O Αλ. Τσίπρας είναι η συγκολλητική ουσία σε ένα κόμμα που λέει τα ίδια και τ' αντίθετά του. Ετσι, όμως δεν πείθει. Φαύλος κύκλος | Dimitris Kapantais / SOOC
Απόψεις

Ο ΣΥΡΙΖΑ, οι δημοσκοπήσεις, ο Ανδρουλάκης

Στην Κουμουνδούρου διάβασαν το αποτέλεσμα των εκλογών στο ΚΙΝΑΛ κυρίως ως ναυάγιο των δημοσκόπων και όχι ως μια πολιτική εξέλιξη που χρίζει ανάλυσης. Ομως ακόμα και εκεί μέσα κάποιοι αρχίζουν και αντιλαμβάνονται ότι το να αγνοείς τα ποσοστά, δεν σημαίνει ότι αυτά παύουν να υπάρχουν. Το ίδιο εξάλλου ισχύει και με τα αδιέξοδά τους...
Αλέκος Παπαναστασίου

O Χριστόφορος Βερναρδάκης το είπε: Δεν πείθουμε, σύντροφοι. Δεν είναι σαν εκείνο το θρυλικό «δεν αρέσουμε πια, πρόεδρε» της Μελίνας Μερκούρη —αυτό εμπεριείχε έστω το υποκειμενικό, γούστα είναι αυτά, σε άλλον αρέσεις σε άλλον όχι, απλώς τότε το ΠΑΣΟΚ του Ανδρέα άρεσε σε λιγότερους απ΄όσους δεν άρεσε. Το δεν πείθουμε την κοινωνία ότι έχουμε να προτείνουμε κάτι καλύτερο είναι πιο απόλυτο. Δεν μας πιστεύουν. Και γι’ αυτό οι δημοσκοπήσεις έχουν αυτά τα χάλια.

Βέβαια αυτή η παραδοχή του πρώην υπουργού Επικρατείας, που για κάποιους στην Κουμουνδούρου είναι ειδικός στα γκάλοπ και στα ποσοστά και εξάλλου μοιάζει να πιάνει το νήμα της ανάλυσης από εκεί που το άφησε πρόσφατα ο ανώτερος εκλογολόγος του αριστερού σύμπαντος, ο Ηλίας Νικολακόπουλος, χαλάει το βασικό πολιτικό αφήγημα του ΣΥΡΙΖΑ. Το οποίο αφήγημα —αυτό έχουν κατά βάση, δεν έχουν άλλο— θέλει είτε τις δημοσκοπήσεις να είναι καραμπινάτα στημένες, είτε να είναι θετικές για τον ΣΥΡΙΖΑ αν τις ψάξεις σε βάθος, αλλά αυτό δεν το λένε τα «πετσωμένα» ΜΜΕ.

Δεν είναι εντελώς παράδοξο. Δηλαδή είναι, αλλά με έναν μαγικό τρόπο στο θερμοκήπιο ιδεοληψιών της Κουμουνδούρου μπορούν κάλλιστα να συμβαίνουν και τα δύο: και στημένες δημοσκοπήσεις και καλές.

Αρκεί, από τη μία, να διαβάσει κανείς πώς ανέλυσαν εφημερίδες προσκείμενες στον ΣΥΡΙΖΑ ή φιλότιμοι κομματικοί δημοσιολόγοι τις εκλογές στο Κίνημα Αλλαγής. Σε μια προσπάθεια να κρύψουν την αμηχανία, αν όχι την ανησυχία, που υπάρχει στον ΣΥΡΙΖΑ για την ανάδειξη ενός νέου παίκτη στην Κεντροαριστερά, το αποτέλεσμα ήταν λιγότερο νίκη του Νίκου Ανδρουλάκη και περισσότερο «ναυάγιο» δημοσκοπήσεων, όπως έγραψε η «Αυγή» —η δε «Δημοκρατία», άλλο συντονισμένο με τους συριζαϊκούς ιδεασμούς φύλλο αυτό, πλειοδότησε σε αντίδραση καταγγέλλοντας «μαφία» των γκάλοπ.

Την ίδια ώρα όμως ο Νίκος Παππάς φέρεται να εξηγούσε προ ημερών στο Πολιτικό Συμβούλιο ότι οι δημοσκοπήσεις —οι ίδιες δημοσκοπήσεις, δεν υπάρχουν άλλες— έχουν μια θετική οπτική, εξηγώντας πως σε όλες τις μετρήσεις η ΝΔ καταγράφει φθορά και παράλληλα αποτυπώνεται μια μικρή αύξηση του ΣΥΡΙΖΑ. Το ότι ο Ευκλείδης Τσακαλώτος του απάντησε «είσαι ο μόνος που βλέπεις βελτίωση», δεν αναιρεί το γεγονός ότι κάποιοι στον ΣΥΡΙΖΑ πιστεύουν ότι οι δημοσκοπήσεις τους ευνοούν και ότι έρχεται ξανά η σειρά τους.

Διότι τελικά το πρόβλημα δεν είναι οι δημοσκοπήσεις —μεταξύ μας ποτέ δεν ήταν, παρά μόνο στον βαθμό που ο Αλέξης Τσίπρας είχε πιστέψει το παραμύθι του και έλεγε το ’19 ότι τον Κυριάκο Μητσοτάκη «τον έχει». Το πρόβλημα είναι ο βασανιστικός δυισμός του ΣΥΡΙΖΑ και τα αδιέξοδά του.

Ενα κόμμα που μετρά δέκα στελέχη που δηλώνουν ότι πρέπει να ξεκαθαριστεί η θέση υπέρ της υποχρεωτικότητας στους εμβολιασμούς, αλλά την ίδια ώρα έχει τον Παύλο Πολάκη να κάνει αντιεμβολιαστικό αγώνα από το Facebook, ένα κόμμα που έχει και τον Παππά και τον Ευκλείδη, ένα κόμμα που λέει ότι διευρύνεται προς το Κέντρο αλλά την ίδια ώρα έχει τον Νίκο Φίλη να απαιτεί αριστερό ριζοσπαστισμό, ένα κόμμα που λέει τα ίδια και τα αντίθετά του, είναι ένα κόμμα που δεν ξέρει τι θέλει, πού πατά και πού πηγαίνει —και που έχει ως μοναδική συγκολλητική ουσία όχι αρχές, αλλά τον αρχηγό του.

Ο οποίος όμως δεν πείθει. Και φτου κι από την αρχή να φταίνε οι δημοσκοπήσεις που πήγαν 270.000 άνθρωποι και στήθηκαν για ώρες στις ουρές και βγήκε ο Ανδρουλάκης…