προδοσία στα χείλη του καθενός, την τρομοκρατία σε όλα τα βλέμματα και την αμερικανική πολιτική ζωή να βυθίζεται ολοένα και πιο χαμηλά, ο Μπομπ αποφασίζει ότι ήρθε η ώρα να κάνει μια αλλαγή, αν βέβαια δεν τον σκοτώσουν οι μυστηριώδεις ελεγκτές του ή δεν εκτεθεί στα αρπακτικά μέσα μαζικής ενημέρωσης.
Σε μια σκηνή που έχει προστεθεί στο καινούργιο κείμενο, ο Χάνι γράφει μια επιστολή στον πρόεδρο των ΗΠΑ, ο οποίος ονομάζεται κ. Λαντλορντ. «Πολλοί υπέροχοι Αμερικανοί σας εξέλεξαν με πόνο και οργή. Πολλοί Ρώσοι, επίσης. Η θέση σας είναι ένας αστερίσκος αποδεκτός στην κυριολεξία όσο και τα “εναλλακτικά γεγονότα” σας. Αν και το γραφείο θα παραμείνει πραγματικό, εσείς ποτέ δεν ήσαστε και δεν θα είστε. Ένα εκατομμύριο γυναίκες περιφρόνησαν το πέος σας διαδηλώνοντας στους δρόμους της Ουάσινγκτον και σε όλο τον κόσμο την ημέρα της ασήμαντης ορκωμοσίας σας … Δεν είστε απλά ένας πρόεδρος της πειθαρχίας, είστε άνθρωπος που χρειάζεται παρέμβαση. Κι εμείς δεν είμαστε απλά άνθρωποι που χρειάζονται παρέμβαση, είμαστε έθνος που έχει ανάγκη από δολοφόνο … Τουιτάρισέ μου, σκύλα, αν τολμάς».
Ο Σον Πεν ασκεί συστηματικά αυστηρή κριτική στον Ντόναλντ Τραμπ. Μάλιστα σε ένα άρθρο γνώμης που δημοσιεύτηκε τον Ιανουάριο στο περιοδικό Time ο ηθοποιός και ιδρυτής της μη κερδοσκοπικής οργάνωσης «J/P Haitian Relief Organization», αποκαλεί τον αμερικανό πρόεδρο «εχθρό της ανθρωπότητας».
Το γράμμα στον πρόεδρο, όμως, γράφει ο Guardian, δεν είναι ο μοναδικός υπαινιγμός για τη σύγχρονη πολιτική. Στο μυθιστόρημα περιγράφεται μια πορεία ξανθών της Άριας φυλής με σύνθημα «yellow lives matter» (κατά το «black lives matter») κατά τη διάρκεια μιας φανταστικής Συνέλευσης των Ρεπουμπλικανών.
Ο Δημοκρατικός αντίπαλος του κ. Λάντλορντ στην προεκλογική εκστρατεία των ΗΠΑ αναφέρεται ως «η χειρότερη δυνατή επιλογή υποψηφίου για την εκπροσώπηση του κόμματος», ενώ γίνεται αναφορά και στη συνάντηση με έναν βαρόνο ναρκωτικών που μόλις είχε αποδράσει από τη φυλακή, παραπέμποντας ευθέως στη συνάντηση του Σον Πεν με τον διαβόητο Μεξικανό «Ελ Τσάπο».
Στο βιβλίο περιλαμβάνεται επίσης ένα ποίημα στο οποίο ο Χάνι αποκαλεί το κίνημα #MeToo «παιδαριώδη όρο της ημέρας». «Τι είναι αυτό; Μήπως μια σταυροφορία νηπίων; Υποβιβάζοντας τον βιασμό, τον εξευτελισμό των γυναικών και τα δικαιώματά τους σε ένα απερίσκεπτο παιδικό παιχνίδι; Μια πλατφόρμα για κατηγορίες χωρίς τιμωρία; Η νόμιμη οδός έχασε την λάμψη της;», γράφει.
Το μυθιστόρημα, το οποίο στο δελτίο Τύπου του εκδοτικού οίκου περιγράφεται ως «κεραυνός προκλητικών λέξεων και εντυπωσιακών εικόνων» βασίζεται στην «αληθινή» ιστορία του Μπομπ Χάνι που είχε κυκλοφορήσει σε ακουστικό βιβλίο. Όταν πρωτοπαρουσιάστηκε, ο Σον Πεν ισχυρίστηκε ότι είχε γνωρίσει τον Παράια το 1979 στη Φλόριντα, σε μια συνάντηση συγγραφέων και δεν αποκάλυψε ότι ήταν δικό του ψευδώνυμο παρά μόνο αφού πέρασαν αρκετοί μήνες και ήθελε πλέον να το εμπλουτίσει και να το εκδώσει ως βιβλίο .
«Μόλις τέλειωσα την σύντομη αφήγηση για τον Μπομπ Χάνι, άρχισα να νιώθω ότι απλά είχα ξύσει την επιφάνεια της ιστορίας που ήθελα να διηγηθώ», δήλωσε κατά την αναγγελία της κυκλοφορίας του βιβλίου. «Η επέκταση εκείνης της αρχικής ιδέας ώστε να γίνει ένα πλήρες μυθιστόρημα ήταν μια συναρπαστική πρόκληση».
Το μυθιστόρημα, στο μεταξύ, έχει ήδη επαινεθεί πριν από την έκδοσή του από την κωμικό Σάρα Σίλβερμαν αλλά και από τον Σάλμαν Ρούσντι, ο οποίος έγραψε: «Φαίνεται λάθος να πει κανείς ότι διασκεδάζει διαβάζοντας ένα τόσο δυστοπικό μυθιστόρημα, αλλά είναι αλήθεια. Υποψιάζομαι ότι ο Τόμας Πίντσον και ο Χάντερ Σ. Τόμσον θα αγαπούσαν αυτό το βιβλίο».