Γενική και διαχρονική διαπίστωση, πρώτη: ο «πατριωτισμός» και, κυρίως, ο τυχοδιωκτισμός ανθούν στην ελληνική πολιτική σκηνή. Τονίζουμε το «κυρίως», διότι οι περισσότεροι από αυτούς που εμφανίζονται σαν ευαίσθητοι πατριώτες είναι (σκέτοι) τυχοδιώκτες, που κυνηγούν ψήφους.
Διαπίστωση των ημερών, δεύτερη: αφού είδαμε και πάθαμε να γλιτώσουμε από τις εξάρσεις εθνικισμού και άκρατου λαϊκισμού, που εκδηλώθηκαν με αφορμή την υπόθεση Κατσίφα, να’τοι ξανά τώρα οι εθνικοπατριώτες και, κυρίως, οι υποκριτές και τυχοδιώκτες, που βγήκαν στη ρούγα, με αφορμή όσα είπε ο Ζάεφ.
Εδώσαν και πήραν οι ιερεμιάδες κατά της Συμφωνίας των Πρεσπών, επειδή ο πρωθυπουργός της γειτονικής χώρας είπε ότι ο ίδιος και οι κάτοικοί της είναι και θα είναι Μακεδόνες που μιλάνε την μακεδονική γλώσσα. Οι λέξεις «πρόκληση» και «απίστευτα πράγματα» έδωσαν και πήραν στις δηλώσεις των πολιτικών ταγών μας και, κυρίως, στους τίτλους των (περισσότερων) μέσων ενημέρωσης, που πουλάνε τη μια αντιαλβανισμό, την άλλη αντισκοπιανισμό και μονίμως αντιτουρκισμό.
Τι λέτε, ρε πατριώτες; Και πώς αυτοαποκαλούνται μέχρι τώρα οι βόρειοι γείτονες; Φυσικά, Μακεδόνες. Εδώ και 70 χρόνια. Πώς τους αποκαλούν σχεδόν όλες οι χώρες του πλανήτη εδώ 25 χρόνια; Μακεδόνες. Και προσοχή, σκέτο. Ούτε FYROMακεδόνες, ούτε ΠΓΔΜίτες, όπως τους λέμε εμείς με βάση την Ενδιάμεση Συμφωνία του 1995.
Τι επιδιώκει Ελλάδα εδώ και 25 χρόνια; Να ανατρέψει αυτήν την κατάσταση. Δηλαδή, τουλάχιστον να κερδίσει κάτι από το όνομα. Η επίσημη ονομασία αυτής της χώρας να πάψει να είναι(σκέτο) Μακεδονία και να της κοτσάρουμε ένα πρόθεμα, που θα είναι προσδιοριστικό από γεωγραφικής απόψεως. Ακριβώς ό,τι επιδίωκαν όλες οι ελληνικές κυβερνήσεις μετά το 1995, όταν οι πάντες κατάλαβαν ότι, με τις ηλιθιότητες που είχαν προηγηθεί, είχαμε χάσει το παιχνίδι. Και ακριβώς αυτό κάνει η Συμφωνία των Πρεσπών: το σκέτο Μακεδονία φεύγει, το Βόρεια Μακεδονία έρχεται.
Η Ελλάδα δεν αλλάζει τίποτα. Κανένα όνομα και πουθενά. Η βορειότερη γεωγραφική περιοχή της, Μακεδονία (σκέτο) θα εξακολουθήσει να λέγεται. Η γειτονική χώρα υποχρεώνεται να αλλάξει το όνομά της. Για σκεφθείτε το λίγο, πατριώτες της δεκάρας. Μια χώρα υποχρεώνεται να αλλάξει το όνομά της (για την ακρίβεια, την υποχρεώνουν μια άλλη χώρα -η Ελλάδα- και ο δυτικός συνασπισμός δυνάμεων) κι εμείς ζητάμε ο πρωθυπουργός της να μην προσπαθήσει να το δικαιολογήσει.
Γιατί αυτό ακριβώς κάνει ο Ζάεφ. Η κυβέρνηση και το κόμμα του βρίσκονται στην τελική φάση έγκρισης της Συμφωνίας. Δεν έχει ακόμα περάσει. Εχει απέναντί του τον εκεί εσμό των «πατριωτών» και τυχοδιωκτών. Και πρέπει να πείσει τους ταλαντευόμενους και φοβισμένους ενδιάμεσους βουλευτές. Επιπλέον, πρέπει να «πουλήσει» την Συμφωνία στη δική του κοινή γνώμη, όπως κάνουν όλοι οι πολιτικοί παντού. Οι άνθρωποι εκεί ξέρουν ότι οσονούπω θα αλλάξει το όνομα της χώρας τους. Δεν είναι και το πιο ευχάριστο πράγμα που καλούνται να αποδεχθούν. Ο Ζάεφ, λοιπόν, πρέπει να φυλάξει και τα νώτα του.
Γι’ αυτό και λέει ορισμένα αυτονόητα, που οι εγχώριοι «πατριώτες» τα βλέπουν «προκλητικά». Τι λέει, λοιπόν, ο Ζάεφ; Ότι οι άνθρωποι εκεί Μακεδόνες θα είναι και τη μακεδονική γλώσσα θα μιλάνε και μετά την Συμφωνία των Πρεσπών, την οποία οι εκεί «πατριώτες» αποκαλούν «προδοτική». Και πώς μπορεί, δηλαδή, να αλλάξει αυτό; Καμιά συμφωνία δεν μπορεί να επιβάλει στους ανθρώπους να μη μιλάνε τη γλώσσα τους ή να μη λένε ότι είναι αυτό που ήταν μέχρι τώρα. Αλλωστε, τη γλώσσα τους την έχει αναγνωρίσει ο ΟΗΕ και το ελληνικό κράτος εδώ και δεκαετίες.
Η αλλαγή που θα γίνει-και είναι καταλυτική- αφορά το όνομα της χώρας, που θα γίνει Βόρεια Μακεδονία. Αυτό πρέπει να δικαιολογήσει ο Ζάεφ και αυτό κάνει με λεκτικούς ακροβατισμούς. Τα υπόλοιπα, περί μακεδονικής μειονότητας στην Ελλάδα και… προσάρτησης της Ελλάδας στα Σκόπια (ως και αυτό του απέδωσαν οι εγχώριοι πρωταγωνιστές της διαστρέβλωσης) είναι γελοιότητες. Οσοι πιστεύουν ότι η Ελλάδα απειλείται από τέτοια καλά κάνουν και χορεύουν στην πίστα του Μακεδονικού. Οι άλλοι, που δεν τα πιστεύουν, δεν κάνουν καθόλου καλά που κοροιδεύουν τους αδαείς ψαρεύοντας ψήφους σε θολά νερά, τα οποία αύριο μπορεί να πνίξουν τους ίδιους.
Ας το πούμε καθαρά και χωρίς περιστροφές. Οσα κόμματα-ειδικά αυτά που μπορεί να ξανακυβερνήσουν- έχουν ξεσαλώσει, με αφορμή τις δηλώσεις Ζάεφ και ζητούν να ακυρωθεί η Συμφωνία των Πρεσπών, μπορεί να πέσουν στην παγίδα που(νομίζουν ότι) στήνουν στον Τσίπρα. Ο κ. Μητσοτάκης και η κυρία Γεννηματά πολιτεύονται τυχοδιωκτικά στο θέμα αυτό. Για δυο λόγους. Πρώτον, αν το δουν στενά κομματικά, ο Τσίπρας και ο ΣΥΡΙΖΑ δεν χάνουν από το Μακεδονικό. Μετά την Συμφωνία των Πρεσπών, τα ποσοστά του ΣΥΡΙΖΑ έχουν πάρει την ανιούσα, το λένε όλες οι δημοσκοπήσεις. Οι ψηφοφόροι του δεν προτάσσουν αυτό το θέμα. Και, δεύτερον, αν το δουν ευρύτερα, δεν τους συμφέρει να μην κυρωθεί τώρα η Συμφωνία. Αν υποθέσουμε ότι δεν θα κυρωθεί, η επόμενη κυβέρνηση(ας πούμε ότι μπορεί να είναι μια κυβέρνηση ΝΔ-ΚΙΝΑΛ) θα βρει μπροστά της το πρόβλημα. Αλλά με αυτά που λένε σήμερα και αν η Συμφωνία περάσει και δεν την ανατρέψουν(και δεν θα το κάνουν), το μόνο που θα έχουν καταφέρει είναι να φουσκώσουν τα πανιά των εθνικιστών και λαϊκιστών. Ειδικά οι νουνεχείς της ΝΔ ας ξεφύγουν λίγο από το προεκλογικό κυνήγι ψήφων και ας σκεφθούν όσα απερίσκεπτα λένε.
Υπάρχουν και κόμματα που λένε (ακόμα…) λογικά πράγματα. Ελπιζουμε ο Σταύρος Θεοδωράκης και οι συν αυτών ορθολογιστές του Ποταμιού να αγνοήσουν Αμυράδες και Ψαριανούς και να ψηφίσουν την Συμφωνία. Κάθε άλλο θα είναι απολύτως καταδικαστικό γι’ αυτό το μικρό κόμμα. Και το άλλο μικρό κόμμα, η ΔΗΜΑΡ, να αφήσει τους μικρομεγαλισμούς, τους οποίους φαίνεται ότι αντιγράφει από το πάλαι ποτέ μεγάλο ΠΑΣΟΚ, στο οποίο έχει τώρα ενταχθεί. Η στάση «ψηφίζω την Συμφωνία, αν δεσμευτεί ο Τσίπρας να προκηρύξει εκλογές», είναι αστεία. Ψήφος υπό αίρεση δεν υπάρχει. ‘Η η συμφωνία είναι καλή και αξίζει να ψηφιστεί ή δεν είναι και πρέπει να πουν «όχι».
Οσο για τον Καμμένο, είναι ο μόνος που δικαιολογείται γι’ αυτά που λέει. Διότι, ό,τι και να γίνει, είναι χαμένος από χέρι. Και το ξέρει. Ο ισχυρισμός του, λοιπόν, ότι η Συμφωνία των Πρεσπών έχει πεθάνει ισχύει (όχι για την Συμφωνία, αλλά) για τον ίδο και το κόμμα του: έχουν πεθάνει πολιτικά. Και το ξέρουν.
Εν κατακλείδι: ο μακεδονικός χορός, που πάει να στηθεί ξανά, με την παραμικρή αφορμή για καθαρά (εσωτερικούς) αντιπολιτευτικούς λόγους, είναι επιζήμιος. Και για τη χώρα και για τα κόμματα, ειδικά αυτά που σκοπεύουν να ξανακυβερνήσουν.
Αν δεν θέλουν να δώσουν ξανά την πρωτοκαθεδρία σε τυχοδιώκτες και Βουκεφάλες, ας συγκρατηθούν. Η ευκαιρία να λυθεί ένα χρονίζον πρόβλημα είναι μοναδική. Αν αποτύχει, δεν θα χάσει-το ξαναλέμε- ο Τσίπρας. Θα θριαμβεύσουν οι τυχοδιώκτες και οι ντεμέκ πατριώτες. Στους οποίους πάει γάντι αυτή η ρήση του Σάμιουελ Τζόνσον: «Ο πατριωτισμός είναι το τελευταίο καταφύγιο των απατεώνων».