Η υπόθεση έχει τη δραματική πλοκή που ταιριάζει σε μια χώρα που παραπαίει εντός μιας νομισματικής ένωσης. Και έχει τους φαιδρούς ήρωες ενός πολιτικού διηγήματος σαν τα «contes immoraux» των Γάλλων του 18ου αιώνα, ανήθικες ιστορίες.
Οι ήρωες:
- Ενας νεαρός Πρωθυπουργός που έχει πρότυπο έναν κομμουνιστή ηγέτη του Εμφυλίου. Που όμως δεν μπορεί να ερμηνευτεί μονοδιάστατα ως πρόεδρος ενός αριστερού κυβερνητικού κόμματος, αλλά ως επικεφαλής της εθνικοπατριωτικής και αντιδυτικής παράταξης. Ενας πολιτικός που δεν σκοπεύει να αντιμετωπίσει την κρίση, διότι η όξυνσή της είναι η προϋπόθεση για την υλοποίηση των σχεδίων του.
- Ενας υπουργός που χαρακτηρίζεται από τα αστραφτερά του κοστούμια και τη γαλλική κόμη και επιμένει κυνικά ότι «ο συμβιβασμός που κάναμε δεν θυμίζει τον συμβιβασμό στο τέλος του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου γιατί τότε παρέδωσαν τα όπλα, ενώ σήμερα δεν παραδώσαμε τα όπλα γιατί τα όπλα είναι η εξουσία».
- Ενας άτολμος Πρόεδρος της Δημοκρατίας που «δεν ξέρει να λέει όχι» αλλά ονειρεύεται έναν ρόλο ως «Θησέας του Προεδρικού Μεγάρου».
- Ενας άφωνος πρώην Πρωθυπουργός που συνομιλεί με τον νυν ο οποίος τον παραπλάνησε. Χαρακτηριστικό ένα τηλεφώνημα που δέχτηκε από τον συνεταίρο του νεαρού Πρωθυπουργού για ένα άλλο δημοψήφισμα μια καλοκαιρινή νύχτα. Αλλά παρά την αφωνία και την αβελτηρία του περιμένει να γίνει Πρόεδρος της Δημοκρατίας.
- Ενας διστακτικός Αρχιεπίσκοπος που ομολογεί κατ’ ιδίαν ότι θυμάται τον Εμφύλιο και φοβάται την Αριστερά, αλλά για όσο καιρό δεν θίγονται τα συμφέροντα της Εκκλησίας δεν συγκρούεται – αντιθέτως υπακούει στα οπισθοδρομικά ένστικτα του ποιμνίου του που χαρακτηρίζεται από βαθύτατα αντιδυτικές και αντιευρωπαϊκές απόψεις. Αλλοι φαύλοι ιεράρχες που είναι Δεξιοί αλλά κρυφοί λάτρεις του Πρωθυπουργού, διάγουν διπλό βίο και εκμεταλλεύονται νέους ανθρώπους και ηλικιωμένους με παχυλές περιουσίες.
- Ενας αριστερός δημοσκόπος που έχει αναβαθμιστεί σε μυστικοσύμβουλο του Πρωθυπουργού.
- Ενα ζευγάρι υποστηρικτών του εθνικού νομίσματος που όμως έχουν αναλάβει νευραλγικές θέσεις για την οικονομική ανάπτυξη και την αντιμετώπιση (;) της κρίσης.
- Αλλα μέλη μιας κλειστής λέσχης εντός της κυβέρνησης που δεν προετοιμάζει εκλογές, αλλά ένα δημοψήφισμα με καθαρό ερώτημα την έναρξη διαπραγμάτευσης για την αποχώρηση από την Ευρωζώνη, στο πρότυπο του Brexit.
- Και κάποιοι άλλοι με μικρότερους αλλά σημαντικούς ρόλους.
Σας θυμίζει κάτι; Είναι ένα διήγημα που δημοσιεύει tovima.gr, ένα πολιτικό παραμύθι χωρίς όνομα. Στο οποίο, όμως, αν κάποιος έχει ελάχιστη υπομονή και δεν εθελοτυφλεί μπορεί να αναγνώσει την τρέχουσα ελληνική πραγματικότητα και το πώς κάποιοι στην κυβέρνηση, υπό την ανοχή κάποιων άλλων παραγόντων, και παρά εκφρασμένες ανησυχίες κάποιων άλλων, σχεδιάζουν την έξοδο της χώρας από την Ευρωζώνη μέσω μάλιστα μιας λαϊκής εντολής.
Τίτλος του αφηγήματος που υπογράφει ο δημοσιογράφος Παύλος Παπαδόπουλος –είχε γράψει στο «Βήμα της Κυριακής» και την περίφημη «γάτα Ιμαλαΐων»– είναι:
Η σκευωρία του εθνικού νομίσματος και το σαμποτάζ στη Δημοκρατία
Αργά το μεσημέρι ο Πρωθυπουργός μιας χώρας της ευρωζώνης που έχει υποστεί τις συνέπειες μιας πολυετούς οικονομικής κρίσης είναι μόνος του στο γραφείο του. Λίγος χειμωνιάτικος ήλιος μπαίνει από ένα από τα λευκά παράθυρα της βόρειας πλευράς με θέα στην πολυκατοικία με ιδιοκτήτες βαθύπλουτους απογόνους πλοιοκτητών. Στο χώρο του γραφείου κυριαρχεί το γλυκό κίτρινο φως που αντανακλάται στις ξύλινες επιφάνειες και στα έπιπλα αντίκες. Άδεια είναι η καινούρια γωνιά των συναντήσεων με τους επιφανείς, δηλαδή οι δύο καρέκλες δίπλα από ένα στρογγυλό τραπέζι με λεπτά σιδερένια πόδια που θυμίζει τραπεζάκι κήπου.
Είναι η γωνιά του πρωθυπουργικού γραφείου που διαμορφώθηκε μέσα στις πρώτες εβδομάδες της ανάληψης της εξουσίας από τον συγκεκριμένο πολιτικό. Πρόκειται εμφανώς για απομίμηση μιας παραδοσιακής γωνιάς του Οβάλ Γραφείου του Λευκού Οίκου και συγκεκριμένα το σαλονάκι με τις πολυθρόνες με τις φαρδιές μπλε και μπεζ ρίγες μπροστά στο μαρμάρινο τζάκι που βρίσκεται κάτω από το πορτρέτο του Τζορτζ Ουάσιγκτον με τη χρυσή κορνίζα.
Στο φτωχικό πρωθυπουργικό σαλονάκι δεν υπάρχει εκείνη την ώρα κάποιος υψηλός προσκεκλημένος, ούτε στρογγυλοκάθονται υπουργοί που ανταλλάσσουν γραπτά μηνύματα με δημοσιογράφους όπως συμβαίνει στο περιθώριο πολύωρων συσκέψεων που αφιερώνονται στην εθνική προσπάθεια για την καταπολέμηση της λογικής. Δεν είναι μόνο οι απόρρητες εκθέσεις για το Κλαμπ του Παρισιού που κάποιοι κακεντρεχείς επιμένουν ότι υπάρχουν μέσα στα πρωθυπουργικά «X – files» (και για τις οποίες θα μιλήσουμε παρακάτω…).
Όπως βεβαιώνουν άνθρωποι που γνωρίζουν, ο πρόεδρος συχνά βυθίζεται στη μελέτη των δημοσκοπήσεων, όπως άλλωστε έκανε πάντοτε. Ο πρωθυπουργός, εκτός από επικεφαλής της κυβέρνησης, είναι ένας από τους πιο προσεκτικούς και εύστοχους αναλυτές δημοσκοπήσεων στη χώρα αυτή.
1. «Το κόμμα δεν είναι αυτοσκοπός»
«Ο πρόεδρος αντιλαμβάνεται την ποιοτική διάσταση των ποσοτικών δεδομένων», αποκαλύπτει πρόσωπο που εργάστηκε μαζί του στο παρελθόν, «όπως επίσης διακρίνεται από μια διαισθητική αντίληψη για τον τρόπο με τον οποίο τα δεδομένα μιας μέτρησης αλληλοεξαρτώνται και αλληλοεπηρεάζονται». Αυτός ο πρώην συνεργάτης εννοεί ότι ο πρωθυπουργός, συχνά με μια ματιά στα διαγράμματα, μπορεί να αναγνωρίσει τους άρρητους συσχετισμούς ανάμεσα σε φαινομενικά «αθώα» και ουδέτερα ευρήματα.
Η αντίληψη των συσχετισμών και των αλληλεπιδράσεων είναι εκείνη που του προσφέρει ένα χρήσιμο συγκριτικό πλεονέκτημα. Ως εκ τούτου, μάλλον πλανώνται όσοι φαντάζονται έναν πρωθυπουργό σε απόγνωση να διαβάζει έντρομος τα υπό κατάρρευση ποσοστά πρόθεσης ψήφου του κόμματός του – ενός αριστερού συνασπισμού πολιτικών ομάδων, ορισμένες από τις οποίες είναι κομμουνιστικές και αναρχικές και έχουν διακριθεί στη συστηματική δολιοφθορά της αστικής δημοκρατίας μέσα από την υποδαύλιση της αγανάκτησης και τις επιθέσεις σε κτίρια – σύμβολα. Δεν είναι τυχαίο ότι η πρωτεύουσα της χώρας αυτής διανύει την πιο ήρεμη περίοδο αμέσως μετά την ανάληψη της εξουσίας από το κόμμα αυτό, σαν η αύξηση της φτώχειας να ήταν αυτό που ήθελαν οι «κατσαρόλες» για να πάψουν να βράζουν από θυμό.
Ήταν όλα αποτέλεσμα, όχι ακριβώς ενός «σχεδίου», αλλά κάτι βαθύτερου από «σχέδιο», μιας κουλτούρας δολιοφθοράς, μιας τεχνογνωσίας ανατροπής βγαλμένης μέσα από τα λενινιστικά εγχειρίδια της εξαπάτησης των μαζών, μιας μεθόδου και με τα χρόνια, από γενιά σε γενιά, έγινε τρόπος σκέψης. Γιατί το καλύτερο σχέδιο είναι να γίνεις εσύ το σχέδιο…
Το κόμμα αυτό, λοιπόν, έχει σχεδόν εκπληρώσει την αποστολή του και δεν είναι πια ο σκοπός, είναι απλώς ένα από τα μέσα, το κυριότερο μέσο, για την επίτευξη του μεγαλύτερου, του ιστορικού σκοπού.
Διότι εκείνο που κυρίως ενδιαφέρει σήμερα τον πρωθυπουργό δεν είναι το ποσοστό του κόμματός του, αλλά η πολιτική συμπεριφορά του μεγάλου μπλοκ του «ΟΧΙ στην Ευρώπη», όλων εκείνων οι οποίοι στο πρόσφατο παρελθόν αποδοκίμασαν την Ευρώπη χωρίς να υποψιάζονται ότι κάποιοι τους οδήγησαν χαιρέκακα ως εκεί υπονομεύοντας κάθε οικονομική θεραπεία και σαμποτάροντας συνειδητά και συστηματικά την εφαρμογή του σχεδίου σταθεροποίησης, που θα έφερνε την επιστροφή στην ομαλότητα, όπως αποδείχθηκε ότι συνέβη σε άλλες χώρες που χτυπήθηκαν από την κρίση. Υπονόμευσαν τη θεραπεία για να δυναμώσουν την ασθένεια που τώρα είναι έτοιμη να πνίξει τη Δημοκρατία.
Συνομιλία με την ψυχή του λαού
Ο πρωθυπουργός ρωτά: Τι λένε σήμερα οι οπαδοί του ΟΧΙ στην Ευρώπη; Είναι έτοιμοι να αλλάξουν καθεστώς νομίζοντας ότι αποκαθιστούν τη Δημοκρατία; Τι πιστεύουν όσοι δεν καταγράφονται πουθενά, σε καμία δημοσκόπηση, αλλά εκδηλώνονται μόνο στην κάλπη; Πώς οι άνθρωποι γίνονται υποχείρια των ψευδών ειδήσεων, των υστερόβουλων αναλύσεων και της συναισθηματικής εκμετάλλευσης;
Στο πλαίσιο αυτών των ανώτερων αναζητήσεων τα ποσοστά του κύριου κυβερνητικού κόμματος είναι μια μικρή, σχεδόν δευτερεύουσα παράμετρος της «μεγάλης εικόνας».Και η «μεγάλη εικόνα» θυμίζει την αλληγορία ενός παζλ που όταν κάποιος ολοκληρώνει επάνω στο τραπέζι σχηματίζεται η εικόνα του δωματίου όπου βρίσκεται με τον ίδιο να έχει μόλις ολοκληρώσει το παζλ και να διακρίνει μέσα στο παζλ μια επικίνδυνη παρουσία πίσω από την πλάτη του.
Κατ’ αναλογία, οι πολιτικοί αντίπαλοι του πρωθυπουργού κινδυνεύουν να συνειδητοποιήσουν μόνο όταν θα είναι πολύ αργά ότι η κύρια πολιτική μέριμνα του αντιπάλου τους δεν είναι η προκήρυξη εκλογών για να τους χαρίσει την εξουσία, αλλά να αυξάνει το ποσοστό των ψηφοφόρων του ΟΧΙ στην Ευρώπη. Να εξασφαλίζει ότι το μεγάλο αυτό «μπλοκ», όσο κι αν τον κατακρίνει, όσο κι αν έχει θυμώσει μαζί του, δεν έχει φτάσει ακόμα στο οριακό σημείο ώστε να τον απορρίψει.