| Shutterstock / CreativeProtagon
Απόψεις

Το καλοκαίρι της νοσταλγίας

Τι να πρωτονοσταλγήσει κανείς αυτό το κατηραμένο θέρος; Τη ζωή με Ολυμπιακούς, ζουμερά φιλιά και ταξίδια; Τη ζωή χωρίς μάσκα, καχυποψία και Ντόναλντ Τραμπ; Η πανδημία ανακίνησε τη λαχτάρα για τo παρελθόν και τις ξένοιαστες μέρες του
Λένα Παπαδημητρίου

O ρώσος στρατηγός που το 1733 έθαβε ζωντανούς τους στρατιώτες του αμέσως μόλις τούς έβλεπε να νοσταλγούν (το  σπίτι τους, τη γυναίκα τους ή την παλιά τους ζωή), θα με είχε περιλάβει πρώτη πρώτη. Η αλήθεια είναι ότι το πρώτο σύμπτωμα το εμφάνισα στην «σκληρή» καραντίνα. Κάθε φορά που έκανα τη γυμναστική μου μέσα στο σαλόνι (προκαλώντας τη θυμηδία των υπολοίπων στο σπίτι), έβαζα στο Spotify  τραγούδια του Τζορτζ Μάικλ (συνήθως το «Freedom»). Μόνο του Τζορτζ Μάικλ όμως. Για κάποιον ανεξήγητο λόγο, άκουγα ξανά και ξανά  τα πιο ποπ, ανέφελα και «ρηχά»  τραγούδια της πρώιμης εφηβείας μου, που είχα να ακούσω αιώνες. Αναζητούσα, όπως αποδείχθηκε, ένα καταφύγιο στο παρελθόν, κάνοντας παρέα με τον παλιό, ξένοιαστο εαυτό μου. Ο ρώσος στρατηγός θα μου έριχνε την πρώτη φτυαριά χωρίς να κουνήσει βλέφαρο.

Διαπίστωσα ότι δεν ήμουν η μόνη. Σύμφωνα με νέα έρευνα για τις επιπτώσεις της COVID-19 στις επιλογές που κάνουν φέτος οι Αμερικανοί  στην μουσική  και στις τηλεοπτικές σειρές, τουλάχιστον οι μισοί εμφανίζουν το  «σύνδρομο Τζορτζ Μάικλ» (ένα 55 % δήλωσαν ότι προτιμούν τη μουσική που άκουγαν παλιά  ενώ ένα 54%  κάθησαν να δουν ξανά επεισόδια μιας παλιάς αγαπημένης τους σειράς). Διόλου τυχαίο ότι τα reunion καστ παλιών αγαπημένων σειρών («Taxi,«Τwin Peaks,«Στη λεωφόρου του Μελρόουζ») έδωσαν και πήραν στο Διαδίκτυο. Γιατί, τι άλλο ήταν το «Last Dance» (το docuseries του Netflix για τον Μάικλ Τζόρνταν που έκανε θραύση και στην Ελλάδα) από μια γλυκιά φυγή στα ΄90ς;

Ενας φίλος ψυχίατρος στον οποίο εκμυστηρεύτηκα τις σκέψεις μου, μου  απάντησε ότι ειδικά στο lockdown ο ίδιος είχε  παρόμοιες τάσεις. «Ονειρευόμουν πράγματα που δεν βλέπω συνήθως. Σα να με είχε γυρίσει ο ύπνος μου σε γεγονότα της εφηβείας και της νεανικής ζωής μου. Μπορεί να συνέβη αυτό επειδή είχαν σταματήσει οι  πυροβολισμοί από γεγονότα και υποχρεώσεις, επειδή έμεινε ελεύθερο το μυαλό μου και είχα χρόνο να θυμηθώ ή να αναπολήσω. Μπορεί βέβαια όλο αυτό που συζητάμε να είναι και μια επιθυμία να “επισκεφτεί” κανείς  την ασφάλεια της οικογένειας, όπως ήταν παλαιότερα».

Η επέλαση της λαχτάρας για το παρελθόν είναι εκκωφαντική στον πλανήτη του 2020. Διότι μια θανατηφόρος πανδημία είναι παλιομοδίτικη από μόνη της (σε συνδέει αυτόματα με πληγέντες άλλων αιώνων). Επιπλέον, στα βασικά συστατικά της περιλαμβάνονται όλα εκείνα που θέτουν σε λειτουργία τη νοσταλγία (που κάποτε, σημειώνω, εθεωρείτο  σοβαρή ψυχική  διαταραχή): η πλήξη, η αφθονία χρόνου, η μοναξιά, η ανασφάλεια, ο φόβος του θανάτου.

Θυμίζω τα  challenges στο Διαδίκτυο,  στα οποία ενέδωσε και η Ελλάδα των 6 SMS εξόδου. Με τις  φωτογραφίες των παιδικών ή νεανικών  χρόνων (ακόμη και όσοι αρχικά χλεύαζαν,  έσπευσαν τελικά να ανοίξουν το οικογενειακό άλμπουμ),  με «τις 10 ταινίες που  αγάπησα» κοκ  Δεν προκαλεί επίσης  έκπληξη ότι  φέτος πολλές σχέσεις συσφίχθηκαν. Ακόμα και κάποιες που είχαν διαρραγεί · σα να επανασυγκολήθηκαν ως δια μαγείας (εκτός από τις εντελώς χαμένες υποθέσεις).

Εκείνη πχ η αγαπημένη ξαδέλφη που πάντα ήθελες να βλέπεις, αλλά ποτέ δεν μπορούσες, ξαφνικά μπήκε στο ραντάρ σου, αρχίσατε να μιλάτε, θέλεις πια να μαθαίνεις νέα της, κάθε τόσο τής στέλνεις αστεία COVID memes. Εγώ επικοινώνησα (μέσω Zoom) με μια παλιά συγκάτοικο από τα χρόνια των σπουδών στη Σκωτία. Η αιγύπτια φίλη μου με κοίταξε με τρυφερότητα από την οθόνη και συζητήσαμε για  το peak της «καμπύλης» στο Κάϊρο, για κοινούς φίλους και για μια ολόκληρη δεκαετίας ζωής που η μία έχει χάσει από την άλλη.

Καθόλου τυχαίο επίσης ότι ελλείψει, φέτος, μεγάλων αθλητικών ραντεβού, το BBC κάλυψε συνειδητότατα το κενό με ένα σουλάτσο στο παρελθόν. Δεν θα δεις φέτος του Ολυμπιακούς του Τόκυο; Δες τα best of από την Ολυμπιάδα του Λονδίνου (2012). Στενοχωριέσαι για το ανύπαρκτο Euro 2020; Γέλασε και κλάψε με τα καλύτερα από το Euro του 1996 με τον Αλαν Σίρερ να φοράει το «Χρυσό Παπούτσι» (αν είσαι Βρετανός κερδίζεις δύο σε ένα: απόδραση στο παρελθόν και παροδική εθνική ανάταση στην καραβαραθρωμένη Γηραιά Αλβιόνα του Μπόρις Τζόνσον).

Eίναι τελικά πολλές οι νοσταλγίες που έχει πυροδοτήσει η COVID-19.  Μεταξύ άλλων και  η «νέα σπιτίσια ζωή» («new domesticity»):με τα καρβέλια στον φούρνο, τα μοσχοβολιστά γεμιστά ποσταρισμένα στο Facebook (από μέχρι πρότινος ανεπίδεκτους μαγείρους), το επανεφευρεθέν οικογενειακό τραπέζι κοκ Είναι ακόμη  η επιστροφή στα παλιά  παιχνίδια (επιτραπέζια, βιντεογκέιμ κ.ά.). Μια δημοσιογράφος των «New York Times» επιχείρησε σε άρθρο της  να εξηγήσει στον εαυτό της, γιατί κόλλησε εκ νέου με ένα βιντεογκέιμ για υπολογιστή  που είχε να παίξει χρόνια (το «Myst»).

Είναι  και αυτό το  οδυνηρό «mal de corazon» που βιώνεις για στέκια, logos, συνήθειες που χάνονται και προβλέπεται να χαθούν (τελευταίο κρούσμα το κλείσιμο της Pizza Hut). Είναι ακόμη και η  νοσταλγία για τα «κίτρινα» περιοδικά που διάβαζες χωρίς ενοχές στο κομμωτήριο (δεν επιτρέπονται πλέον).  Ακόμα και  νοσταλγία  για την αφασία της σκληρής  καραντίνας έχω ακούσει.

Εδώ έρχεται να προστεθεί  η αποθυμία για τα ταξίδια που δεν έχεις κάνει (οι Γερμανοί έχουν την αριστουργηματική λέξη «fernweh», ήτοι το να  νοσταλγείς μέρη που δεν έχεις επισκεφτεί) αλλά και αυτά που πρόλαβες (αν ήσουν τυχερός) να κάνεις. Εξ ου και τα διάφορα σουβενίρ από τις παλιές εξορμήσεις ανά την υδρόγειο (η ποδιά κουζίνας από το Ηarrods του Λονδίνου, η αφίσα από το ΜοΜΑ της Νέας Υόρκης, ο πίνακας από έναν πλανόδιο ζωγράφο στο Ρίο ντε Τζανέιρο), έτσι όπως χάσκουν μέσα στο σπίτι που προετοιμάζεται για ένα δεύτερο κύμα είναι σχεδόν… επώδυνα.

Σημειωτέον ότι η λαχτάρα για το ξένοιαστο παρελθόν είναι πλέον απροκάλυπτα το βασικό αμπαλάζ για το μάρκετινγκ στον καιρό της πανδημίας. Στις ΗΠΑ του Τραμπ τα drive-in επέστρεψαν  δυναμικά ( το δε φορμά τους δεν χρησιμοποιείται μόνο για ταινίες· ο αμερικανός κωμικός Τζιμ Γκάφινγκαν έδωσε ολόκληρη παράσταση μπροστά σε  1000 αμάξια σε ένα πάρκινγκ  του Νιου Τζέρσεϊ). Προ ημερών  η Ford  νεκρανάστησε το μάτσο μοντέλο της «Bronco» (των 60ς), ενώ η… πεθυμιά  για τους Ομπάμα  χτυπάει κόκκινο (το δαιμόνιο τέως πρώτο  ζεύγος την  εξαργυρώνει τα μάλα με το αυτοψυχαναλυτικό ντεμπούτο του στo Spotify).

Τέλος και πάνω απ’όλα είναι  η νέα, ατόφια νοσταλγία για τη ζωή πριν. Οχι πολύ πίσω. Νοσταλγία πχ για τον περασμένο Φεβρουάριο.