Απόψεις

Το εμβόλιο και η πονηρή φυλή των «άσε να δούμε»

Το τσιπάκι του Βασιλάκη του Γκέιτς, το λογισμικό που αλλοιώνει το αγνό, παρθένο ελληνικό αίμα, οι κακούργες φαρμακοβιομηχανίες, οι μη ξε-τσίπ-ωτες μάσκες, τα γιούχα κι η Γιουχάν είναι λίγα από τα συνωμοσιολογικά άνθη του μπαξέ των αρνητών. Αλλά μεγαλύτερο πρόβλημα είναι τελικά οι «Ασε να δούμε»
Στάθης Παχίδης

Αρχαίο και πολυχρησιμοποιημένο το αξίωμα «δώσε δίλημμα στον Ελληνα και μέτρα μετά πτώματα» και έχει επαληθευτεί επώδυνα τόσες φορές, με δεδομένη πάντα την άγνοια πως ουδέν δίλημμα υφίσταται ως τέτοιο, μια και πιθανότατα είναι τρίλημμα, τετράλημμα και βάλε. 

Το τελευταίο δίπολο που προέκυψε στους μασκοφόρους καιρούς, που με καρτερία διανύουμε, είναι το ντέρμπι «εμβολιασμένοι» VS «αρνητές εμβολίου», που είναι σε εξέλιξη με συνέπειες ολέθριες σε βάρος της  δύσκολης, εδώ και ενάμιση χρόνο, καθημερινότητας όλων μας αλλά και της κοινής λογικής. Το τσιπάκι του Βασιλάκη του Γκέιτς, το λογισμικό που αλλοιώνει το αγνό, παρθένο ελληνικό αίμα, οι κακούργες φαρμακοβιομηχανίες, οι μη ξε-τσίπ-ωτες μάσκες, τα γιούχα κι η Γιουχάν είναι λίγα από τα συνωμοσιολογικά άνθη του μπαξέ των αρνητών, αλλά ας μην εστιάσουμε στον εύκολο πόλο του διλήμματος, που είναι τρίλημμα τουλάχιστον.

Υπάρχει και παρεμβαίνει αποτελεσματικά η πανάρχαια φυλή των «Ασε να δούμε». Αυτός ο  ανθρωπότυπος, η άποψη ζωής, η ιδεολογία εντέλει, που πάντα και παντού θα περιμένει τους άλλους να εκτεθούν πρώτοι, να πάρουν την κρυάδα, να πληρώσουν το μάρμαρο, να βγάλουν τα κάστανα από τη φωτιά. Μέσα στην οχλαγωγία του ντέρμπι των πολωμένων στα social media, δεν τους πιάνει εύκολα το μάτι σου, αλλά στα μουλωχτά και υπογείως –τάχα πληροφορημένοι, τάχα σκεπτικιστές– οι «Ασε να δούμε» σιωπηλά και στο ημίφως κάνουν αυτό που από πάντα τους χαρακτήριζε: περιμένουν. 

Περιμένουν να μετρήσουν καταστάσεις και πιθανότητες, να καταλάβουν προς τα πού φυσάει ο άνεμος, να δουν τα αποτελέσματα των εμβολιασμών στους τριγύρω, να σιγουρευτούν για όποιες παρενέργειες (όσο καιρό και αν τους πάρει αυτό και με όποιες συνέπειες). Μετά, αν δε συμβεί κανένα πατατράκ στα πέριξ, αεράτοι και στο μυαλό τους ασφαλείς, μπορεί και να σκάσουν μύτη στο εμβολιαστικό κέντρο. Είναι γνωστό εξάλλου πως του χέστη η μάνα ουδέποτε εδάκρυσε.

Πέραν των μητρικών δακρύων όμως, πολλά κίνητρα μπορούν να ανιχνευθούν στη στάση (ή καλύτερα στη φύση) των «Ασε να δούμε». Δεν είναι ο παιδικός φόβος μπρος στη σύριγγα ούτε και το ανήθικο «ας πάει χάλια το εμβόλιο του γείτονα». Την ώρα που κανείς δεν ξέρει από πού θα του έρθει το ύπουλο χτύπημα του ιού και ενώ δίνεται η δυνατότητα (με υψηλά μάλιστα ποσοστά επιτυχούς κατάληξης) να πάψει ο εφιάλτης για όλο το κοινωνικό σύνολο, οι «Ασε να δούμε», με φιλαυτία και παρτακισμό αδυσώπητο, επιλέγουν να διαφυλάξουν (;) τη μόνη αξία τους, το μόνο κίνητρο ζωής, που τους ωθεί: το τομάρι τους, την πάρτη τους.

Και βέβαια, μπρος σε όλα αυτά, φαντάζει περίπου αθώα η εξομολόγηση επί του θέματος μιας κοτσονάτης, μέσης ηλικίας κυρίας προς γειτόνισσα,  που, λαθρακουστής, υπέκλεψα πριν μέρες:

…«Καλέ, ας κάνει πρώτα το pet (…εννοώντας τον σύζυγο!!!) τη δεύτερη δόση και μετά πηγαίνω κι εγώ».