Το βιντεάκι έδειχνε -πλάτη- τρεις μακρινές φιγούρες. Σύμφωνα με τον οπαδό της Αλ Αΐν που το τράβηξε και το ανέβασε (τη Δευτέρα) στα social media, ήταν ο Μάρκους Μπεργκ, η σύζυγος και ο ατζέντης του. Αδύνατον! Εκαναν διακοπές στο Γκέτεμποργκ, οικογενειακώς. Πώς βρέθηκαν στο Αμπου Ντάμπι; Ο Παναθηναϊκός δεν είχε ιδέα. Εάν ο σουηδός φορ δεν διέθετε αυτή την κορμοστασιά που την ξεχωρίζεις από χιλιόμετρα, όλοι (στην Ελλάδα) θα πίστευαν ότι επρόκειτο για κάποια κακόγουστη αραβική φάρσα. Ο Νίκος Λυμπερόπουλος είπε να το ψάξει, για καλό και για κακό.
Λίγο μετά τις επτά το απόγευμα (Ελλάδας) ο τεχνικός διευθυντής των «Πράσινων» τηλεφώνησε στον μάνατζερ του παίκτη, Στάινερ Ντίετζ, και τον ρώτησε τι τρέχει με τον Μάρκους. Εκείνος, τον δούλεψε κανονικά. «Τι να τρέχει; Υπάρχει ένα φιλολογικό ενδιαφέρον από την Κίνα – α, και από τα Εμιράτα. Αόριστα πράγματα, τίποτα επίσημο». Ο Ολλανδός έκανε… τον Κινέζο. Προφανώς, η δουλειά δεν είχε κλείσει ακόμα. Ούτε μπορούσε να φανταστεί πως ένας άραβας φίλαθλος τους είχε κάνει βούκινο. Τα… φίδια άρχισαν να ζώνουν τον Παναθηναϊκό όταν ο Μπεργκ και ο ατζέντης του έπαψαν να απαντούν στα κινητά τους.
Ωσπου -την Τρίτη το μεσημέρι- τηλεφώνησαν οι ίδιοι. Ο Ντίετζ, για την ακρίβεια, μαζί με έναν υψηλόβαθμο αξιωματούχο του αραβικού συλλόγου. Ενημέρωσαν τον Παναθηναϊκό ότι ο ποδοσφαιριστής συμφώνησε να συνεχίσει την καριέρα του στα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα, και πρόσφεραν στον ελληνικό σύλλογο περί τα 2,5 εκατομμύρια ευρώ – ούτε το μισό από το ποσό της ρήτρας εξαγοράς που προβλέπει το τελευταίο συμβόλαιο του Σουηδού (το υπέγραψε στις 30 του περασμένου Ιανουαρίου, με ισχύ έως το 2019). Οι Αραβες θέλησαν να εκμεταλλευθούν την απόλυτη ανάγκη του Παναθηναϊκού για ρευστό, έχοντας σύμμαχο στο «παιχνίδι» τους το «αγαπημένο παιδί» της πράσινης εξέδρας.
Δεν είναι αυτός ο Μπεργκ που γνωρίσαμε τα τέσσερα τελευταία χρόνια. Η απόφασή του να εγκαταλείψει έναν σύλλογο που δεν φαίνεται να έχει καλές προοπτικές -κάθε άλλο-, που χρωστάει δεδουλευμένα στους παίκτες και στους υπαλλήλους του (στον ίδιο οφείλονται πάνω από 300.000 ευρώ) και πνίγεται στην αβεβαιότητα, είναι σεβαστή. Επαγγελματίας είναι. Κανένας δεν μπορεί να τον κατηγορήσει, που μπήκε στον πειρασμό να εξασφαλίσει και τα εγγόνια του. Τα 3,4 εκατ. ευρώ ετησίως που του έταξε η Αλ Αΐν, για 2+1 χρόνια, είναι πολλά λεφτά. Πολύ περισσότερα απ’ όσα παίρνει στην Ελλάδα (1,1 εκατ. ευρώ τον χρόνο, χωρίς τα bonus). Αλλά, ο κυνικός τρόπος με τον οποίο θέλησε να αρπάξει την ευκαιρία, δεν είναι μόνον ανήθικος. Είναι και παράνομος. Κάτω από άλλες συνθήκες -εάν ο Μπεργκ δεν ήταν το πιο πολύτιμο περιουσιακό του στοιχείο, κι αν το ταμείο του δεν ήταν άδειο- ο Παναθηναϊκός θα τον είχε στείλει «πακέτο» στη FIFA. Οι επαφές του με άλλον σύλλογο, πίσω από την πλάτη του δικού του, θεωρείται από τους διεθνείς κανονισμούς ως «εσχάτη προδοσία».
Στην περίπτωση του Μπεργκ, το «έγκλημα» είναι ακόμη πιο βαρύ. Οταν, το καλοκαίρι του 2013, ο Παναθηναϊκός αποφάσισε να του εμπιστευτεί τη φανέλα με το Νο 9, η καριέρα του αργοπέθαινε. Στο Αμβούργο, όπου είχε μετακινηθεί από την ολλανδική Γκρόνινγκεν, βρισκόταν μεταξύ πάγκου και εξέδρας. Ωσπου συναντήθηκε με τον Παναθηναϊκό, που -όπως λέει ο ίδιος- τον ανέστησε. Τον έκανε να νιώσει πολύτιμος για την ομάδα, του έδωσε αυτοπεποίθηση και ένα έξτρα κίνητρο. Η συνέχεια είναι γνωστή. Ο Μπεργκ ξαναβρήκε τον εαυτό του και κέρδισε ξανά τη θέση του στην εθνική Σουηδίας, πλάι στον Ζλάταν Ιμπραΐμοβιτς. Αυτό, λοιπόν, είναι το «ευχαριστώ»;
Τι του συνέβη; Μόνον εικασίες μπορούμε να κάνουμε, με βάση δυο αδιαμφισβήτητα δεδομένα: το (μέχρι πρότινος) συναισθηματικό του δέσιμο με τον Παναθηναϊκό, και την καταλυτική επιρροή που ασκούν πάνω του η σύζυγός του, Ζοζεφίν, και ο ατζέντης του, τον οποίο εμπιστεύεται σαν αδερφό εδώ και μία δεκαετία. Φαίνεται, λοιπόν, ότι αυτοί οι δύο άνθρωποι έπεισαν τον Σουηδό να συμπεριφερθεί τόσο σκληρά (και ύπουλα) απέναντι στον σύλλογο που του έσωσε την καριέρα. Λέγεται πως ένας άλλος μάνατζερ, ο οποίος έχει κάνει πολλές μπίζνες με τον Ζόραν Μάμιτς (προπονητή της Αλ Αΐν), έταξε στον Ντίετζ μία μεγάλη προμήθεια, για να τον πείσει να πάει στα Εμιράτα. Κι έτσι να μην είναι, ο Παναθηναϊκός έχει ακόμη οφειλές και προς τον ίδιο (τον ατζέντη), ο οποίος φημίζεται για την ιδιαίτερη αγάπη του προς το χρήμα.
Οσο κι αν πιέστηκε, «μεγάλο παιδί» είναι. Δεν έχει καμία δικαιολογία για τη συμπεριφορά του, ιδίως απέναντι στους οπαδούς του Παναθηναϊκού που τον λάτρεψαν, τον «τραγούδησαν» και «υποχρέωσαν» τον Γιάννη Αλαφούζο να τον κάνει τον πιο καλοπληρωμένο ποδοσφαιριστή της ομάδας. Τώρα, βεβαίως, ούτε να τον δουν στα μάτια τους. Τα ιδιαιτέρως επιθετικά τους μηνύματα στον λογαριασμό του Σουηδού στο Instagram, μας δίνουν μία καλή εικόνα για το πόσο άλλαξαν τα αισθήματά τους απέναντί του:
– «Ντροπή σου, Μάρκους! Η επιλογή σου είναι απόλυτα αποδεκτή, όμως το παιχνίδι σου σε βάρος του Παναθηναϊκού είναι βρώμικο. Εμείς σε κάναμε ό,τι είσαι σήμερα. Πριν έρθεις, η καριέρα σου κινδύνευε».
– «Αν φύγεις έτσι, θα απογοητεύσεις χιλιάδες μικρά παιδιά που σε είχαν ίνδαλμά τους. Μερικά πράγματα δεν μπορείς να τα αγοράσεις με λεφτά…».
– «Δεν με νοιάζει που φεύγεις, προδότη. Από ήρωας έγινες μηδενικό».
– «Κάναμε λάθος που σε αγαπήσαμε όλα αυτά τα χρόνια. Εσύ ποτέ δεν αγάπησες τον Παναθηναϊκό…».
– «Ησουν πάντα η ελπίδα μας για καλύτερες ημέρες. Ημουν σίγουρος ότι δεν θα μας άφηνες. Ησουν ο αρχηγός μας, που ποτέ δεν θα έφευγε έτσι, χωρίς μια λέξη. Κι όμως, έφυγες ακριβώς έτσι. Λυπάμαι πραγματικά για σένα…».
– «Ωστε όλα ήταν για τα λεφτά… Σε εμπιστευόμασταν, όλα αυτά τα χρόνια. Κι εσύ μας είπες ψέματα…».
Αυτά τα μηνύματα -και εκατοντάδες άλλα, πολύ χειρότερα- δίνουν και την απάντηση στο ερώτημα, τι μπορεί να κάνει τώρα ο Παναθηναϊκός: λίγα πράγματα. Ακόμη κι αν κατάφερνε να αντισταθεί στο αραβικό χρήμα που τόσο πολύ έχει ανάγκη, ο δρόμος που χάραξε ο Σουηδός δεν έχει επιστροφή. Το γυαλί έχει ραγίσει. Κανένας σύλλογος δεν μπορεί να υποχρεώσει έναν ποδοσφαιριστή που θέλει να φύγει, να φοράει τη φανέλα του.
Σε αυτό, ακριβώς, πόνταραν οι Αραβες, ο Μπεργκ και ο μάνατζέρ του. Ο Παναθηναϊκός θα επιδιώξει, απλώς, να κερδίσει ό,τι παραπάνω μπορεί. Και, βεβαίως, θα πάψει -επιτέλους- να συγκρίνει τον «Ιούδα που κλωτσούσε υπέροχα» με τον Κριστόφ Βαζέχα. Ετσι κι αλλιώς, ήταν ιεροσυλία.