Λένε ότι «μετά την απομάκρυνση από το ταμείο, ουδέν λάθος αναγνωρίζεται». Αρα, εκ των υστέρων, είναι εύκολο να το παραδεχθείς. Το λάθος. Ετσι και ο υπουργός Οικονομικών Ευκλείδης Τσακαλώτος, χωρίς πίεση πλέον, εκφράστηκε… ελεύθερα και παραδέχθηκε ότι το πρωτογενές πλεόνασμα του 3,5% του ΑΕΠ έως το 2022 που αποφασίστηκε στη συμφωνία του Eurogroup της 15ης Ιουνίου είναι πολύ υψηλό. Η δήλωση του κ. Τσακαλώτου έγινε την Πέμπτη κατά την ομιλία του στο 21ο συνέδριο του Economist.
O υπουργός Οικονομικών προσπάθησε να υποβαθμίσει το γεγονός ότι η Ελλάδα μένει εκτός προγράμματος ποσοτικής χαλάρωσης (QE), όπως και άλλα κυβερνητικά στελέχη, λέγοντας ότι το πρόγραμμα «έχει συμβολική αξία». Υπενθυμίζεται ότι η η άμεση ελάφρυνση του χρέους και η ένταξη στο QE αποτέλεσαν τους βασικούς στόχους της κυβέρνησης και πάνω σε αυτούς κινήθηκε όλη η διαπραγματευτική τακτική αλλά και η ρητορική στο εσωτερικό της χώρας…
Eιδικότερα, αναφερόμενος στην πρόσβαση στις αγορές, ο υπουργός Οικονομικών δήλωσε πως «αυτό μπορεί να γίνει με ή χωρίς το QE». Σύμφωνα με τον ίδιο «αυτήν τη φορά το QE έχει συμβολική αξία και δεν θα την τοποθετούσα πολύ υψηλά». Συμπλήρωσε δε πως «δεν θα υπάρχουν πολλά ελληνικά ομόλογα για να αγορασθούν (από την ΕΚΤ), θα ήταν καλό για τις τράπεζες αλλά δεν το θεωρώ πολύ σημαντικό. Είναι χρήσιμο, σημαντικό, αλλά συμβολικό περισσότερο».
Είπε επίσης ότι «δεν θέλουμε να πάμε υπερβολικά γρήγορα, αλλά θέλουμε οι αγορές να ξέρουν ότι έχουμε στρατηγική που θα οδηγήσει σε 2-3-4 εξόδους», τοποθετώντας χρονικά τις κινήσεις σε βραχυπρόθεσμο έως μεσοπρόθεσμο ορίζοντα. «Πολύ γρήγορα οι αγορές θα πάρουν τα σημάδια για το τι είναι πιθανόν να συμβεί. Και η πρόσβαση διευκολύνει την ΕΚΤ να δώσει νομισματική διευκόλυνση ή QE», συμπλήρωσε.
Σχετικά με τα πρωτογενή πλεονάσματα τα επόμενα χρόνια, ο υπουργός ανέφερε πως «το 3,5% του ΑΕΠ είναι πολύ υψηλό, δεν ήταν επιλογή μας. Το 2% του ΑΕΠ είναι κοντά ή λίγο καλύτερα από αυτό που αναμέναμε, είναι στο ευρωπαϊκό πλαίσιο, στο πλαίσιο του Συμφώνου Σταθερότητας και Ανάπτυξης».
Ο κ. Τσακαλώτος δήλωσε ότι «υπάρχουν στοιχεία για να στήσουμε μια καλή ιστορία επιτυχίας (success story) για την Ελλάδα» και χαρακτήρισε «λίγο περίεργη» τη θέση του ΔΝΤ για ανάπτυξη μόλις 1% σε μακροπρόθεσμο ορίζοντα. «Έχουν εμπλακεί σε όλο το πρόγραμμα. Γιατί τα έκαναν όλα αυτά, όταν προβλέπουν 1% μακροπρόθεσμα; Δεν έχουν εμπιστοσύνη στις δικές τους θέσεις ή προτάσεις;», είπε χαρακτηριστικά.
Ανέφερε πως στη μεσοπρόθεσμή δημοσιονομική στρατηγική «έχουμε ρίξει μεγάλο βάρος στη μείωση των φορολογικών συντελεστών κατά 3,5 δισ. ευρώ. Και αυτό μπορούμε να το κάνουμε, γιατί οι θεσμοί στους δημοσιονομικούς στόχους δεν προσμετρούν τα μη παραμετρικά νέα». Πρόσθεσε ότι «μεσοπρόθεσμα πρέπει να διασφαλίσουμε ότι η ανάπτυξη είναι βιώσιμη και η άποψη της κυβέρνησης είναι ότι μπορούμε να βγούμε από την κρίση χωρίς να επιστρέψουμε στο 2008».