Συμβαίνει συχνά όταν αυτός που κάνει το λάθος είναι «δικός μας» –δυσκολευόμαστε να βρούμε λόγια να μιλήσουμε για το φάουλ του, σκεφτόμαστε ξανά και ξανά τις λέξεις που θα χρησιμοποιήσουμε, σβήνουμε και γράφουμε την ανάρτηση στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης. Κυρίως, νιώθουμε ένοχοι: αν δεν είχε πιαστεί με τη γίδα στην πλάτη, το πιο πιθανό είναι ότι θα τον εξυμνούσαμε ακόμη για όσα μας έκαναν να τον αγαπήσουμε. Οχι μόνο στις ακραίες περιπτώσεις metoo, όπως αυτές του Πέτρου Φιλιππίδη, του Δημήτρη Λιγνάδη ή στο revenge porn του Στάθη Παναγιωτόπουλου. Τα είδωλα πέφτουν από τον θρόνο τους και με απλές, καθημερινές δόσεις σεξισμού. Σαν αυτές που πρόσφερε απλόχερα ο Κωνσταντίνος Τζούμας. Το μήλο και το φίδι, έτσι δεν είναι; Ο παράδεισος της άγνοιας έχει άλλη χάρη.
Η συνέντευξη του Τζούμα, ενός καλλιτέχνη-ραδιοφωνικού παραγωγού που έπλασε για τον εαυτό του μια ιδιόρρυθμη περσόνα που αποθεώνεται εδώ και δεκαετίες σχεδόν καθολικά, ήρθε την κατάλληλη στιγμή. Είχαμε αρχίσει να φτιάχνουμε και πάλι στερεοτυπικούς «κακούς», των οποίων η αποκαθήλωση «καθαρίζει» με τη μία τον δημόσιο χώρο από τοξικές συμπεριφορές και μας εξαγνίζει από τις δικές μας. Ομως οι διάσημοι σεξιστές, όπως ακριβώς και οι άσημοι, δεν είναι μόνο ένα πράγμα –δεν είναι μόνο άνδρες ή μόνο γυναίκες, ούτε μόνο δεξιοί ή μόνο αριστεροί ούτε μόνο εμπορικοί ή μόνο κουλτουριάρηδες. Δεν είναι αυθεντίες που θεωρούν εαυτόν υπεράνω της πολιτικής ορθότητας ύστερα από 17 δολοφονίες γυναικών μέσα σε μόλις έναν χρόνο, αλλά είναι κι απ’ αυτό.
Η διαφορά με την προηγούμενη εποχή είναι ότι η παγιωμένη αντίληψη που επιτρέπει σε κάποιον χωρίς να το πολυσκεφτεί να συνδέει τη «γυναικεία» φλυαρία με τις γυναικοκτονίες έχει πια βγει στον αφρό και δεν κρύβεται με την ίδια ευκολία που συνέβαινε κάποτε. Τίποτα ωστόσο δεν έχει ακόμα καθαρίσει. Οι σεξιστές που δεν μιλούν, δεν θέλουν να επανορθώσουν με κάποιον τρόπο. Απλώς, χωρίς άγνοια κινδύνου, φοβούνται για την υστεροφημία τους. «Στα βάθη του μυαλού τους λένε χειρότερα απ’ όσα λέω εγώ σε μια εκπομπή» – αυτή είναι ίσως η μοναδική σωστή φράση του Τζούμα τις τελευταίες ημέρες, η οποία ωστόσο δεν αλλάζει και τίποτα από τα υπόλοιπα λεγόμενά του.
Ας μην ξεχνάμε, πάντως, ότι αν το cancel culture δεν ήταν μόδα, τότε η κριτική δεν θα είχε στραφεί μόνο στον αποστολέα του μηνύματος, αλλά και στον ταχυδρόμο. Το σωτήριο έτος 2022, μια εκπομπή υψηλής θεαματικότητας, η οποία στη θεωρία της τηλεόρασης απευθύνεται κατά κύριο λόγο σε γυναίκες, επέλεξε να δημιουργήσει το συγκεκριμένο περιεχόμενο και να αναπαραγάγει την άποψη του Τζούμα. Οσοι ενεπλάκησαν στην συνέντευξη αυτή έχουν ευθύνη για όλα όσα ακούστηκαν στον αέρα, έστω και αν τα στηλίτευσαν με αντιδράσεις που δικαιολογούνται μόνο αν έβλεπαν πρώτη φορά το απόσπασμα. Οσες εκπομπές συνέχισαν να παίζουν το θέμα, όχι γιατί ήλπιζαν εκείνες να είναι το φόντο της ανασκευής, αλλά για να δημιουργήσουν κι άλλο σούσουρο, έπεσαν στην παγίδα.
Η περίπτωση του Τζούμα πήρε τον δρόμο της. Ο χειρισμός της, από την άλλη, έδειξε ότι δεν θα είναι η τελευταία.