Ο Μητσοτάκης την έκανε την πρόταση για το ευρωπαϊκό πιστοποιητικό εμβολιασμού (το λεγόμενο διαβατήριο ανοσίας), όμως οι ευρωπαίοι ηγέτες δεν έδειξαν ιδιαίτερη προθυμία για την υιοθέτηση του. Στην πραγματικότητα, μόνο δύο χώρες καίγονται για τη γέννηση ενός τέτοιου κοινού ηλεκτρονικού εγγράφου, η Ελλάδα και η Ισπανία. Λογικό. Οι οικονομίες αυτών των δύο χωρών εξαρτώνται σε υψηλότατο ποσοστό από τον τουρισμό, οπότε κάνουν τα αδύνατα δυνατά για να ανοίξουν το γρηγορότερο οι δρόμοι προς τις παραλίες και τα ξενοδοχεία τους. Οι υπόλοιποι Ευρωπαίοι, όμως, είτε κυρίως δέχονται τουρίστες (Ιταλία), είτε δέχονται και στέλνουν (Γερμανία, Γαλλία), είτε κυρίως στέλνουν (Σκανδιναβοί, Κάτω χώρες, Κεντρική Ευρώπη), ήταν μάλλον επιφυλακτικοί στην πρόταση.
Στη Σύνοδο Κορυφής της Πέμπτης οι συνάδελφοι του Κυριάκου Μητσοτάκη ανέβαλαν ευγενικά την τελική συζήτηση για αργότερα, που θα έχει εμβολιαστεί μεγαλύτερο μέρος του ευρωπαϊκού πληθυσμού. Κοινός παρονομαστής, πάντως, των αντιρρήσεών τους είναι ο φόβος ότι ένα έγγραφο σαν αυτό μπορεί να λειτουργήσει αντικειμενικά ως γραμμή διαχωρισμού και διακρίσεων ανάμεσα στους ευρωπαίους πολίτες. Το Ada Lovelace Institute, για παράδειγμα, ανέφερε σε πρόσφατη έκθεσή του ότι τα διαβατήρια ανοσίας «ενέχουν εξαιρετικά υψηλούς κινδύνους όσον αφορά την κοινωνική συνοχή, τις διακρίσεις, τον αποκλεισμό και την τρωσιμότητα». Τα ίδια, πάνω-κάτω, λένε και πολλοί ευρωπαίοι διανοούμενοι, επισημαίνοντας ότι η ιδέα σκοντάφτει σοβαρά στη θεμελιώδη ευρωπαϊκή αρχή της προστασίας των προσωπικών δεδομένων.
Δεν έχουν εντελώς άδικο να συζητούν αυτά τα ζητήματα, αν και ο Μητσοτάκης, που έκανε την πρόταση, ξεκαθάρισε ευθύς εξαρχής ότι δεν προτείνει ένα έγγραφο διαχωρισμού των πολιτών, αλλά ένα έγγραφο διευκόλυνσης στους κατόχους του. Αυτά τα δύο μοιάζουν περίπου ίδια, αλλά δεν είναι. Η πρόσβαση εντός της Ευρώπης θα είναι ελεύθερη και απρόσκοπτη σε όλους, απλώς εκείνος που διαθέτει το «διαβατήριο» θα υπόκειται σε λιγότερους υγειονομικούς περιορισμούς. Εδώ που τα λέμε, ούτε αυτό είναι παράλογο. Για ποιο λόγο ο εμβολιασμένος να υποχρεώνεται να κάνει τεστ ή να μπαίνει σε καραντίνα κατά την είσοδό του σε μια χώρα, επειδή ο συνταξιδιώτης του στο αεροπλάνο δεν έχει εμβολιαστεί;
Το θέμα είναι ότι και οι σκεπτικιστές και ο Μητσοτάκης έχουν δίκιο.
Οι αντιρρησίες αναρωτιούνται: αν σήμερα εκδοθεί έγγραφο για τους εμβολιασμένους απέναντι στην Covid-19, αύριο γιατί να μην ακολουθήσει αντίστοιχο έγγραφο για άλλες αρρώστιες, για το θρήσκευμα ή για τις σεξουαλικές προτιμήσεις; Κι αν σήμερα κάποιοι δυσκολευτούν να μπουν σ’ ένα ευρωπαϊκό τρένο ή αεροπλάνο, γιατί αύριο να μη συμβεί το ίδιο και για την είσοδό τους σε μια δημόσια υπηρεσία; Θεμιτή η σκέψη.
Από την άλλη, όμως, ένα κοινό ευρωπαϊκό έγγραφο δεν θα περιέχει πολύ μεγαλύτερες διασφαλίσεις από τους αυθαίρετους περιορισμούς που δικαιούται να επιβάλει κάθε κράτος ξεχωριστά ή κάθε ιδιωτική εταιρεία; Διότι, αυτή την στιγμή, όλα τα ευρωπαϊκά κράτη (ακόμα κι αυτά που διαφώνησαν για το κοινό διαβατήριο) δημιουργούν βάσεις δεδομένων για τους εμβολιασμένους πολίτες τους και τους τροφοδοτούν με πιστοποιητικά εμβολιασμού για κάθε χρήση. Το ίδιο κάνουν και μεγάλες ιδιωτικές εταιρείες, που διαμορφώνουν και επιβάλλουν κατά την κρίση τους κανόνες για την πρόσβαση στους χώρους τους ή για τη χρήση των υπηρεσιών τους.
Η Ευρώπη δεν διακρίνεται για την ταχύτητά της στη λήψη αποφάσεων. Τα κράτη και οι επιχειρηματικοί κολοσσοί της, αντιθέτως, ενίοτε γκαζώνουν με γνώμονα το άμεσο συμφέρον τους. Η Ευρώπη ως συλλογικός οργανισμός χάνεται σε λεπτεπίλεπτες νομικές και ηθικές αναζητήσεις, ενώ η σκληρή πραγματικότητα γύρω της αλλάζει βδομάδα με τη βδομάδα. Ενα στρογγυλό τραπέζι με έγκριτους ευρωπαίους νομικούς θα χρειαστεί ίσως δύο χρόνια για να καταλήξει αν ένα ιατρικό έγγραφο μπορεί και πρέπει να χρησιμοποιηθεί και ως ταξιδιωτικό για να πάει ένας Ολλανδός σε ελληνικό νησί, ενώ μια πολυεθνική ασφαλιστική εταιρεία θα χρειαστεί μια βδομάδα για να αυξήσει τα ασφάλιστρα ζωής και περίθαλψης σε όποιον δεν έχει εμβολιαστεί. Πώς αντιμετωπίζεται αυτό; Την απάντηση θα τη δώσει η ίδια η ζωή…