Αν ο Πρωθυπουργός είναι ειλικρινής όταν λέει ότι οι εθνικές κάλπες θα στηθούν το φθινόπωρο, τότε καλείται να λάβει δυσάρεστες αποφάσεις για να μην του σκάσουν οι τράπεζες στα χέρια και οι φορολογούμενοι ψηφοφόροι κληθούν να τις ανακεφαλαιοποιήσουν για άλλη μία φορά.
Πρακτικά αυτό σημαίνει ότι οι αποφάσεις για τα «κόκκινα δάνεια» θα πρέπει να ληφθούν άμεσα, δηλαδή στη σύσκεψη που θα πραγματοποιηθεί τη Δευτέρα στο Μαξίμου. Αν η κυβέρνηση αφήσει το θέμα να σέρνεται ή θέσει ανεδαφικούς στόχους, είναι σαν να μας λέει ότι θα πάει σε εκλογές τον Μάιο σηκώνοντας μάλιστα την παντιέρα της ρήξης με τους θεσμούς.
Οι ελληνικές τράπεζες αντιμετωπίζουν το μεγαλύτερο ποσοστό «κόκκινων δανείων» στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Το 45% των δανείων έχουν περάσει στη σφαίρα της επισφάλειας, όταν το αντίστοιχο ποσοστό στην Ευρώπη είναι μόλις 4%. Το βασικό όπλο των τραπεζών για την απαίτηση των οφειλομένων, είναι οι πλειστηριασμοί. Σήμερα η πρώτη κατοικία (για τον άγαμο) προστατεύεται ως την οφειλή 180.000 ευρώ. Το ποσό θεωρείται υψηλό καθώς το μέσο στεγαστικό δάνειο ανέρχεται στις 80.000 ευρώ. Τράπεζες και θεσμοί πιέζουν για τη μείωση του ορίου στις 120.000 ευρώ.
Η κυβέρνηση δεν εμφανίζεται να διατεθειμένη να το συζητήσει, καθώς δεν επιθυμεί έκρηξη των πλειστηριασμών στην προεκλογική περίοδο. Επίσης απαιτεί ένταξη στη ρύθμιση για την πρώτη κατοικία επιχειρηματικών δανείων (που έχουν συνδεθεί με πρώτη κατοικία), αλλά και χρεών προς το Δημόσιο. Επιπροσθέτως, εισηγείται οριζόντιο κούρεμα όλων των στεγαστικών δανείων, χωρίς να εξετάζονται κριτήρια για τη δυνατότητα και την αξιοπιστία του δανειολήπτη. Η προσέγγιση, δηλαδή, είναι καθαρά προεκλογική, όπου το ζητούμενο είναι να βγει ο Πρωθυπουργός στο μπαλκόνι και να ανακοινώσει γενναίο κούρεμα όλων των στεγαστικών δανείων που έχουν καταστεί «κόκκινα». Κοινώς για άλλη μια φορά, οι συνεπείς θα αισθανθούν ηλίθιοι.
Πρόκειται για θέσεις που απορρίπτονται και από τις τράπεζες και από τους θεσμούς. Το πολύ να δεχθούν μία μικρή αναβολή στους πλειστηριασμούς, αν οι εκλογές είναι να γίνουν τον Μάιο.
Στην πραγματικότητα το πρόβλημα είναι πιο βαθύ από όσο δείχνει. Η κυβέρνηση καλείται να βρει μια μόνιμη και λειτουργική λύση για το καθεστώς με το οποίο κηρύσσεται πτώχευση ή διαπιστώνεται η αδυναμία εξυπηρέτησης ενός δανείου. Αυτό δεν είναι ούτε απλό, ούτε εύκολο να εφαρμοστεί, καθώς απαιτούνται τομές που θα διαχωρίζουν τα θύματα της κρίσης από τους απατεώνες. Kατά μία εκδοχή, βέβαια, η συγκυρία ειρωνεύεται τον ΣΥΡΙΖΑ που συμπλέοντας με το κλίμα του «Δεν πληρώνω», καλλιέργησε, προεκλογικά, προσδοκίες μέχρι και για απαλλαγή από επαχθή χρέη, επιτρέποντας στους πονηρούς να συνταχθούν πίσω από τα θύματα της κρίσης.
Οι αποφάσεις, λοιπόν, που θα ληφθούν για τα «κόκκινα δάνεια», θα μας δείξουν και τον χρόνο των εκλογών. Αν η κυβέρνηση δεν δεχθεί τη μείωση του ορίου για πλειστηριασμούς, επιμείνει σε κούρεμα στεγαστικών και διεύρυνση της ρύθμισης, τότε πιθανότατα πάμε σε εκλογές με «αντιμνημονιακή» ρητορική σύγκρουσης με τους θεσμούς, με παράλληλη τοποθέτηση ναρκών για την επόμενη κυβέρνηση.
Και καθώς αναμένονται οι διώξεις για τη Novartis, το κέλυφος που κατασκευάζεται στο Μαξίμου θα φτιαχτεί από παροχές, προσλήψεις και καταγγελία των διεφθαρμένων που θέλουν να επιστρέψουν για να υιοθετήσουν μία αντιλαϊκή ατζέντα. Στην πραγματικότητα ο ΣΥΡΙΖΑ θα ξεκινήσει την αντιπολίτευση πριν καν καθίσει στα έδρανα της.