Οταν ο εκάστοτε Πρωθυπουργός συναντά τον αμερικανό πρόεδρο, επικοινωνιακά η κατάσταση θυμίζει αίθουσα αναμονής σε μαιευτήριο. Τα μέσα ενημέρωσης τηρούν μία αγωνιώδη στάση αναμονής και περιμένουν να ακούσουν κάτι σπουδαίο. Η κυβέρνηση προεξοφλεί ότι τα πράγματα θα κυλήσουν καλά. Και η αντιπολίτευση συνήθως ψάχνει και βρίσκει το μικρότερο καλάθι για να κρατήσει.
Βέβαια τα αποτελέσματα τέτοιων συναντήσεων σπάνια αποκαλύπτονται δημοσίως. Συχνά δε, αυτά που λέγονται δημοσίως, δεν αντιστοιχούν ακριβώς σε αυτά που ειπώθηκαν πίσω από τις κλειστές πόρτες. Κάπως έτσι, η συνάντηση Μητσοτάκη – Τραμπ δείχνει να εξελίχθηκε με βάση τα αναμενόμενα. Ο Μητσοτάκης βγήκε από το Οβάλ Γραφείο και είπε στους δημοσιογράφους ότι η Ελλάδα θα προχωρήσει στις αμυντικές προμήθειες για την αναβάθμιση των αεροσκαφών. Κοινώς δίνει στους Αμερικανούς αυτό που ήθελαν και φυσιολογικά κάτι θα πήρε ως αντάλλαγμα. Λογικά θα απέσπασε τη δέσμευση για σεβασμό των κυριαρχικών δικαιωμάτων και κάποια υπόσχεση-δέσμευση για να ειπωθούν δυο κουβέντες στον Ερντογάν. Κανένας βέβαια δεν περίμενε από τον Τραμπ να βγει μπροστά στο τζάκι και να αρχίσει στα χαστούκια τον Ερντογάν. Λάθος, το περίμενε ο ΣΥΡΙΖΑ… Κάτι τέτοιο θα ήταν παράλογο ακόμα και για Τραμπ. Ο πρόεδρος είπε, περίπου τα αναμενόμενα, αναφερόμενος και στο σημαντικό ρόλο που παίζει η Τουρκία στην περιοχή. Το προφανές δηλαδή.
Το αν αυτή η συνάντηση είχε τα αποτελέσματα που περιμέναμε, θα το μάθουμε εν καιρώ. Και το αποτύπωμα της δεν θα το δούμε μόνο στα ελληνοτουρκικά, αλλά και σε άλλους τομείς, όπως η διμερής αμυντική συνεργασία και η ανάπτυξη του δικτύου 5G —αν δηλαδή θα ψωνίσουμε κινέζικο εξοπλισμό. Επίσης οι αναφορές του Τραμπ στην οικονομία και στις επενδύσεις εγγράφονται στα σημαντικά και θετικά αποτελέσματα της συνάντησης.
Ο ΣΥΡΙΖΑ και τα στελέχη του έκαναν λόγο για φιάσκο. Ρώτησα, στο Τwitter, δύο στελέχη του, τον Δημήτρη Παπαδημούλη και τον Αλέξη Χαρίτση για ποιο λόγο η συνάντηση εξελίχθηκε σε φιάσκο και τι έπρεπε να κάνει ο Πρωθυπουργός. Δεν απάντησαν. Ο ΣΥΡΙΖΑ λέει ότι η συνάντηση ήταν φιάσκο επειδή ο Μητσοτάκης παρατηρούσε τον Τραμπ να μιλάει για είκοσι λεπτά αναφερόμενος στο Ιράν. Διαβάζεις την ανακοίνωση και λες ότι την έγραψε ο Νίκος Παππάς: «η εικόνα του Έλληνα πρωθυπουργού να παρακολουθεί τον Πρόεδρο Τραμπ να παραχωρεί για περίπου είκοσι λεπτά, μόνος του, συνέντευξη Τύπου στα μέσα ενημέρωσης, δεν είναι προσβλητική για τον κ. Μητσοτάκη, αλλά για τη χώρα, που τη μετατρέπει σε κομπάρσο των εξελίξεων».
Εδώ βέβαια γεννάται εύλογα η απορία: τι έπρεπε να κάνει ο Κυριάκος Μητσοτάκης και τι θα έκανε ο Αλέξης Τσίπρας; Υποθέτω ότι για τον ΣΥΡΙΖΑ η απάντηση είναι εύκολη: ο Τσίπρας θα διέκοπτε τον Τραμπ, θα κατήγγειλε τα αμερικανικά μέσα για μονομερές ενδιαφέρον και θα απορούσε πού ακούστηκε οι αμερικανοί δημοσιογράφοι να ενδιαφέρονται για το Ιράν και όχι για τα ελληνικά θέματα. Και όχι μόνο αυτό. Ο Αλέξης θα αναλάμβανε, με την ευκαιρία, μία πρωτοβουλία διαμεσολάβησης ανάμεσα στις ΗΠΑ και στο Ιράν.