Στην έρευνα της διαΝΕΟσις για την Ελλάδα της πανδημίας, κάποιες ερωτήσεις απευθύνονται προς τους πολίτες που δεν έχουν εμβολιαστεί. Ναι, προς αυτούς που, όπως έχει επικρατήσει στο θυμικό της κοινωνικής δικτύωσης, περιγράφονται ως ψεκασμένοι, ανεύθυνοι και πάει λέγοντας.
Ερωτώνται, λοιπόν, για ποιο λόγο δεν έχουν κάνει το εμβόλιο. Και δίνουν πολλαπλές, αυθόρμητες απαντήσεις. Το 1,2% απαντά ότι πιστεύει πως το σκεύασμα περιέχει τσιπάκι. Ψεκασμένοι. Οπως και το 3,8% που βλέπει αλλοίωση DNA. Ομως είναι μικρό το ποσοστό τους. Θρησκευτικούς λόγους επικαλείται το 0,6%. Αν όντως ισχύει, αδίκως έχουμε αρχίσει τον εξάψαλμο στα μοναστήρια και στις παραθρησκευτικές οργανώσεις. Αρνητές της νόσου δηλώνουν όσοι αντιπροσωπεύουν το 1,1% αυτών που απέχουν από τον εμβολιασμό. Ελάχιστοι και αυτοί. Το 5,8% πιστεύει ότι δεν θα κολλήσει την ασθένεια. Αυτοί συγκροτούν μία νέα κατηγορία, των αφελών και των ανέμελων. Ας τους επιτρέψουμε να συναντηθούν με το 11,1% που δηλώνει ότι δεν ανήκει σε κατηγορία υψηλού κινδύνου και το 8,9% που θεωρεί τη νόσο ήπια. Είναι και ένα 12,4% που επικαλείται αλλεργίες και προβλήματα υγείας. Καθόλα λογικοί άνθρωποι που, προφανώς, έχουν πάρει τη συμβουλή γιατρού.
Οι περισσότεροι όμως συγκλίνουν σε δύο παραμέτρους που τους οδηγούν στην άρνηση: ανησυχούν για τις παρενέργειες και δεν εμπιστεύονται τα εμβόλια. Κοινώς, δεν πείστηκαν από την καμπάνια εμβολιασμού.
Τώρα βέβαια είναι αργά. Τώρα τα μέτρα και οι νεκροί κάνουν την καλύτερη καμπάνια, με αποτέλεσμα να αυξάνεται η προσέλευση στα εμβολιαστικά κέντρα. Ας κρατήσουμε όμως την εμπειρία πάνω-πάνω στο συρτάρι της μνήμης. Κάποια στιγμή θα χρειαστεί στις επόμενες γενιές.