| CreativeProtagon/Intimenews
Απόψεις

Το σκληρό Sudoku του φθινοπώρου

Ιαπωνικό παζλ για γερά νεύρα η ενορχήστρωση του φετινού προγράμματος των εξωσχολικών δραστηριοτήτων για τους γονείς. Ιδιαίτερα μαθήματα με ανοιχτά τα παράθυρα, φροντιστήρια με απαυδισμένα από τη μάσκα πιτσιρίκια, αγώνες ποδοσφαίρου κεκλεισμένων των θυρών
Λένα Παπαδημητρίου

Κάθομαι στο μπαλκόνι του ωδείου χαζεύοντας τα χρώματα της φθινοπωρινής δύσης, ίσως η μοναδική ανάσα ελευθερίας όλη μέρα. Από κάτω στην πλατεία παιδιά παίζουν, σκυλιά αλυχτούν, έφηβοι μιλούν για το «GNTM». Με πλησιάζει μια δεκάχρονη μικρή που μόλις τελείωσε το μάθημα της ηλεκτρικής κιθάρας. Φοράει μια μάσκα μινιόν, όπως η ίδια, με μια γατούλα πάνω. Φορώ και εγώ ξανά τη δική μου. Τα μάτια της αστράφτουν καθώς αρχίζει και μου αφηγείται τα σχέδια που καταστρώνει για το πώς θα «τσακώσει» φέτος τον Αγιο Βασίλη: θα μείνει ξάγρυπνη όλη τη νύχτα, θα κρυφτεί κάτω από την πολυθρόνα που χρησιμοποιεί ο μπαμπάς για να δουλέψει στο σπίτι, θα γεμίσει το πάτωμα αλεύρι «για να μείνουν τα χνάρια του». Το φθινοπωρινό χριστουγεννιάτικο όνειρο φθάνει στ΄αφτιά μου μαζί με νότες από πιάνα και κιθάρες· πάντα ηρεμώ εδώ στο ωδείο των παιδιών. Οταν έφυγε η μικρή ανακάλυψα ότι είχα φορέσει καινούργια μάσκα, ενώ είχα μια ακόμα, περασμένη στο χέρι.

Φέτος, το Sudoku του φθινοπώρου προβλέπεται ιδιαίτερα σκληρό. Η ετήσια ενορχήστρωση των εξωσχολικών δραστηριοτήτων (πάντα πιο απαιτητική όταν οι γονείς εργάζονται, τα οικονομικά υποφέρουν και τα παιδιά είναι παραπάνω από ένα), αυτή τη χρονιά «πατάει» πάνω σε γυαλιά και διαρκώς μεταβαλλόμενα επιδημιολογικά δεδομένα. Ιδιαίτερα σε περιοχές με βαρύ ιικό φορτίο, όπως η Αττική, ο ίδιος ο προγραμματισμός είναι μια μικρή επιχείρηση Mπαρμπαρόσα. Τι; Πότε; Πώς; (διαδικτυακά ή με φυσική παρουσία); Οι τιμές αλλάζουν; Και αν κλείσουν τα σχολεία; Πώς θα πηγαίνει τον μικρό στην πισίνα η μαμά που δεν οδηγεί; Ως πότε θα συνεχιστούν οι προπονήσεις στο μπάσκετ; Τι θα γίνει με τον φυσικό που έρχεται για ιδιαίτερο μάθημα και είναι μιας κάποιας ηλικίας;

Ξεκινάει η νέα σχολική χρονιά και εκείνο το «We face a generational catastrophe» («Αντιμετωπίζουμε μια γενεαλογική καταστροφή») που ξεστόμισε πριν από ένα μήνα ο Αντόνιο Γκουτιέρες αντηχεί σαν πυροβολισμός. Ο γενικός γραμματέας των Ηνωμένων Εθνών αναφέρθηκε στις 4 Αυγούστου 2020 ευθέως στο «απερίγραπτο ανθρώπινο δυναμικό» που κινδυνεύει να χαθεί (το περασμένο σχολικό έτος τα σχολεία ήταν κλειστά σε 160 χώρες του πλανήτη).

Εξυπακούεται ότι το ζήτημα σοβαρεύει αν όντως το σχολικό περιβάλλον αποκλειστεί και πάλι. «Δεν ξέρω τι θα τον κάνω τον μικρό» μου λέει οδηγός ταξί που έχει ήδη τον γιο του μαντρωμένο στο σπίτι (μαθητής της Β’ Λυκείου σε ένα από τα έξι σχολεία της Αττικής που έκλεισαν πρώτα πρώτα προ ημερών). «Oσο για τον μεγάλο μου γιο, πέρασε φέτος σε σχολή στην επαρχία. Η αλήθεια είναι ότι περίμενα κάτι καλύτερο, τρία χρόνια ιδιαίτερα του κάναμε, τι στο καλό… Τώρα θέλει και αυτός 1.000 ευρώ τον μήνα, για το ενοίκιο, τα καθημερινά του, τα πέρα-δώθε. Οσο για τη δική μου δουλειά… Μετά βίας βγαίνουν τα προς το ζην».

Κάποιοι γονείς προσπαθούν αυτή τη φορά να φανούν πιο προνοητικοί (αρκετοί με εμφανή τα σημάδια μιας υποβόσκουσας υστερίας): «Θα τον ταράξω στα ιδιαίτερα για να μην αποβλακωθεί πάλι όλη μέρα με το κινητό, όπως πέρυσι», «Το φροντιστήριο Χ δεν σταμάτησε στιγμή τα διαδικτυακά μαθήματα και ο γιός του τάδε πέρασε από τους πρώτους στο Πολυτεχνείο» και τα συναφή. Aν τα πράγματα δεν πάνε καλά, ο ιός θα το απαξιώσει και άλλο το ελληνικό (πρωτίστως το δημόσιο) σχολείο.

Προφανώς, η όλη κατάσταση θα οξύνει τις ήδη υπάρχουσες ανισότητες. Είναι π.χ. ήδη σαφές ότι θα «παίξει» πολύ το οικονομικά πολύ πιο ασύμφορο ιδιαίτερο μάθημα που όσο να ‘ναι, για να τηρηθούν τα μέτρα, δεν μπορεί να λαμβάνει χώρα σε ένα εφηβικό υπνοδωμάτιο-τρύπα. «Ηδη τη βλέπω τη στροφή στα ιδιαίτερα» μου αναφέρει νεαρή καθηγήτρια γαλλικών που δουλεύει και σε φροντιστήριο. «Βέβαια δεν καταλαβαίνω γιατί θεωρείται πιο ασφαλές. Μπαινοβγαίνουμε σε τόσα σπίτια και τα μέτρα δεν ακολουθούνται πάντα. Χθες σε ένα σπίτι που πήγα, ένας μαθητής της Β΄Λυκείου τσακωνόταν με τους γονείς του. Δεν ήθελε με τίποτα να φορέσει μάσκα στο μάθημα. Πείστηκε μόνο όταν όταν του ξεκαθάρισα ότι εγώ θα φοράω ανελλιπώς μάσκα. Το θεώρησε άδικο να μην κάνει το ίδιο».

Το τοπίο των εξωσχολικών δραστηριοτήτων προβλέπεται ήδη αρκετά ομιχλώδες και σουρεαλιστικό. Στα ιδιαίτερα: ανοιχτά διάπλατα τα παράθυρα (όπου είναι εφικτό), εξονυχιστικές διαπραγματεύσεις με τον εκάστοτε καθηγητή (άλλος θεωρεί επιβεβλημένη τη μάσκα, άλλος «σκάει» και γκρινιάζει μπροστά στο παιδί που έχει ήδη «χτυπήσει» πεντάωρο με μάσκα στο σχολείο), εξονυχιστικό πλύσιμο του ποτηριού από το οποίο ήπιε ο «ιδιαιτεράς» και ψέκασμα… με ντετόλ του στυλό που χρησιμοποίησε. Επιπλέον, γονείς που απαιτούν μόνο διαδικτυακό μάθημα, παλαιάς κοπής ιδιαιτεράδες που κάνουν οι ίδιοι εντατικά μαθήματα για να επιβιώσουν στην εποχή της τηλεκπαίδευσης, μαθητές που εκδηλώνουν σημάδια κόπωσης από την περσινή τραυματική εμπειρία της οθόνης («Μαμά, δεν γίνεται να κάνουμε το μάθημα από κοντά; Είναι πιο ωραία» θα πει ένας μικρός της Α΄Γυμνασίου).

Σε ωδεία και στα φροντιστήρια αγώνας επιβίωσης. Πιτσιρίκια του δημοτικού που κάθε λίγο και λιγάκι ζητούν να βγουν λίγο έξω να πάρουν αέρα, γιατί δεν αντέχουν ή «πονάει το αφτάκι τους» («Δεν μπορείς να τους το αρνηθείς»), καθηγητές με «κλειστές» φωνές από τις υποχρεωτικά ανεβασμένες οκτάβες πίσω από τη μάσκα, εξαντλητικές επαναλήψεις για τα χαοτικά κενά της περασμένης χρονιάς («Ωραία ήταν έξι μήνες χωρίς σχολείο!» αναφωνεί νεαρός της Α΄Λυκείου, άριστος μέχρι πρότινος μαθητής, που δεν πάτησε στην τάξη ούτε τον Ιούνιο, εξαιτίας κάποιου προβλήματος υγείας της μητέρας του).

Δεν λείπουν βέβαια και εκείνοι με τη «σίγουρη» πελατεία, που έχουν άλλου τύπου προβληματισμούς: «Φέτος διστάζω να έρθω σε επαφή με καινούργιες οικογένειες» μου αναφέρει ιδιοκτήτρια φροντιστηρίου. «Είμαι ήσυχη με αυτούς που έχω ήδη και γνωρίζω ότι τηρούν τα μέτρα. Φοβάμαι, όμως, το άγνωστο. Χθες που κάποιος καινούργιος μαθητής μού ακύρωσε, σχεδόν ένιωσα ανακούφιση».

Στα αθλήματα, τον χορό κ.τ.λ. αβεβαιότητα. Και βέβαια γονείς που περιφέρονται σαν τις άδικες κατάρες (γιατί συχνά δεν τους επιτρέπεται να συνοδεύσουν τα παιδιά μέσα στον χώρο της προπόνησης ή του μαθήματος). Σημειωτέον ότι στο βασανιστικό φετινό Sudoku πρέπει σαφώς να ληφθούν υπ’ όψιν και τα αυξανόμενα λουκέτα: «Πηγαίναμε τη μικρή στη σχολή ρυθμικής της γειτονιάς μας. Φέτος έχει μόλις 7 από τα 20 παιδιά που είχε πέρυσι, δεν βγαίνει, θα κλείσει. Και εμείς πού θα την πάμε τώρα;».

Και φυσικά οι αιώνιοι αφανείς ήρωες της ελληνικής οικονομίας, οι παππούδες και οι γιαγιάδες που (συχνά απρόθυμοι πλέον) εξακολουθούν να επιστρατεύονται για όλες αυτές τις φίλιες αγγαρείες. Εξηνταπεντάχρονη μου περιγράφει πώς ο διαπρύσιος αρνητής της μάσκας γιος της, 42 ετών, τής αναθέτει και αυτή τη τη χρονιά τα πέρα-δώθε των τέκνων του. Εκείνη δέχτηκε να συνδράμει, αλλά ποσώς δίστασε να κάνει τα εγγόνια της στρατιωτάκια: «Κανείς μαζί με τη γιαγιά χωρίς μάσκα».

Μέσα σε αυτό το φθινοπωρινό Sudoku για γερούς (και ψυχικά ανθεκτικούς) λύτες, κάποιες στιγμές από την παλιά ζωή ξεπηδούν σαν αχτίδες φωτός. Η κοινωνικοποίηση, η επαφή, η δίψα για μάθηση και για μετάδοση γνώσης και φυσικά, πάνω από όλα, η ομορφιά της ρουτίνας. Διότι μόλις αρχίσει το μάθημα ή η προπόνηση, καθηγητές και παιδιά καταφέρνουν να αποδράσουν στις εξισώσεις, στην passive voice, στις ντρίμπλες, στον υπερσυντέλικο του «λύομαι», στο accent circonflexe. Και τότε όλα (πανδημία, μάσκα, το τέλος του κόσμου) σαν να σβήνουν, έστω για λίγο. «Και αυτό το καλοκαίρι τα παιδιά σου ομόρφυναν και μέσα και έξω» μου κλείνει το μάτι η δασκάλα του ωδείου, καθώς με βλέπει σκεπτική στο μπαλκόνι. Παρατάω το Sudoku και αφήνομαι σε μια σουίτα του Μπαχ για τσέλο.