Ο Ευκλείδης Τσακαλώτος μπήκε στη ζωή μας ως ένας από τους τέσσερις στο πάνελ του Συντάγματος, την περίοδο των Αγανακτισμένων. Οι άλλοι τρεις ήταν οι Καζάκης, Κατρούγκαλος, Βαρουφάκης. Αν ο Καζάκης ήταν λίγο πιο έξυπνος, θα συνέπλεε μαζί τους, θα γινόταν υπουργός και σήμερα θα παρίστανε το ιστορικό στέλεχος, που λέει ο λόγος.
Σε εκείνες τις συζητήσεις όλοι τους είπαν θηριώδη ψέματα προς ένα ακροατήριο που, φυσικά, τους αποθέωσε. Ο Τσακαλώτος είχε κάπως πιο οραματικό λόγο. Ναι, βέβαια, συμφωνούσε με εκείνους που έλεγαν ότι το χρέος δεν τους αφορά και δεν το πληρώνουν, πλην όμως έβαζε από δίπλα και μία μακέτα για έναν καλύτερο κόσμο όπου ο σκοπός δεν είναι το τεράστιο κέρδος, οι εργαζόμενοι συμμετέχουν στις επιχειρήσεις και όλοι μαζί χτίζουν μία νέα κοινωνία.
Πέρασαν μόνο δέκα χρόνια, δεν μπορεί να μην τα θυμάστε. Ηταν που, πάνω στην απελπισία μας, ανακαλύπταμε ότι έχουμε ολόκληρη dream team οικονομολόγων με εναλλακτικό λόγο που έδινε πολλά και δεν κόστιζε τίποτα. Ο Τσακαλώτος πήγαινε σετ με τον Μηλιό. Μαρξιστής, όμως όχι και τόσο απόλυτος, πλην όμως αρκετά ριζοσπάστης. Με αστική αυτοπεποίθηση, καλές σπουδές και εκφραστική δεινότητα που αναδεικνύεται με τη χρήση της αγγλικής. Πάντα αυτοί οι τύποι γοητεύουν το ελληνικό κοινό. Οι αστοί αριστεροί, οι σπουδαγμένοι στα ξένα, που στρατεύονται πίσω από επαναστατικές ιδέες, σε πρώτη ανάγνωση αντίθετες προς τα ταξικά τους συμφέροντα. Μία γοητευτική αντίφαση που στο πρόσωπο του Τσακαλώτου αποκτούσε μεγαλύτερη ένταση, λόγω του οικογενειακού παρελθόντος -για όσους δεν γνωρίζουν, ο θείος του (αδερφός του παππού του) ηγήθηκε του Εθνικού Στρατού στον Εμφύλιο.
Οταν ξεκίνησε η περήφανη διαπραγμάτευση έμεινε στην άκρη. Λογικά αυτό θα τον πίκρανε. Ο Τσίπρας γοητεύτηκε από τη Θεωρία Παιγνίων στην κατά Βαρουφάκη εκδοχή. Διαδέχθηκε τον Βαρουφάκη προκειμένου να υλοποιήσει το μνημόνιο Τσίπρα, στέλνοντας τη δημόσια περιουσία στο Υπερταμείο, στίβοντας το πορτοφόλι της μεσαίας τάξης – δεν τα έβαλε και από την τσέπη του για το περίφημο υπερπλεόνασμα. Εδειξε, πράγματι, αστική αυτοπεποίθηση. Με την αστική ευγένεια δεν τα πήγαινε πάντα πολύ καλά, ειδικά στη Βουλή όπου δεν ήταν φειδωλός σε ειρωνείες προς τους πολιτικούς του αντιπάλους. Ωστόσο η παρουσία του διατηρούσε πάντα τη χάρη της εκφοράς των ελληνικών με ιδιαίτερο τρόπο και λίγο ο ΠΑΟΚ, λίγο η Σκάρλετ Γιοχάνσον, οικοδομήθηκε μία προσωπικότητα σε γενικές γραμμές συμπαθής φυσιογνωμικά στο ευρύ ακροατήριο.
Και ύστερα ήρθε η εκλογική ήττα. Ε, τότε έπρεπε να κινηθεί κάπως ως ηγετική φυσιογνωμία των 53+, αλλά περισσότερο ακούγαμε τον Φίλη, παρά τον Τσακαλώτο. Και στα κείμενα των 53+, όταν διατυπώθηκε η ανάγκη για αυτοκριτική, τα οικονομικά πέρασαν σε δεύτερη μοίρα. Αλλωστε κύρια μέριμνά τους είναι να διατηρηθεί ο αριστερός χαρακτήρας του ΣΥΡΙΖΑ. Ο Τσακαλώτος δεν είδε ποτέ με καλό μάτι τις αθρόες αφίξεις από το ΠΑΣΟΚ. Τελικά δεν είναι βέβαιο αν ήθελε να αναδειχθεί σε ισχυρό πόλο απέναντι στον Τσίπρα. Δεν είναι και βέβαιο αν αποτελεί πόλο. Ισως και να τον τράβηξαν από τα μαλλιά όσοι θέλουν να μεγαλώσουν τα προβλήματα του Τσίπρα.
Και φτάνουμε στην ανασφάλεια του αρχηγού με τους κακούς συμβούλους. Σε αυτά, δηλαδή, που, ο Τσακαλώτος, ανέφερε στη συνέντευξη του στην «Καθημερινή». Σηκώθηκε θόρυβος. Κάποιοι το εξέλαβαν ως κίνηση αμφισβήτησης του Τσίπρα, ως προαναγγελία υποψηφιότητας για την αρχηγία, στο επικείμενο συνέδριο.
Μία μέρα μετά τη δημοσίευση της συνέντευξης, εμφανίστηκε στην εκπομπή της Νίκης Λυμπεράκη στο Mega. Και εμφανίστηκε τόσο μαζεμένος που, όποιος τον είδε, είναι εύλογο να αναρωτηθεί αν όντως έχει ηγετικό προφίλ. Ο τόνος της φωνής του, ο τρόπος με τον οποίο μάζευε, αλλά ταυτοχρόνως προσπαθούσε να διατηρήσει, τη θέση του, τα σχόλια που δεν αντέχει να διαβάζει. Ισως να μην τα καταφέρνει τόσο καλά επικοινωνιακά. Ισως πάλι να τρόμαξε από τις αντιδράσεις. Χρειάζεται δουλειά ώστε να πείσει το ακροατήριο (ενδεχομένως και τον εαυτό του) ότι μπορεί να σταθεί απέναντι στον Τσίπρα.
Στο επικείμενο συνέδριο του ΣΥΡΙΖΑ θα σημάνει η ώρα της αλήθειας για τον Τσακαλώτο. Θα θέσει υποψηφιότητα; Εκτός και αν προτιμήσει να καταγραφεί ως εκείνος που θα περιμένει την επόμενη ήττα του Τσίπρα.