Η Μέρκελ στην καγκελαρία το βράδυ της Δευτέρας. Σκιά του παλαιού πολιτικού εαυτού της | REUTERS/Hannibal Hanschke
Απόψεις

Σοσιαλδημοκρατία τέλος, στροφή στα άκρα…

Αν η ευρωπαϊκή ελίτ υπό την καθοδήγηση της Γερμανίας δεν αντιληφθεί ότι η πολιτική που εφαρμόζει επιδεινώνει τη ζωή των πολλών, τότε οι ακραίες δυνάμεις θα πολλαπλασιαστούν και θα «αλώσουν» όλη την Ευρώπη
Γιώργος Καρελιάς

Η προαναγγελία της αποχώρησης της Ανγκελα Μέρκελ «σκέπασε» ένα άλλο γεγονός, εξίσου σημαντικό: την συνεχή συρρίκνωση των Σοσιαλδημοκρατών, οι οποίοι οδεύουν προς την τρίτη θέση στην κατάταξη των πολιτικών δυνάμεων, εξέλιξη πρωτοφανής στην μεταπολεμική Γερμανία.

Ετσι, αυτή τη στιγμή η εικόνα στην Ευρώπη είναι διπλά ανησυχητική:

– Από τη μια υπάρχει σαφής άνοδος των πάσης φύσεως ακραίων (της Δεξιάς) δυνάμεων. Ηδη κυβερνούν στην Ιταλία, στην Αυστρία, στην Ουγγαρία και έχουν υψηλά ποσοστά σε αρκετές άλλες χώρες. Στη Γαλλία ο Μακρόν δεν πάει καθόλου καλά και η Ακροδεξιά είναι συνεχώς παρούσα.

– Από την άλλη, υποχωρούν οι παραδοσιακές δυνάμεις που διαμόρφωσαν την μεταπολεμική Ευρώπη και, κυρίως, οι σοσιαλδημοκρατικές, αυτές που έχουν πιστωθεί το παραδοσιακό κοινωνικό μοντέλο. Και δεν γνωρίζουμε αν η σημαντική άνοδος των Πρασίνων στην Γερμανία θα είναι ικανή συνθήκη για να αλλάξει η κυρίαρχη πολιτική.

Γιατί συμβαίνουν όλα αυτά; Αν η άνοδος των ακροδεξιών μπορεί να εξηγηθεί από την ξενοφοβία λόγω του μεταναστευτικού, η εξήγηση αυτή δεν ισχύει για την καταβαράθρωση των Σοσιαλδημοκρατών. Οι αιτίες είναι άλλες, οικονομικές και κοινωνικές. Η ανεργία και η επισφαλής ή κακά αμειβόμενη εργασία έχουν πάρει τη θέση της άλλοτε σταθερής και καλά αμειβόμενης. Το κοινωνικό κράτος υποχωρεί.

Στην Ιταλία, για παράδειγμα, όπου έχουν εξοβελιστεί από την κυβέρνηση οι παραδοσιακές πολιτικές δυνάμεις, ένα τεράστιο ποσοστό πολιτών άνω του 70% πιστεύει ότι η σημερινή Ευρώπη αδιαφορεί για τα βασικά προβλήματά τους (αξιολογούν ως πρώτο την ανεργία). Κι έτσι έφεραν στην εξουσία ένα λαϊκιστικό και ένα ακροδεξιό κόμμα (Πέντε Αστέρια και Λέγκα), αφού η τελευταία απόπειρα παραδοσιακού κόμματος (υπό τον Ματέο Ρέντσι) απέτυχε παταγωδώς.

Σε όλο και περισσότερες χώρες οι πολίτες νιώθουν οικονομική και κοινωνική ανασφάλεια. Οι κυβερνήσεις αποτυγχάνουν να λύσουν τα προβλήματα και η πίεση των Βρυξελλών, υπό τη γερμανική καθοδήγηση, δημιουργεί αντιευρωπαϊκό κλίμα και φέρνει στις κυβερνήσεις λαϊκιστικά και ακραία κόμματα.

«Θύμα» αυτής της πολιτικής πέφτουν, πρωτίστως, οι κεντρώες και σοσιαλδημοκρατικές δυνάμεις. Για δύο λόγους. Πρώτον, διότι η δική τους διακυβέρνηση επιδείνωσε τα οικονομικά και κοινωνικά προβλήματα. Και, δεύτερον, διότι συγκυβέρνησαν με δεξιά κόμματα (περίπτωση Γερμανίας) και δεν κατάφεραν να περάσουν το δικό τους στίγμα.

Υπάρχουν δύο εξαιρέσεις από αυτόν τον κανόνα. Η Ποροτογαλία και η Ισπανία, όπου τα εκεί σοσιαλιστικά κόμματα κατάφεραν να εκμεταλλευθούν την κυβερνητική αποτυχία των παραδοσιακών δεξιών κομμάτων και να σχηματίσουν είτε αυτόνομες είτε κυβερνήσεις συνεργασίας με συγγενείς πολιτικές δυνάμεις. Είναι, όμως, μικρό το μέγεθος αυτών των κομμάτων και δεν μπορούν να επηρεάσουν την ευρύτερη πολιτική στην Ευρώπη.

Στα καθ’ ημάς, αυτή η υποχώρηση των παραδοσιακών πολιτικών δυνάμεων άρχισε το 2012 και επιβεβαιώθηκε το 2015 με την άνοδο του ΣΥΡΙΖΑ στην κυβέρνηση. Η δε υποχώρηση των κεντρώων και σοσιαλδημοκρατικών δυνάμεων αποτυπώθηκε στη δραματική πτώση του ΠΑΣΟΚ. Η οποία είναι τόσο εμβληματική ώστε η λέξη «πασοκοποίηση» χρησιμοποιείται για να υποδηλώσει ό,τι αντίστοιχο παθαίνουν συγγενή ευρωπαϊκά κόμματα κάθε φορά που γίνονται εκλογές.

Δεν φαίνεται καθόλου πιθανό οι εξελίξεις στην Ελλάδα να οδηγήσουν σε άλλου είδους κυβερνήσεις, όπως αυτές στην Ιταλία ή στην Αυστρία. Το παραδοσιακό κόμμα της Δεξιάς, η ΝΔ, φαίνεται αρκετά ισχυρό, ενώ τη θέση του ΠΑΣΟΚ φαίνεται να καταλαμβάνει ο ΣΥΡΙΖΑ. Το ίδιο το ΠΑΣΟΚ φαίνεται ότι θα βρεθεί σε νέα περιδίνηση, αν χρειαστεί να συμπράξει σε νέα κυβέρνηση με την ΝΔ μετά τις εκλογές. Γι’ αυτό η ηγεσία του επιδιώκει πάση θυσία να την αποφύγει, δεδομένου ότι η προηγούμενη της περιόδου 2012-2014 αποδείχτηκε εκλογικά καταστροφική μόνο για το ίδιο, που έπεσε σε μονοψήφια ποσοστά, ενώ η ΝΔ διατηρήθηκε ψηλά και σήμερα διεκδικεί εκ νέου την πρωτιά.

Εν κατακλείδι: η στροφή προς ακραίες «λύσεις» φαίνεται να αποκτά πανευρωπαϊκό χαρακτήρα, πλην μικρών εξαιρέσεων. Γεγονός που φανερώνει ότι κάτι δεν πάει καλά με την πολιτική που έχουν χαράξει οι Βρυξέλλες, υπό την καθοδήγηση της Γερμανίας. Πρώτο θύμα αυτής της πολιτικής -τι ειρωνεία- φαίνεται να είναι η κυρία Μέρκελ. Ισως στις επόμενες εκλογές να είναι και το κόμμα της. Και αν κι εκεί η «λύση» δοθεί από ακραίες δυνάμεις, τότε θα μιλάμε για ολοκληρωτική «άλωση» της Ευρώπης.

Γι’ αυτό η διορθωτική στροφή πρέπει να γίνει όσο είναι καιρός. Αν η ευρωπαϊκή ελίτ δεν το έχει αντιληφθεί και επιμείνει στην πολιτική που θα εξακολουθεί να επιδεινώνει τη ζωή των πολλών, τότε θα έχει διαπράξει αυτό που είχε πει ο περίφημος Μέτερνιχ: «Αυτό είναι κάτι περισσότερο από έγκλημα. Είναι λάθος»!