| ΙΝΤΙΜΕΝΕWS
Απόψεις

Της Δευτέρας χαρά και της Τρίτης θλίψη – στα γήπεδα

Βλέποντας ότι δεν γινόταν να ζητάει από τον κόσμο να φοράει μάσκα, αλλά να ανοίγει τα γήπεδα, ο Μητσοτάκης πήρε πίσω την απόφαση. Με κόστος. Διότι έχει χτίσει την εικόνα του επιτελικού που σύμφωνα με τον Φον Μόλτκε τη μέρα της μάχης μπορεί να πάει για ψάρεμα, αφού έχει προετοιμάσει τα σχέδια στην εντέλεια, και όχι του αξιωματικού που προσπαθεί να μπαλώσει τα πράγματα
Αντώνης Πανούτσος

Στην πορεία προς μια ανεπανάληπτη επικοινωνιακή γκάφα, τα περισσότερα μπορούν να εξηγηθούν. Η Σούπερ Λίγκα και οι ιδιοκτήτες των ΠΑΕ εδώ και καιρό πίεζαν να επιτραπεί η παρουσία θεατών στα γήπεδα. Ο Νίκος Χαρδαλιάς και ο Λευτέρης Αυγενάκης πέταγαν τη σκούφια τους για να μετάσχουν σε μια δημοφιλή απόφαση. Το υπουργείο Υγείας δεν είχε κανένα πρόβλημα, φτάνει να υπάρξει σύμφωνη γνώμη των λοιμωξιολόγων. Και το μόνο που έμενε ήταν οι λεπτομέρειες. Να αποφασιστεί το πότε και το πόσοι και να υπάρξει ένα χρονοδιάγραμμα που θα προέβλεπε την επιστροφή των θεατών στα γήπεδα. Λεπτομερειακό σχέδιο που είχε εκπονηθεί από τη Σούπερ Λίγκα και ανακοινωνόταν τη Δευτέρα με tweet του Λευτέρη Αυγενάκη. Πού, όμως, ξέρουμε ότι κρύβεται ο εξαποδώ; Στις λεπτομέρειες. Οι οποίες δεν ήταν τόσο ασήμαντες.

Με σημαντικότερη λεπτομέρεια όλων τη στάση των λοιμωξιολόγων, που κάθε άλλο παρά ομόφωνη ήταν. Κάποιοι συμφωνούσαν με την ελεγχόμενη επιστροφή των θεατών στα γήπεδα, κάποιοι ήταν κάθετοι στην άρση της απαγόρευσης και κάποιοι αμόλαγαν αετό, όπως μου έλεγε ένας κυβερνητικός παράγοντας. Το θέμα όμως δεν ήταν ο αριθμός, αλλά το ειδικό βάρος του ονόματος αυτού που εξέφερε την αντίρρηση. Και χωρίς το όνομα του Σύψα ή του Τσιόδρα, του Γουόλτερ Κρονκάιτ των ελλήνων λοιμωξιολόγων, που τη γνώμη του εμπιστεύεται το πανελλήνιο, τίποτα δεν μπορούσε να προχωρήσει.

Ιδιαίτερα όταν στη λήψη της απόφασης εμπλεκόταν ένας συνδυασμός από παράγοντες του ποδοσφαίρου, επιστήμονες, πολιτικούς που έψαχναν την επόμενη ψήφο, πολιτικούς που δεν την έψαχναν γιατί ποτέ δεν την είχαν ζητήσει να την πονάνε και ένας Πρωθυπουργός που λόγω φόρτου εργασίας θα έπαιρνε την απόφαση στο τέλος. Ενας συνδυασμός της Κυριακής χαρά και της Δευτέρας θλίψη όπως λέει η παροιμία, για κάθε ψευτόπραγμα και κάθε απόφαση, που αφού έχει ανακοινωθεί, πρέπει κάποιος να αποφασίσει και να κρίνει αν αυτή εφαρμοστεί τι θα γίνει. Ο Κυριάκος Μητσοτάκης βλέποντας ότι δεν γινόταν να ζητάει από τον κόσμο να φοράει μάσκα παντού, αλλά να στέλνει το μήνυμα ότι επανερχόμαστε στην ομαλότητα, αναγκάστηκε να πάρει πίσω την απόφαση. Με το όποιο κόστος.

Κόστος διότι το σχέδιο της επιστροφής των θεατών στα γήπεδα θα μπορούσε να αναιρεθεί αν είχε συμβεί κάποιο απρόβλεπτο Act of God: Μια πυρκαγιά, ένα τσουνάμι, ένας σεισμός ή κάτι ανάλογο. Εδώ δεν είχε υπάρξει τίποτα περισσότερο από μία αύξηση των κρουσμάτων –προβλεπόμενη, αφού από την αρχή του Αυγούστου τα κρούσματα έχουν ανοδική πορεία.

Κόστος διότι όταν η αναίρεση της απόφασης γίνεται με τέτοιο τρόπο, δεν βοηθά τον Μητσοτάκη. Ο Κυριάκος Μητσοτάκης έχει χτίσει την εικόνα του επιτελικού που σύμφωνα με τον Φον Μόλτκε τη μέρα της μάχης μπορεί να πάει για ψάρεμα, αφού έχει προετοιμάσει τα σχέδια στην εντέλεια, και όχι του αξιωματικού που σε κρίσεις προσπαθεί να μπαλώσει τα πράγματα. Σε γενικές γραμμές, ένα τραγέλαφος. Παραφράζοντας τον Μέτερνιχ, όχι εγκληματικός, αλλά αχρείαστος.

Αναφερόμενοι τώρα στο μέλλον. Στην εποχή της πανδημίας, τι μπορεί να γίνει με τον αθλητισμό και ιδιαίτερα με το ποδόσφαιρο;

1) Να γίνει συνείδηση ότι αυτό που ισχύει για μια άλλη χώρα δεν ισχύει οπωσδήποτε για την Ελλάδα. Εάν μία άλλη χώρα μπορεί να ανακοινώνει μέτρα όπως σειρά παρά σειρά και αποστάσεις μεταξύ των θεατών και να τα εφαρμόζει, στην Ελλάδα η κυβέρνηση μπορεί να τα ανακοινώνει. Αλλά θα εφαρμοστούν όσο εφαρμόστηκαν τα μέτρα με τις αριθμημένες θέσεις που θα έλυναν το πρόβλημα της βίας στις κερκίδες.

2) Τα εισιτήρια είναι σημαντικά. Καθοριστικά για τις εταιρείες διανομής, για τους ιδιοκτήτες των κυλικείων και για τους πορτιέρηδες, σημαντικά για τα μαγαζιά της περιοχής που όλο και θα βγάλουν κάτι, αλλά λιγότερο σημαντικά για τις ομάδες. Εκτός από κάποιες ομάδες όπως ο Ολυμπιακός, που πουλάνε πολλά διαρκείας, για τις υπόλοιπες αποτελούν μια πηγή ρευστού, αλλά δεν είναι θέμα ζωής ή θανάτου. Ούτε φυσικά πρόκειται να λυθούν οικονομικά προβλήματα με την επιστροφή 10% θεατών στα γήπεδα.

3) Επίσης ότι κάποια πράγματα δεν είναι συγκρίσιμα. Το κλασικό στην Ελλάδα επιχείρημα «γιατί το κάνετε για αυτούς και όχι για εμάς;», που στη συγκεκριμένη περίπτωση συγκρίνει τα γήπεδα με τα θέατρα και τα σινεμά, δεν στηρίζεται σε συμπεριφορές. Εκτός εάν στα θέατρα οι θεατές σηκώνονται να πανηγυρίσουν όταν στην σκηνή ανεβαίνει ο Αμλετ και αποδοκιμάζουν φτύνοντας τον Λαέρτη.

4) Επίσης, ότι αθλητισμός δεν είναι μόνο η κερκίδα. Οτι ωραία είναι η προβολή από το ποδόσφαιρο, αλλά κάποια στιγμή το υφυπουργείο καλό είναι να πάψει να είναι υπουργείο πρωταθλητισμού και να ασχοληθεί με τα συμμετοχικά σπορ. Πέρσι, με το lockdown, ο κόσμος μην έχοντας να κάνει κάτι καλύτερο, έβγαινε και περπατούσε στον δρόμο. Σε έναν δεύτερο δύσκολο χειμώνα, σε περίπτωση περιορισμού της κυκλοφορίας, στο υφυπουργείο θα μπορούσαν να σκεφτούν τρόπους συνεργασίας με του δήμους, ώστε πάρκα και γήπεδα να μείνουν ανοιχτά για το κοινό.

Ετσι ώστε να μην πάμε στα επόμενα σχέδια της χαράς της Δευτέρας για τους υπουργούς και την Τρίτη της θλίψης για τον πρωθυπουργό, όταν θα προσπαθούν να περάσουν την εικόνα του αποφασιστικού ηγέτη, ενώ από αδυναμία τους τον έχουν κάνει να δείχνει δίγνωμος.