Κανέναν δεν θα πρέπει να ξαφνιάζει η απόφαση και η στάση της ηγεσίας της Εκκλησίας, να μην υπακούσει στην απόφαση της κυβέρνησης για την ακύρωση των τελετών για τα Θεοφάνια, ώστε να ανασχεθεί η διασπορά του κορονοϊού. Tην ίδια στάση είχε τηρήσει και τον περασμένο Μάρτιο, στο πρώτο lockdown. Και τότε είχε αρνηθεί το κλείσιμο των ναών και είχε φυσικά αρνηθεί να συζητήσει το θέμα της Θείας Κοινωνίας, με τις γνωστές τραγελαφικές καταστάσεις: ιερείς να κοινωνούν από την πίσω πόρτα, μητροπολίτες να καλούν το ποίμνιο να στέλνει ψευδή SMS στο 13033…
Και στις δύο περιπτώσεις η στάση της Εκκλησίας είναι απόρροια ενός άκαμπτου δογματισμού από τον οποίο χαρακτηρίζεται ένα μεγάλο μέρος της ηγεσίας της, ιδίως όταν καλείται να προσεγγίσει σύγχρονα κοινωνικά θέματα. Κάθε φορά δηλαδή που με τον έναν ή τον άλλον τρόπο επανέρχεται στην επιφάνεια το θέμα του επαναπροσδιορισμού των σχέσεων Κράτους- Εκκλησίας και του ρόλου της τελευταίας στην κοινωνία.
Στην ουσία οι μητροπολίτες υπερασπίζονται άκαμπτα και σχεδόν αντανακλαστικά μια διαχρονική τους απαίτηση: να συναποφασίζουν με την εκάστοτε κυβέρνηση σε θέματα που τους αφορούν –ή, καλύτερα, σε θέματα που θεωρούν ότι τους αφορούν, όπως για παράδειγμα είναι αυτό της δημόσιας υγείας.
Φαίνεται σαν να μην αποδέχονται πως το πρωτείο το έχει η κυβέρνηση και οι θεσμοί του Κράτους. Και αμφισβητούν στη συντεταγμένη Πολιτεία το δικαίωμα να αποφασίζει, χωρίς τη συγκατάθεση της εκκλησιαστικής ηγεσίας, για μια σειρά από θέματα, που δεν προσδιορίζονται σαφώς –η Εκκλησία θεωρεί ότι «δικαιούται» να παρεμβαίνει όποτε κρίνει ότι πρέπει. Ετσι, η πλειονότητα των ιεραρχών δεν αποδέχεται δικαιώματα του Κράτους ακόμη και αν σχετίζονται με στοιχειώδη μέτρα για μια φονική πανδημία, η οποία –ας μην το ξεχνάμε– έχει σκοτώσει και μητροπολίτες ενώ έστειλε ακόμα και τον Αρχιεπίσκοπο στο νοσοκομείο.
Η ανακοίνωση που εκδόθηκε από τη ΔΙΣ είναι όχι μόνο αποκαλυπτική αλλά και χαρακτηριστική μιας ευρύτερης προβληματικής για το πώς αντιλαμβάνεται η Εκκλησία τον ρόλο της στη χώρα.
1. «Δίνει» κανονικά την κυβέρνηση της χώρας υποστηρίζοντας πως άλλα συμφωνήθηκαν, άρα συναποφασίστηκαν και άλλα εκείνη πράττει. «Δεν συναινεί στα νέα κυβερνητικά μέτρα ως προς τη λειτουργία των Ιερών Ναών, εμμένει σε όσα συμφωνήθηκαν αρχικώς με την Πολιτεία..», αναφέρεται στη σχετική ανακοίνωση.
2. Απαιτεί να μην αλλάξει άποψη η κυβέρνηση μολονότι άλλαξαν τα δεδομένα . Επισημαίνει χαρακτηριστικά: «…εντέλλονται οι Ιεροί Ναοί να παραμείνουν ανοικτοί για την συμμετοχή των πιστών στη Θεία Λειτουργία και τον Αγιασμό των υδάτων εντός των Ιερών Ναών κατά την Εορτή των Θεοφανίων όπως άλλωστε είχε συμφωνηθεί και αποτυπωθεί στην Κ.Υ.Α. υπ’ αριθμ. Δ1α/ΓΠ.οικ. 80588/15.12.2020 (ΦΕΚ Β΄ 5509)». Και προσφεύγει ως προς αυτό στο ΣτΕ.
3. Επιδεικνύει ότι η ίδια έχει την πρωτοβουλία των χειρισμών και καλεί την κυβέρνηση σε διάλογο! «Αποστέλλει επιστολή διαμαρτυρίας προς την Ελληνική Κυβέρνηση θεωρώντας τον διάλογο ως το μοναδικό μέσο επιλύσεως των ζητημάτων που αφορούν τις σχέσεις της Πολιτείας με τις θρησκευτικές κοινότητες που υφίστανται στο Ελληνικό Κράτος», τονίζεται.
4. Ρίχνει νερό στον μύλο της συνωμοσιολογίας καθώς η αναφορά της στο πλήθος των εμβολίων και την ΕΕ είναι τουλάχιστον λαϊκίστικη και παρεξηγήσιμη – τι εννοεί άραγε όταν αναφέρεται σε «αλλότριους σκοπούς» και σε μη ικανό αριθμό εμβολίων; Ιδού η συγκεκριμένη αναφορά της ΔΙΣ: «Κάνει έκκληση τόσο προς την ηγεσία της Ευρωπαϊκής Ενώσεως όσο και προς την Ελληνική Κυβέρνηση να προβούν στις απαραίτητες ενέργειες ούτως ώστε να εξασφαλιστεί άμεσα ο ικανός αριθμός εγκεκριμένων εμβολίων για τους πολίτες. Κανείς δεν έχει το δικαίωμα να υπηρετεί αλλότριους σκοπούς απέναντι σε ένα τόσο σημαντικό θέμα όπως η υπέρβαση της πανδημίας, διότι το δικαίωμα στην υγεία ανήκει σε όλους».
Η στάση των σημερινών ιεραρχών παραπέμπει στην ανάλογη στάση τους για το ζήτημα των ταυτοτήτων το 2001. Η αταλάντευτη θέση της κυβέρνησης του Κώστα Σημίτη ότι μια υπόθεση του Κράτους (σχετικά με τον σεβασμό ενός ανθρώπινου δικαιώματος να μην ξέρει το Κράτος το θρήσκευμά του πολίτη και αυτό να μην αναγράφεται στα δημόσια έγγραφά του – ταυτότητες κλπ) αφορά μόνο το Κράτος, είχε αμφισβητηθεί από την τότε εκκλησιαστική ηγεσία (μακαριστός Χριστόδουλος), που επικαλούνταν ζητήματα πίστης. Δεν της πέρασε βεβαίως. Κάτι ανάλογο επιχειρεί σήμερα και η Ιερά Σύνοδος. Το ζήτημα αν το Κράτος πρέπει να πάρει και ποια μέτρα για τη δημόσια υγεία αφορά το Κράτος και όχι την Εκκλησία.
Και εδώ το πρόβλημα γίνεται πολιτικό.
Η κυβέρνηση έχει πρόβλημα διότι είχε ήδη μπει σε μια διαδικασία διαπραγμάτευσης με την Εκκλησία για το θέμα. Είναι γνωστό πως ήρθε σε… συμβιβασμό με τη ΔΙΣ για τα Χριστούγεννα – αυτόν τον συμβιβασμό άλλωστε επικαλούνται οι ιεράρχες που τώρα θεωρούν ότι αν θα υπάρξει ή όχι lockdown στα Θεοφάνια είναι δικό τους θέμα και όχι της Πολιτείας. Και εδώ, αν θέλετε, υπάρχει μια ιστορική ευκαιρία για τον Κυριάκο Μητσοτάκη: να δείξει ότι ο κόμπος έφτασε στο χτένι, ότι ο κόσμος αλλάζει, ότι κάποια πράγματα δεν μπορούν να μένουν ίδια.