Με την υποψηφιότητα του Βόλφγκανγκ Σόιμπλε ως προέδρου της Bουλής άνοιξε μια μάχη για τη διαδοχή του στο υπουργείο Οικονομικών. Δεν είναι και λίγο να διαδέχεσαι τον άνθρωπο που υπήρξε «τσάρος» της μεγαλύτερης οικονομίας της Ευρώπης επί οκτώ χρόνια και υπέγραψε αυτό που λέμε «γερμανοποίηση» της Ευρώπης. Θα προέρχεται λοιπόν ο διάδοχος του Σόιμπλε από τους Φιλελευθέρους ως αντάλλαγμα για τη συνεργασία τους; Ή μήπως το νευραλγικό αυτό πόστο θα το κρατήσουν οι Χριστιανοδημοκράτες; Αυτό είναι το ερώτημα που θέτει η Deutsche Welle.
«Χαιρόμαστε που ο Βόλφγκανγκ Σόιμπλε αποδέχθηκε την υποψηφιότητα για πρόεδρος της γερμανικής Βουλής», δήλωσε την Τρίτη ο πρόεδρος της Κοινοβουλευτικής Ομάδας του CDU Φόλκερ Κάουντερ ξεκαθαρίζοντας και τις τελευταίες ασάφειες ως προς την υποψηφιότητα του νυν υπουργού Οικονομικών για το δεύτερο τη τάξει αξίωμα του γερμανικού κράτους.
Στην εκλογή προέδρου στις 24 Οκτωβρίου που θα πραγματοποιηθεί στην πρώτη συνεδρίαση της νέας Βουλής, ο Σόιμπλε μπορεί να υπολογίζει στην στήριξη τόσο της παράταξής του, όσο και των Σοσιαλδημοκρατών και των Φιλελευθέρων. Πράσινοι και Εναλλακτική για τη Γερμανία (AfD) κρατούν ακόμα κλειστά τα χαρτιά τους.
Με την υποψηφιότητα Σόιμπλε για τη θέση του προέδρου της Μπούντεσταγκ, η Ανγκελα Μέρκελ θέτει τα θεμέλια μιας κυβερνητικής συνεργασίας με τους Φιλελευθέρους, μιας και ανοίγει πλέον ο δρόμος για να αναλάβουν εκείνοι το νευραλγικό υπουργείο Οικονομικών. Παράλληλα, διασφαλίζει ότι στη νέα Βουλή αναλαμβάνει πρόεδρος ένας έμπειρος πολιτικός, ο οποίος είναι σε θέση να αντιμετωπίσει τους εθνικιστές του AfD.
«Εάν ο Σόιμπλε κρατήσει μελλοντικά προς το AfD την ίδια αμείλικτη στάση του και τον βίαιο κυνισμό με τους οποίους ώθησε τους Ελληνες συνεχώς σε κοινωνικές αγριότητες, θα είναι ένα κέρδος» έγραψε χαρακτηριστικά στο φύλλο της Τετάρτης η Tageszeitung του Βερολίνου.
Το μεγάλο ερώτημα που τίθεται τώρα είναι ποιος θα διαδεχθεί τον Σόιμπλε στο υπουργείο Οικονομικών. Προφανώς μια τόσο προβεβλημένη θέση θα την επιθυμούσε ο ίδιος ο Κρίστιαν Λίντνερ, ο ηγέτης του FDP. Μόνο που κανείς δεν ξέρει αν η Μέρκελ είναι διατεθειμένη να κάνει μια τόσο μεγάλη παραχώρηση και ενδεχομένως να μπλέξει περισσότερο με την Ελλάδα. «Αν ο πρόεδρος του FDP Κρίστιαν Λίντνερ καταφέρει να αποσπάσει το υπουργείο Οικονομικών ο ρόλος της Γερμανίας στις Βρυξέλλες μπορεί να γίνει πιο καταστροφικός. Βέβαια για τον Σόιμπλε το Grexit ήταν μια επιλογή, για τον Λίντνερ όμως είναι ρητή απαίτηση», έγραψε πάλι η Tageszeitung.
Ετσι πολλοί είναι αυτοί στο Βερολίνο που προεξοφλούν ότι θα υπάρξει μια πιο «τεχνοκρατική» επιλογή για τη θέση του Σόιμπλε, ο οποίος μπορεί να υπήρξε ένα μισητό πρόσωπο στη Νότια Ευρώπη ωστόσο κατά γενική ομολογία συνεργάστηκε καλά με τους περισσότερους ομολόγους του.
Οπως επισημαίνει η DW, στους πιθανούς υποψηφίους ανήκει ο φιλελεύθερος Βέρνερ Χόιερ, σήμερα πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Τράπεζας Επενδύσεων. Ο Χόιερ υπήρξε 25 χρόνια κοινοβουλευτικός _δεν εξελέγη το 2012 όταν το FDP δεν μπήκε στη Βουλή. Εδώ και μία πενταετία είναι πρόεδρος της ΕΤΕ.
Σε περίπτωση που το υπουργείο Οικονομικών παραμείνει σε χριστιανοδημοκρατικά χέρια δεν αποκλείεται να το αναλάβει ο σήμερα υφυπουργός Οικονομικών Γενς Σπαν, τον οποίο ο Σόιμπλε έχει χαρακτηρίσει «μεγάλη ελπίδα των Χριστιανοδημοκρατών». Ο 37χρονος υφ. Οικονομικών υπήρξε το νεότερο μέλος της Μπούντεσταγκ και είναι δηλωμένος γκέι. Ως εναλλακτική ακούγεται και το όνομα του Κλάους Ρέγκλινγκ, επικεφαλής του ESM και γνώστη του ελληνικού ζητήματος.
Στη Γερμανία, ο πρόεδρος του ομοσπονδιακού κοινοβουλίου εκλέγεται παραδοσιακά όταν συσταθεί σε σώμα η νέα βουλή, 30 ημέρες μετά τις γενικές εκλογές. Συνηθίζεται ο πρόεδρος του κοινοβουλίου να προέρχεται από την ισχυρότερη κοινοβουλευτική ομάδα. Σε περίπτωση που δεν είναι εφικτή η εκλογή προέδρου με απόλυτη πλειοψηφία στον πρώτο γύρο, τότε διεξάγεται και δεύτερος. Αν χρειαστεί και τρίτος τότε εκλέγεται αυτός που συγκεντρώνει τις περισσότερες ψήφους. Στην απίθανη περίπτωση ισοπαλίας το γερμανικό Σύνταγμα προβλέπει κλήρωση.
Στο προοίμιο των εξελίξεων, συντηρητικοί βουλευτές άσκησαν πιέσεις στον Σόιμπλε να αναλάβει πρόεδρος της νέας Μπούντεσταγκ, διότι επιθυμούσαν μια ισχυρή φωνή στις κοινοβουλευτικές συνεδριάσεις που θα μπορεί να αντιταχθεί στις κορώνες και τις προσπάθειες εντυπωσιασμού των λαϊκιστών της Εναλλακτικής για τη Γερμανία, η οποία αναδείχθηκε τρίτη δύναμη στο νέο κοινοβούλιο. Γερμανικά μέσα ενημέρωσης μετέδωσαν μάλιστα ότι ακόμα και η καγκελάριος προσπάθησε να πείσει προσωπικά τον Σόιμπλε να αναλάβει το σημαντικό αυτό αξίωμα.
Από το περιβάλλον του υπουργού Οικονομικών είχε ωστόσο διαρρεύσει ότι ο Σόιμπλε ήθελε να παραμείνει στο τιμόνι του νευραλγικού υπουργείου Οικονομικών, μιας και πρόκειται για το πλέον καθοριστικό υπουργείο, τόσο όσον αφορά την γερμανική εσωτερική πολιτική, όσο και την ευρωπαϊκή πολιτική. Φαίνεται ωστόσο ότι εν τέλει ο Σόιμπλε πείστηκε από το κόμμα του να μην είναι κά μέλος του επόμενου υπουργικού συμβουλίου. Αλλωστε είναι 75 ετών.