Την έναρξη της συζήτησης για την γ’ αξιολόγηση -πάνω που μόλις ανασάναμε και πήραμε τη δόση για τη β’ αξιολόγηση- άνοιξαν κυβερνητικοί κύκλοι μέσω ενός τηλεγραφήματος του ΑΠΕ-ΜΠΕ που δημοσιοποιήθηκε το πρωί του Σαββάτου.
Κατά την κυβερνητική γραμμή ενημέρωσης, η Αθήνα στοχεύει κατά την τρίτη αξιολόγηση στην υλοποίηση των 90 από τα 113 συνολικά προαπαιτούμενα που μένουν έως το τέλος του προγράμματος. Διαμηνύουν δε τα κυβερνητικά στελέχη ότι ο στόχος είναι εφικτός, παρά το γεγονός ότι, όπως αναφέρουν, στην επικείμενη αξιολόγηση υπάρχουν τα «αγκάθια» των κοινωνικών επιδομάτων και της υλοποίησης των ήδη ψηφισθέντων διατάξεων για το Δημόσιο (αξιολόγηση- κινητικότητα κ.λπ.). Αντίθετα, για το 2018 μετατίθεται ο φάκελος με τις ιδιωτικοποιήσεις.
Ως χρονοδιάγραμμα για την έναρξη της αξιολόγησης ορίστηκαν οι γερμανικές εκλογές τον Σεπτέμβριο και ως ορόσημο για την ολοκλήρωσή της το τέλος Δεκεμβρίου. Αυτό έχει εξαιρετικό ενδιαφέρον. Από την κυβέρνηση -την ίδια κυβέρνηση που έλεγε ότι η β’ αξιολόγηση θα κλείσει Δεκέμβριο 2016 και έκλεισε Ιούνιο- λένε ότι θα κλείσουν τη γ’ αξιολόγηση και θα καταρτίσουν και θα ψηφίσουν προϋπολογισμό μέσα σε τρεις μήνες και ενώ στη Γερμανία λογικά θα ψάχνουν πώς θα σχηματιστεί ο νέος κυβερνητικός συνασπισμός!
Κυβερνητικός παράγοντας παραδεχόταν τον αστάθμητο παράγοντα των γερμανικών εκλογών: «Δεν είμαι σίγουρος εάν πρέπει (η έναρξη της αξιολόγησης) να γίνει πριν ή μετά. Και πόσο καιρό θα πάρει να σχηματιστεί εκεί κυβέρνηση. Στην Ολλανδία, έξι μήνες και ακόμη δεν έχουν κυβέρνηση», δήλωσε χαρακτηριστικά.
Σύμφωνα με το ΑΠΕ-ΜΠΕ, η ελληνική διαπραγματευτική ομάδα και οι εκπρόσωποι των Θεσμών αναμένεται να έχουν μια πρώτη επαφή στο τέλος Αυγούστου ή στις αρχές Σεπτεμβρίου για τον καθορισμό του χρονοδιαγράμματος της νέας αξιολόγησης και την κατάρτιση του προσχεδίου του νέου προϋπολογισμού. Η επαφή αυτή θα πραγματοποιηθεί είτε μέσω τηλεδιάσκεψης είτε, το πιθανότερο, στις Βρυξέλλες, όπου, άλλωστε, στις 4 Σεπτεμβρίου συνεδριάζει το Euro Working Group.
Δύο ακόμη παράγοντες θα καθορίσουν, κατά τις ίδιες πηγές πάντα, την πορεία των πραγμάτων:
– Ο πρώτος είναι ο αγαπημένος του κυβερνητικού αφηγήματος, η στάση που θα κρατήσει το ΔΝΤ. Σύμφωνα με το ΑΠΕ-ΜΠΕ, στην κυβέρνηση πιστεύουν πως το ΔΝΤ δεν θα δώσει τώρα «μάχη» για το δημοσιονομικό κενό για το 2018. Ομως, υπάρχει η ανησυχία μήπως τον επόμενο Απρίλιο ή τον Μάιο ζητήσει την εφαρμογή κατά ένα έτος νωρίτερα της μείωσης του αφορολόγητου (το 2019 αντί του 2020) ή τη μη ενεργοποίηση των αντίμετρων. Προετοιμαστείτε δηλαδή για νέες «μάχες» και διαπραγματεύσεις.
– Ο δεύτερος είναι η καμπύλη των επιτοκίων. Κυβερνητικά στελέχη προεξοφλούν ότι η χώρα μας θα επιχειρήσει και άλλες «εξόδους» στις αγορές, τόσο για άντληση ρευστότητας, όσο και για βελτίωση της καμπύλης των επιτοκίων. Τα επιτόκια δανεισμού της χώρας θα αποτελέσουν έναν από τους βασικούς παράγοντες για το εάν η «επόμενη ημέρα» μετά το πρόγραμμα θα αποτελεί «καθαρή έξοδο» ή θα «συνοδεύεται» από μιας μορφής στήριξη από τον Ευρωπαϊκό Μηχανισμό Σταθερότητας (ΕSM) με πιστωτική γραμμή (την ενισχυμένη ECCL ή την απλή PCCL).
Η Αθήνα θεωρεί ότι η απόφαση του Eurogroup τον Ιούνιο προϊδεάζει για «καθαρή έξοδο», αλλά αυτό πρέπει να συμφωνηθεί ρητά με τους πιστωτές. Εκ του λόγου αυτού, στο υπουργείο Οικονομικών κρατούν κλειστά τα χαρτιά τους, κάτι που εν πολλοίς θεωρείται αναμενόμενο. «Σε όλες τις ευρωπαϊκές κυβερνήσεις οι υπουργοί Οικονομικών πρέπει να είναι πάντα πιο συντηρητικοί (και από τους πρωθυπουργούς ακόμη) έως τέλους», ενώ παράλληλα «δουλειά τους είναι να σπάζουν τα νεύρα των άλλων υπουργών για να συντονίζονται και να υλοποιούνται ο προϋπολογισμοί», αναφέρουν κυβερνητικοί παράγοντες.
Ενας τρίτος παράγοντας που βέβαια δεν αποτελεί μέρος της επίσημης γραμμής ενημέρωσης, είναι βέβαια το αν θα παραμείνει στο υπουργείο Οικονομικών ο Ευκλείδης Τσακαλώτος ή θα αντικατασταθεί από τον -έως τώρα αναπληρωτή- Γιώργο Χουλιαράκη. Αλλά αυτό λίγη σημασία έχει για τη διαπραγμάτευση και περισσότερη για τα εσωκομματικά του ΣΥΡΙΖΑ εν όψει των επόμενων εκλογών.
Οσο για τα capital controls -και αυτό έχει επίσης ενδιαφέρον- κυβερνητικά στελέχη περιέγραψαν μια μάλλον απαισιόδοξη εικόνα. Οταν ρωτήθηκαν πότε θα αρθούν τα εμπόδια όσον αφορά στο άνοιγμα νέων καταθετικών λογαριασμών, εξήγησαν πως στο συγκεκριμένο ζήτημα -και σε αντίθεση με ό,τι συμβαίνει σχετικά με το μνημόνιο- η ΕΚΤ είναι πιο «σκληρή» από το ΔΝΤ, φοβούμενη «έξοδο κεφαλαίων». Κατά τους κυβερνητικούς παράγοντες, «είναι ένα στοίχημα τι θα γίνει εάν το επιτρέψουμε, θα φύγουν τα λεφτά ή όχι; Το πρόβλημα (για την ΕΚΤ) είναι ότι εάν ανοίξουν και άλλοι λογαριασμοί ή μπουν συνδικαιούχοι, θα βγαίνουν τα λεφτά από τη χώρα γιατί θα έχεις μεγαλύτερο όριο αναλήψεων»… Αρα τα capital controls που επιβλήθηκαν το 2015 και θα έφευγαν σύντομα όπως διατυμπάνιζαν όλα αυτά τα κυβερνητικά στελέχη, θα μας συνοδεύουν για πολύ καιρό ακόμα.