«Σκοιλ ελικικού», ή αλλιώς, ορίστε τι μπορεί να συμβεί όταν ένα γρανάζι της κυβερνητικής μηχανής δεν είναι σωστά λαδωμένο. Φταίει αυτός που το λάδωσε ή ήταν καταδικασμένο από τις συνθήκες να μη δουλέψει σωστά;
Σε κάθε περίπτωση, το παράδειγμα των vouchers είναι διαφωτιστικό. Θυμίζει στους σημερινούς ένοικους του Μεγάρου Μαξίμου, που καμιά φορά ξεχνιούνται, πως αυτό που νικάει κάθε εξουσία είναι η αλαζονεία της. Τα δίκαια εύσημα για την διαχείριση της υγειονομικής κρίσης κάποια στιγμή θα σταματήσουν —σύμφωνα με τις πιο πρόσφατες δημοσκοπήσεις όλο και περισσότεροι έχουν αρχίσει πια να αντιλαμβάνονται και την οικονομική της διάσταση. Και εκεί πρέπει να εμφανιστούν εξίσου προετοιμασμένοι: κάθε οσμή αδιαφάνειας, κάθε παλαιοκομματικό παραστράτημα, ενδυναμώνει την πεποίθηση πως «όλοι ίδιοι είναι» -πεποίθηση που στο παρελθόν έχει κοστίσει ακριβά στην χώρα.
Παράλληλα, τα vouchers αναδεικνύουν και το πραγματικό ζήτημα με την σημερινή κυβέρνηση, που θα είχε γίνει πιο φανερό αν βρισκόμασταν σε συνθήκες κανονικότητας: πρέπει να αποφασίσει ως τι είδους κυβέρνηση λειτουργεί. Αν όντως αυτός που έχει τον πρώτο και τον τελευταίο λόγο είναι ο Κυριάκος Μητσοτάκης, τότε το φιάσκο της τηλεκατάρτισης χρεώνεται και στον ίδιο —εκεί ο ανασχηματισμός είναι παραδοχή και δικών του λαθών. Αν, πάλι, η πολιτική διάσταση μεταξύ κόμματος και ηγεσίας έχει διεισδύσει και στην κυβέρνηση, τότε ο Μητσοτάκης απειλείται όχι από εξωτερικούς, αλλά από εσωτερικούς παράγοντες. Το κόμμα μπορεί να συμμορφώθηκε στις απαιτήσεις του, δεν θα τον ακολουθεί όμως για πάντα. Και μπορεί αυτό να μην έχει πολλή σημασία σε μια καθαρή κοινοβουλευτική πλειοψηφία, αν όμως η εικόνα δεν «καθαρίσει», αργά ή γρήγορα θα χρεωθεί στον αρχηγό.
Και η αντιπολίτευση; Oσα συνέβησαν με τα vouchers δείχνουν πως ακόμα και μια κυβέρνηση με θετικό πρόσημο δεν είναι τέλεια. Ως τώρα ο ΣΥΡΙΖΑ ασχολιόταν με τον Τσιόδρα, τον Χαρδαλιά και τα κακά μέσα ενημέρωσης —πλέον, μπορεί επιτέλους να ασχοληθεί με ένα πραγματικό ατόπημα, αν και η ιστορία με τα ΚΕΚ φαίνεται πως έχει «ουρά» επί ημερών του. Η ευκαιρία θα μπορούσε να αξιοποιηθεί ακόμα περισσότερο αν η αξιωματική αντιπολίτευση είχε όλο το προηγούμενο διάστημα διατηρήσει την σοβαρότητά της. Κινδυνεύει κι αυτή, εις βάρος μας, να καταντήσει όπως ο βοσκός του λαϊκού παραμυθιού: μια φορά θα φάει τα πρόβατα ο λύκος, αλλά μετά τα τόσα ψέματα κανείς δεν θα βρεθεί να πιστέψει τις φωνές.
Χώρος, πάντως, για κριτική υπάρχει —και κριτική οφείλει να γίνεται. Το ελληνικό πολιτικό προσωπικό προτιμά ακόμα να κρύβει τα προβλήματα κάτω από το χαλί. Οι μεν καλύπτουν τις γκάφες τους με δικαιολογίες για τις συνθήκες και την κληρονομιά των προηγούμενων. Οι δε ιδεολογικοποιούν τα πάντα, λες και η ιστορία με το ηθικό πλεονέκτημα δεν έχει πια τελειώσει. Oσοι δεν κολλούν στο ένα ή στο άλλο αφήγημα προσπαθούν, αλλά δυσκολεύονται να βγουν μπροστά. Ο θόρυβος που δημιουργήθηκε τώρα δείχνει τον δρόμο για τη συνέχεια, όταν η οικονομική ύφεση θα μας χτυπάει για τα καλά την πόρτα: Μήπως, τελικά, η ιστορία της τηλεκατάρτισης αναδεικνύει τις μέρες της καραντίνας ως μια παρένθεση υπευθυνότητας;
Αν μη τι άλλο, ο κυβερνητικός έλεγχος πήρε πάλι μπροστά. Σιγά-σιγά θα μάθουμε αν άλλαξε το επίπεδό του.