Ο σκηνικός χώρος είναι κάποια λίγα καυτά τετραγωνικά από την αρχή της αμμουδιάς μέχρι καμιά δεκαριά μέτρα μέσα στο νερό –ε, δεν είμαστε και για το «Απέραντο γαλάζιο». Φωτισμούς έχει αναλάβει ο αδάμαστα εκτυφλωτικός ελληνικός ήλιος και τη σκηνογραφία το μεταλλαγμένο μας κιτς—μπιτς.
Μάτια να ‘χεις να μη χορταίνεις την παράσταση, που επιμελώς προετοιμάζεται με αυτοσκηνοθεσία από μήνες πριν, μη σου πω από χρόνια για κάποιους. Οι ρόλοι επί της αμμώδους σκηνής διαδέχονται αστραπιαία ο ένας τον άλλον προς τέρψη και ευωχία του παράκτιου φιλοθεάμονος κοινού.
Πρώτα το κέντρο του κόσμου, η κινητήριος δύναμη – πού πας χωρίς πρωταγωνίστρια;;;
Οι ινσταγκραμάτες αψεγάδιαστες ενζενύ, που για μπρατσάκια φορούν το μακιγιάζ κύματος και εξαπολύουν τις οπισθέλκουσες βόμβες βυθού. Τελετικά, υψιπετώς και ακροποδητί διαβαίνουν την πασαρέλα, τι κι αν προετοιμασία + ναύλα + διαμονή, φτάνουν μόνο για τεσσεράμιση Μύκονοοοος μέρες; Αδιάβροχο αϊφόνι δε βγήκε ακόμη κι αυτός και μόνον ειν’ ο λόγος που σταματά η σελφοθύελλα λίγο πριν το πλατσούρισμα.
Οι απόγονοι του θρυλικού Λατίνου παρά θιν’ αλός βαδιστή Αλντο Ματσιόνε, οι σιξπακιασμένοι, που και στον ύπνο πουσάπσια κάνουν, και οι κλασσικοί να-κεράσω-ένα-δεύτερο καμακέρος ψαροντουφεκάδες ακτής, ακολουθούν εν παρατάξει και ακροβολίζονται τριγύρω επιθετικά.
Την πλοκή έρχονται να εμπλουτίσουν ο σκαφάτος μεσήλιξ γυπαετός με το δράμα του (πάντα βρίσκεται να δέσει κάποιο άλλο, μεγαλύτερο σκάφος δίπλα του), η ακόλουθος της ενζενύ (που ποτέ δεν είναι πιο ωραία απ’ αυτήν) και οι λοιπές καλοψημένες αυλικές, που έχουν διακοπόμετρο τον βαθμό μαυρίσματος.
Από κοντά οι δεύτεροι ρόλοι: καμιά μαμά ανεκτική, καμιά αχ-βρε-πήρα-κάποια-κιλά με μαγιό αντίσκηνο, κανένας «πήγαινα για Τσιτσιπάς και με κόψανε» με ρακέτες, κάμποσοι μουσάτοι «Αρταξέρξης και Μαρδόνιος στάϊλ», ε και κανένας μπάρμπας, ψητάς του καλοκαιρού, που αδημονεί ν’ ανάψει κάρβουνα. Ο κλαυσίγελος πια γίνεται υπερθέαμα.
Η γκάμα των ρόλων παραλίας είναι απεριόριστη κι όρεξη να ‘χεις να παρατηρείς. Προετοιμασμένοι ως τη λεπτομέρεια και επίμονα προβαρισμένοι σε καθρέφτες χειμωνιάτικους, οι ρόλοι φιλοτεχνούν την εικόνα που θα θέλαμε να έχουμε. Εκείνο το πρόσωπο, που δεν είμαστε όλο το χρόνο και γι’ αυτές τις λίγες μέρες, πληρώνουμε όσο και όπως μπορεί η καθεμιά και ο καθένας, για να το εμφανίσουμε στη θερινή πασαρέλα. Γουοναμπή ή γουοναβγεί, «δυστυχώς ξεβλαχέψαμεν» που ‘λεγε κι ο Τρικούπης και με γουοναμπίσια και άπιαστα ολιγοήμερα πρότυπα πορευόμαστε ανεπιστρεπτί.
Ποια σχέση έχουν όμως οι ρόλοι παραλίας με την ουσία των διακοπών, την απομάκρυνση από το τσιμέντο και την αβάσταχτη καθημερινότητα, την επανασύνδεση με τη φύση, τον ήλιο και τη θάλασσα μοιάζει αμελητέο. Προλάβετε, το σόου θα συνεχιστεί για λίγες βδομάδες ακόμη και το happy end αμφίβολο. Το μακρύ, ελληνικό καλοκαίρι της ανοχής και της ραστώνης όλα τα αντέχει κι όλα τα περικλείει.
Γιατί τι είναι οι διακοπές εξάλλου; Ενα ίνσταγκραμ πλάι στο κύμα είναι.