Έζησα, μέσα στο πετσί μου που λένε, τρία σημαντικά δημοψηφίσματα. Έγιναν σε τρεις χώρες με τις οποίες έχω δεσμούς DNA. Την Κύπρο, την Βρετανία και την Ελλάδα. Συμμετείχα μόνο σε ένα, αυτό του Τσίπρα για το Μνημόνιο, στις 5 Ιουλίου 2015. Που αντί να το σκίσει ο ίδιος, όπως υποσχέθηκε πριν γίνει κυβέρνηση, μετέθεσε την ευθύνη στον «κυρίαρχο λαό», όταν έπεσε στα βαθιά και δεν μπορούσε να το διαχειριστεί.
Εγώ ψήφισα «ΝΑΙ», να αφήσουμε να μας κατασπαράξουν οι Θεσμοί και «να μας κλέψουν την αξιοπρέπεια». Έχασα βεβαίως! Όπως και στα άλλα δύο δημοψηφίσματα, στα οποία ωστόσο δεν είχα δικαίωμα ψήφου.
Ήμουν υπέρ του Σχεδίου Ανάν για τη λύση του Κυπριακού, και έτσι βαπτίστηκα «ΝΑΙνέκος» από τους πατριώτες του «ΟΧΙ» και του «εγώ πατρίδα παρέλαβα, δεν θα τους παραδώσω κοινότητα», όπως τους έπεισε ο μακαρίτης Τάσσος Παπαδόπουλος.
Και ήμουν υπέρ και της παραμονής της Βρετανίας στην ΕΕ διότι υποστηρίζω ένθερμα την ευρωπαϊκή ιδέα, πιστεύω σε αυτήν και, όπως και στην Κύπρο και στην Ελλάδα, θεωρώ πως το «μαζί» έχει περισσότερη ισχύ, αξία, αλλά και γοητεία από το «χώρια». Το δηλητήριο της διχόνοιας, σκοτώνει.
Στην εξέλιξη όμως των πραγμάτων, είμαι ευτυχής (αν και μας κόστισε άλλο ένα «άσχιστο» μνημόνιο, δηλαδή συν €100 δισ. ευρώ) που δεν υλοποιήθηκε η απόφαση «του υπερήφανου ελληνικού λαού», όπως αυτή εκφράστηκε στο δημοψήφισμα, δηλαδή από το 61,31% των Ελλήνων που είπε «όχι, δεν θέλω το σχέδιο των Θεσμών, προτιμώ την αξιοπρέπειά μου». Αναγκάζοντας τον Τσίπρα, που γνώριζε πολύ καλά ότι σε λιγότερο από 10 ημέρες έληγε μια δόση την οποία η Ελλάδα δεν ήταν σε θέση να πληρώσει, να πάει στο περίφημο Eurogroup της 10ης Ιουλίου, όπου έκανε αυτό που οι ξένοι έμαθαν ότι στην Ελλάδα το λέμε «κωλοτούμπα» και το μετουσίωσαν σε πρωτοσέλιδα).
Έφαγε, είναι γνωστό πια, το ξύλο της ζωής του. Όχι επειδή οι άλλοι ήταν δήθεν τραμπούκοι, ή «Μη Ενήλικοι – Non Adults – στο Δωμάτιο» κατά τον Μέγα Οικονομικό, αλλά επειδή αποδείχθηκε ότι ως Πρωθυπουργός ή είχε υποτιμήσει το μέγεθος και την δυσκολία των προβλημάτων, ή δεν διέθετε τελικά την ικανότητα να κυβερνήσει στα πιο δύσκολα χιλιόμετρα της χειρότερης οικονομικής κρίσης της χώρας.
Θυμάμαι κάθε δευτερόλεπτο εκείνης της χιτσκοκικής νύχτας, στημένος μπροστά στην τηλεόραση, να κάνω άπειρα ζάπινγκ, με το κινητό στο χέρι να στέλνω και να λαμβάνω sms από ανθρώπους που ήταν εκεί, στο κέντρο των εξελίξεων, ή είχαν προσβάσεις καλύτερες, και να μιλάω στο τηλέφωνο με κόσμο και κοσμάκη «τι γίνεται ρε, μαθαίνεις τίποτα;»… Σαν να ήμουν δηλαδή, διασωληνωμένος στην Εντατική του Εurogroup!
Έχω φυλαγμένα ακόμα τα sms που ανταλλάσσαμε με τον τότε κυβερνητικό εκπρόσωπο της κυπριακής κυβέρνησης, τώρα υπουργό Εξωτερικών, Νίκο Χριστοδουλίδη ο οποίος, λόγω και της συμμετοχής του Προέδρου Αναστασιάδη στην έκτακτη Σύνοδο Κορυφής που συνεδρίασε αμέσως μετά το ιστορικό «Eurogroup της Κωλοτούμπας», είχε πληροφόρηση από πρώτο χέρι. Ενδεικτικά, αναφέρω μερικά:
— Φίλε, δεν πάνε καλά τα πράγματα
— Φίλε, πάμε για αδιέξοδο
— Φίλε, κάτι κινείται… (σ.σ: ήταν όταν έμεινε μόνος μαζί τους ο Τσίπρας).
–– Φίλε, τα βρήκανε!
Κάπου στα ξημερώματα ήλθε το ύστατο αυτό μαντάτο που έκανε τον ήλιο να ανατείλει. Ήταν η πρώτη και μόνη φορά που πανηγύρισα και φώναξα «μπράβο» στον Τσίπρα, και πίστεψα ότι ενηλικιώθηκε. Την ίδια ώρα, που στενοί του συνεργάτες αλλά και πολλοί οπαδοί του, άρχισαν να τον βρίζουν.
Το «άγριο γλέντι» άρχισε με την επιστροφή της αποστολής από τις Βρυξέλλες, όταν το Κοινοβούλιο πια, και όχι ο υπερήφανος λαός σε δημοψήφισμα, έπρεπε να εγκρίνει ή να απορρίψει το νέο σχέδιο των Θεσμών. Βελτιωμένο προσπάθησαν να το πουν οι κυβερνητικοί, αλλά δεν τους πολυβγήκε. Κωνσταντοπούλου και Λαφαζάνης, ανάμεσα σε άλλους, είχαν ήδη τραβήξει τα σπαθιά τους. Η κρίσιμη συνεδρίαση στη Βουλή για την έγκριση το 3ου Μνημονίου κράτησε ως τα ξημερώματα. Δεν θα ξεχάσω ποτέ τον καημένο τον Τσακαλώτο, διάδοχο του επηρμένου Βαρουφάκη, να παρακαλεί το προεδρείο να επιταχύνει τις διαδικασίες γιατί περίμενε το κυβερνητικό αεροσκάφος να τον «πετάξει» στις Βρυξέλλες για τις τελικές υπογραφές στο νέο, έκτακτο Eurogroup.
Τελικά, νίκησε το 38,69% του δημοψηφίσματος! Εκείνο που, όμοια με το πλειοψηφικό 61,31%, επέλεξε να αρκεστεί σε δική του ερμηνεία του αδιανόητου και ακατανόητου ερωτήματος που αναγραφόταν στο ψηφοδέλτιο. Εμείς ψηφίσαμε «Μένουμε Ευρώπη», και οι άλλοι «Αξιοπρέπεια». Καμία από τις δύο αυτές επιλογές δεν υπήρχε όμως στο χαρτί. Όλοι ερμηνεύσαμε το ερώτημα κατά το δοκούν!
Για την Ιστορία, λοιπόν:
Το δημοψήφισμα προκηρύχθηκε στις 27 Ιουνίου του 2015 από τον Πρωθυπουργό Αλέξη Τσίπρα, οκτώ μήνες μετά τον σχηματισμό της κυβέρνησής του με τους Ανεξάρτητους Έλληνες (ΑΝΕΛ) του Πάνου Καμένου, και δύο μόλις ημέρες μετά το προγραμματισμένο Eurogroup, όπου προτάθηκε Σχέδιο Συμφωνίας για να μην οδηγηθεί η Ελλάδα άμεσα σε χρεωκοπία.
Στο διάγγελμά του το βράδυ της προκήρυξης, ο Αλέξης Τσίπας μίλησε για «τελεσίγραφο εκ μέρους των Θεσμών», και κάλεσε τον ελληνικό λαό να απαντήσει «στο εκβιαστικό αυτό τελεσίγραφο».
Το δημοψήφισμα διεξήχθη μόλις μία εβδομάδα αργότερα, Κυριακή 5 Ιουλίου 2015. Τα ψηφοδέλτια προετοιμάστηκαν και τυπώθηκαν σε χρόνο ρεκόρ και με τρόπο που καθιστούσε αναξιόπιστη έως και γελοία όλη τη διαδικασία.
Αναξιόπιστη για δύο, βασικά, λόγους:
(1) Το ασαφές, δυσνόητο και περίπλοκο του ερωτήματος στο οποίο καλείτο να απαντήσει ο πολίτης.
(2) Δεν προηγήθηκε εύλογη χρονική περίοδος «διαβούλευσης με τον λαό», ώστε με συζητήσεις και ενημερωτικές ενέργειες, να μπορεί ο πολίτης να διαμορφώσει ξεκάθαρη γνώμη και να πάει στην κάλπη συγκεντρωμένος στην ουσία του ερωτήματος.
Σε αντιπαραβολή με τους Βρετανούς, το δημοψήφισμα για το Brexit έγινε δύο μήνες μετά την επίσημη προκήρυξή του, αλλά η απόφαση ότι η χώρα θα προσήρχετο στις κάλπες είχε παρθεί δύο χρόνια πριν, οπότε και το θέμα μπήκε σε δημόσιο διάλογο. Μήνες πριν, είχε συσταθεί Εκλεκτορική Επιτροπή από ανεξάρτητα πρόσωπα, που κατέληξαν σε κατευθυντήριες γραμμές αναφορικά με τους όρους τέλεσης του δημοψηφίσματος. Όπως, πχ ότι το ερώτημα πρέπει να είναι για τον μέσο πολίτη:
— ευκολοκατανόητο
— ακριβές
– ξεκάθαρο.
— απλό, ευθύ και περιεκτικό
— να αριθμεί το πολύ 20-25 λέξεις (το δικό μας, όπως θα δείτε σε λίγο, είχε 59!)
— να χρησιμοποιεί κοινές λέξεις, όχι τεχνικούς όρους, να στηρίζονται σε πραγματικά γεγονότα, όχι εκτιμήσεις, να μην προϋποθέτει οτιδήποτε σχετικό με τις προτιμήσεις των ψηφοφόρων.
— να μην γέρνει το βάρος προς συγκεκριμένη απάντηση
Γελοία, χαρακτηρίζω τη δική μας διαδικασία, όχι μόνο λόγω του ακατανόητου του ερωτήματος, αλλά και για το πρωτοφανές γεγονός ότι δινόταν πρώτα στον ψηφοφόρο η επιλογή του «ΟΧΙ» και μετά του «ΝΑΙ», και μάλιστα παραπέμποντας τον να διαβάσει (σαν σε αναφορά βιβλιογραφίας) την εξήγηση όσων διατυπώνονται.
Θυμηθείτε την φοβερή διατύπωση:
«Πρέπει να γίνει αποδεκτό το σχέδιο συμφωνίας, το οποίο κατέθεσαν η Ευρωπαϊκή Επιτροπή, η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα και το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο στο Eurogroup της 25.06.2015 και αποτελείται από δύο μέρη, τα οποία συγκροτούν την ενιαία πρότασή τους;
Το πρώτο έγγραφο τιτλοφορείται «Reforms for the completion of the Current Program and Beyond» («Μεταρρυθμίσεις για την ολοκλήρωση του τρέχοντος προγράμματος και πέραν αυτού») και το δεύτερο «Preliminary Debt sustainability analysis» («Προκαταρκτική ανάλυση βιωσιμότητας χρέους»).
Όσοι από τους πολίτες της χώρας απορρίπτουν την πρόταση των τριών θεσμών ψηφίζουν: ΔΕΝ ΕΓΚΡΙΝΕΤΑΙ/ΟΧΙ.
Όσοι από τους πολίτες της χώρας συμφωνούν με την πρόταση των τριών θεσμών ψηφίζουν: ΕΓΚΡΙΝΕΤΑΙ/ΝΑΙ.
Ετσι, λοιπόν, θα θυμόμαστε ότι σε κείνο το δημοψήφισμα όλοι ψηφίσαμε αυτό που καταλάβαμε, ή θέλαμε να καταλάβουμε. «Σχηματικά», ανέφερα προηγουμένως ότι κέρδισαν τελικά εκείνοι που έχασαν. Ουσιαστικά όμως, για να δούμε και την κατ’ εξοχήν πολιτική διάσταση του γεγονότος, θαρρώ πως εκείνο το 38,6% που δεν πανηγύρισε το βράδυ της 5ης Ιουλίου 2015, ήταν (και ίσως παραμένει, θέλω να πιστεύω), η μαγιά μιας νέας δύναμης ανθρώπων με ελεύθερη σκέψη, ιδεολογία ανοικτή, φιλελεύθερη, που ήδη βάζει τη σφραγίδα του στο πολιτικό τοπίο και στέκεται έξω από το υπάρχον στενό κομματικό σύστημα.
Υπό αυτήν την έννοια, λοιπόν, ίσως πραγματικά και όχι μόνο σχηματικά, να κέρδισε εκείνο το 38,69%. Αρα, να που δεν είναι τρεις οι ήττες μου!…