| CreativeProtagon/Shutterstock
Απόψεις

Παίζουν επικίνδυνα με τις ζωές μας, μην τους αφήνουμε

Απέναντι στους αρνητές του κορονοϊού δεν είναι όλα ρητορική, δεν είναι όλα «απόψεις». Διότι δεν πρέπει ποτέ να ξεχνάμε ότι η όποια μάχη επιχειρημάτων δεν λαμβάνει χώρα εν κενώ αλλά επί μιας πραγματικότητας που αν την αγνοήσουμε θα βρεθούμε προ δυσάρεστων εκπλήξεων
Παναγιώτης Δουδωνής

Αν κανείς βρεθεί στις πανεπιστημιουπόλεις της Οξφόρδης ή του Κέιμπριτζ της Αγγλίας, αξίζει να ρίξει μια ματιά στα φημισμένα debate houses: το Oxford και το Cambridge Union.

Εκεί, εδώ και δύο αιώνες, οι άγγλοι φοιτητές εθίζονται στην κουλτούρα του ντιμπέιτ, της ανταλλαγής επιχειρημάτων, χωρισμένοι κάθε φορά σε δύο αντίπαλες ομάδες που υποστηρίζουν δύο εκ διαμέτρου αντίθετες θέσεις. Βάση της μεταξύ τους ρητορικής ανταλλαγής επιχειρημάτων είναι αυτό που ονομάστηκε από την αρχαιότητα «ισοσθένεια των λόγων», η αντίληψη δηλαδή πως οι αντίθετες απόψεις μπορούν να υποστηριχθούν με ισοδύναμα επιχειρήματα.

Εν τούτοις δεν είναι όλα ρητορική: δεν πρέπει ποτέ να ξεχνάμε ότι η όποια μάχη επιχειρημάτων δεν λαμβάνει χώρα εν κενώ αλλά επί μιας πραγματικότητας που αν αγνοήσουμε θα βρεθούμε προ δυσάρεστων εκπλήξεων. Η ψήφος υπέρ του Brexit για παράδειγμα, όπως και η αρχική προσέγγιση της «ανοσίας της αγέλης» στο Ηνωμένο Βασίλειο, στηρίχθηκαν εν πολλοίς στην αναμφισβήτητη ρητορική δεινότητα του -διατελέσαντος και προέδρου του Oxford Union- πρωθυπουργού Μπόρις Τζόνσον, αυτό όμως δεν τις κατέστησε άνευ συνεπειών για τη βρετανική οικονομία και κοινωνία.

Όσο πιο μακριά βρίσκεται ένα ζήτημα από τις λεγόμενες «κοινωνικές επιστήμες» και εγγύτερα προς αυτές που σχετίζονται με την ανθρώπινη ζωή και υγεία, με το βιολογικό με άλλα λόγια υπόβαθρο του ανθρώπου, τόσο πιο επικίνδυνη καθίσταται η επιχειρηματολογία από μη ειδικούς. Ιδίως εκεί όπου η επιστήμη γνωρίζει ακριβώς τη φύση, τη βαρύτητα της κατάστασης και τις δυνατότητες προσέγγισής της, είναι κρίσιμο για την προστασία της δημόσιας υγείας να αφήνουμε σε αυτήν τον πρώτο λόγο. Διαφορετικές απόψεις φυσικά μπορούν να υπάρξουν μεταξύ των επιστημόνων αναφορικά με τη βέλτιστη προσέγγιση ενός ζητήματος. Εκφράζονται όμως στα πλαίσια του επιστημονικού διαλόγου και από ανθρώπους που έχουν πλήρη γνώση της κατάστασης.

Η ακρότατη έκφραση ανεύθυνης τοποθέτησης στο ζήτημα του κορονοϊού είναι η άρνηση της ύπαρξής του ή η υποτίμησή του. Η ύπαρξη και η σοβαρότητα της νόσου είναι αναντίλεκτες στην επιστημονική κοινότητα. Είναι λοιπόν προφανές πως μια τέτοια άρνηση δεν συγκροτεί μια «γνώμη» την οποία κανείς οφείλει να αντικρούσει σεβόμενός την, στα πλαίσια της «ισοσθένειας των λόγων», αλλά μια ευθεία επίθεση στην επιστημονική γνώση που μπορεί να προσεγγιστεί μόνο στο επίπεδο αυτού που έχει ονομαστεί παγκοσμίως «fake news».

Ο περιορισμός τέτοιων ψευδών ειδήσεων ήταν και παραμένει λοιπόν κάτι παραπάνω από αναγκαίος. Η άρνηση του κορονοϊού δεν είναι σε καμία περίπτωση μια άποψη σε ένα ρητορικό παιχνίδι, προστατευόμενη από την ελευθερία του λόγου. Είναι μια εκ του πονηρού τοποθέτηση απέναντι στην ίδια τη βάση της συζήτησης, την επιστημονικά παραδεδεγμένη πραγματικότητα, η οποία παίζει επικίνδυνα με τις ζωές όλων μας.