Το πρώτο πράγμα που τονίζουν οι δάσκαλοι καταδύσεων στους αρχάριους που θέλουν να μάθουν πώς να μιμούνται τα ψάρια είναι ότι πρέπει να συνειδητοποιήσουν ότι βρίσκονται κάτω από το νερό με μία μπουκάλα, αναπνέουν πια μόνο από το στόμα, η μύτη δεν παίζει κανέναν ρόλο σε αυτό. Τη χρησιμοποιούν για να εξισώνουν την πίεση στα αυτιά. Εντάξει λοιπόν. Μαθαίνεις να χρησιμοποιείς μόνο το στόμα, κάπως προσαρμόζεσαι στην έννοια της πλευστότητας. Συνηθίζεις το βάρος της φιάλης και των βαριδίων που τυλίγουν τη μέση σου. Μαθαίνεις πώς να καθαρίσεις τη μάσκα αν μπει λίγο νερό, πότε να προσθέσεις ή αφαιρέσεις αέρα από το σωσίβιο που σε ανεβοκατεβάζει. Εχεις στο μυαλό σου ότι δεν πρέπει να κάτσεις πολύ ώρα κάτω από την επιφάνεια της θάλασσας –μπορεί να πεθάνεις από υποθερμία- και προσπαθείς να μη σκέφτεσαι τα χειρότερα -τη νόσο των δυτών.
Ο Γιάσουο Τακαμάτσου, όμως, δεν άρχισε το scuba diving για πλάκα ούτε για να δει πώς είναι να αναπνέεις για πολύ ώρα κάτω από την επιφάνεια της θάλασσας. Ηθελε να μάθει να κολυμπάει ανάμεσα σε συντρίμμια, αυτοκίνητα και ό, τι παρέσυρε το τσουνάμι που χτύπησε την πόλη του, Οναγκάουα, το 2011. Οπότε έπρεπε να έχει στο μυαλό του πολύ περισσότερα. Να αποφεύγει σκοινιά που θα μπορούσαν να μπλεχτούν με τη φιάλη του, να αποφεύγει προεξοχές χαλασμάτων που θα μπορούσαν να τον κόψουν και, προς Θεού, να μην ακουμπήσει τον πάτο ώστε να μη σηκωθεί άμμος που μπορεί να θολώσει το τοπίο. Ακόμη και ένα βραχιόλι θαμμένο στην άμμο μπορεί να τον οδηγούσε στη γυναίκα του. Τα χέρια του έπρεπε να είναι δεμένα στο στήθος του ή τεντωμένα και πλεγμένα μπροστά, το κεφάλι του έπρεπε να είναι χαμηλά και τα βατραχοπέδιλα ψηλά.
Μέσα σε τρεις μέρες, το 2013, σύμφωνα με το ρεπορτάζ των New York Times, ο 56χρονος Ιάπωνας πήρε το πρώτο δίπλωμα καταδύσεων από τον δάσκαλο του, Μασαγιόσι Τακαχάσι. Για τους επόμενους έξι μήνες έπρεπε να κάνει μόνο μία βουτιά τον μήνα, ώστε να ηρεμήσει η αναπνοή του και να χαλαρώσουν οι μύες του για να μπορέσει να ακολουθήσει τον δάσκαλό του στα μεγάλα βάθη. Ηλπιζε να φτάσει τα 30 μέτρα. Χρειάστηκε ένας χρόνος για να φτάσει τα 24 μέτρα, ενώ το μεγαλύτερο βάθος που έχει φτάσει είναι τα 26 μέτρα -αλλά εκεί μπορείς να κάτσεις μόνο για δέκα λεπτά. Μέχρι τον περασμένο Ιανουάριο είχε κάνει συνολικά 110 καταδύσεις –η καθεμία από 40 με 50 λεπτά. Ακολουθούσε τον δάσκαλό του σε κάθε βουτιά που έκανε με εθελοντές που βοηθούσαν στην περισυλλογή χαλασμάτων ή με άτομα που ήθελαν να δοκιμάσουν το άθλημα για πλάκα. Αυτοί δεν ήξεραν ότι ο Τακαμάτσου έψαχνε για ένα πτώμα.
Ο Τακαμάτσου έχασε τη σύζυγό του την Παρασκευή, 11 Μαρτίου του 2011. Στις 2:46 το μεσημέρι, όταν έπληξε την Ιαπωνία ο σεισμός των 9 Ρίχτερ, εκείνος ήταν λίγο πιο έξω από την Οναγκάουα. Η γυναίκα του ήταν στην ακτή της πόλης, στην τράπεζα όπου εργαζόταν. Ο σεισμός κράτησε έξι λεπτά. Το τσουνάμι έφτασε στην ακτή στις 3:20. Στις 3:21 ο Τακαμάτσου έλαβε ένα μήνυμα από τη Γιούκο: «Είσαι καλά; Θέλω να πάω σπίτι». Οταν άγγιξε τις ακτές το κύμα είχε ξεπεράσει τα 14 μέτρα. Καθώς υποχωρούσε, στο πέρασμά του τα κτίρια άρχισαν να ραγίζουν και να πέφτουν υπό το βάρος του. Το νερό ήταν τόσο κρύο που οι επιζώντες που κατάφεραν να μπουσουλήσουν μέχρι το νοσοκομείο πέθαιναν από υποθερμία. Οι πιο ηλικιωμένοι πέθαιναν από το κρύο ακόμη και αφού είχαν βρει καταφύγιο. Στις 3:25 έλαβε το τελευταίο μήνυμα της συζύγου του: «Πάρα πολύ τσουνάμι».
Πολύ αργότερα ο ίδιος θα μάθαινε ότι οι υπάλληλοι της τράπεζας είχαν ανέβει στην ταράτσα του κτιρίου, ύστερα από εντολές του διοικητή. Μόνο ένας επέζησε, εντοπίστηκε αναίσθητος από ψαράδες. Από την ημέρα μετά το τσουνάμι ο Τακαμάτσου σάρωσε κάθε τετραγωνικό μέτρο της ακτής. Ακολουθούσε αστυνομικούς και άκουγε τις πληροφορίες που μετέδιδαν μέσω γουόκι τόκι για να δει αν βρέθηκε μία γυναίκα με μαύρο παντελόνι και καφετί παλτό. Αρχικά ανακουφιζόταν όταν δεν επρόκειτο για εκείνη. Αλλά πέρασαν 2μισι χρόνια και έπρεπε να τη βρει. Στράφηκε απεγνωσμένος στη θάλασσα και στον δάσκαλο καταδύσεων που δέχθηκε να τον βοηθήσει να εντοπίσει τη γυναίκα του.
Μα πώς θα εντόπιζαν μία σορό στον βυθό μετά από τόσο καιρό; «Κανείς δεν ξέρει πώς κινείται το νερό της θάλασσας», εξηγεί στους New York Times ο Τετσούγια Ταγκάγκι, ιατροδικαστής ο οποίος την εβδομάδα μετά το τσουνάμι εξέτασε σχεδόν 200 πτώματα. Αν ένα πτώμα παρασυρθεί σε ένα συγκεκριμένο βάθος μπορεί να μείνει εκεί. Αν πιαστεί από μηχανισμούς ψαρέματος μπορεί και να διασχίσει τον Ειρηνικό και να βρεθεί στη Χαβάη. Εχει συμβεί και με μία (αψυχη) μηχανή Harley Davidson που βρέθηκε στις Νήσους Κουίν Σάρλοτ, στον Καναδά! Αλλά ένας ανθρώπινος οργανισμός μπορεί να φαγωθεί από ζώα του βυθού, να αποσυντεθεί γρήγορα ή να βουλιάξει κάτω από την άμμο.
«Ενα σώμα στον βυθό θα γίνει μαλακό σαν τυρί, τόσο που αν αγγίξεις το δέρμα μπορεί να ξεκολλήσει», σημειώνει ο γιατρός. Ωστόσο σε κάποιες περιπτώσεις, σε υγρό, πολύ κρύο και χωρίς οξυγόνο περιβάλλον, το σώμα μπορεί να καλυφθεί με μία ουσία που λειτουργεί σαν κερί και το κάνει σκληρό σαν γύψο. Οπότε η αποσύνθεση ενός σώματος μπορεί να συμβεί μέσα σε μέρες ή σε χρόνια.
Ακόμη και με αυτές τις πιθανότητες ο Τακαμάτσου, συνεχίζει, έχει σχεδόν γίνει μόνιμος κάτοικος του βυθού. Περνά όσα λεπτά του επιτρέπουν τα πνευμόνια του και η φιάλη του κάθε φορά. Πάντοτε με τον δάσκαλό του ή κάποιον άλλο δύτη, με ένα φακό στο χέρι, κινείται είτε με βάση τη διαίσθησή του, είτε με βάση τους περιορισμούς που τίθενται λόγω ιχθυοκαλλιεργειών ή λόγω ισχυρών και επικίνδυνων ρευμάτων.
Ποιος είπε ότι στον βυθό επικρατεί σιωπή; Ο Τακαμάτσου ακούει έναν ήχο που θυμίζει το κάψιμο μίας τρίχας ή το σφύριγμα ενός φιδιού. Αλλά όταν βγαίνει από το νερό, πατώντας στη στεριά, τυχαίνει καμιά φορά να ακούσει έναν ρυθμικό παλμό. «Ο ήχος της αναπνοής», εξηγεί στον δημοσιογράφο της αμερικανικής εφημερίδας. «Το ήξερα ότι θα ήταν δύσκολο, αλλά είναι το μόνο που μπορώ να κάνω. Δεν έχω άλλη επιλογή, πρέπει να συνεχίσω να την αναζητώ. Αισθάνομαι πιο κοντά σε εκείνη μέσα στον ωκεανό».