Εάν είναι λογικό και αναμενόμενο ένα σύγχρονο κόμμα να πατά στο σήμερα και να βαδίζει προς το αύριο, ο ΣΥΡΙΖΑ μοιάζει να έχει τα δυο του πόδια κολλημένα στο χθες και στο προχθές. Και δεν το κάνει από ειλικρινή αγάπη για την Ιστορία. Εξάλλου, από τις δημόσιες τοποθετήσεις πολλών στελεχών του, δεν προκύπτει μια βαθιά γνώση της, όσο μια ελλειμματική και κυρίως συναισθηματική ανάγνωσή της, στο πλαίσιο της γενικότερης συνθηματικής αντίληψης όχι μόνον της Ιστορίας, αλλά και της ζωής ευρύτερα. Ολα ερμηνεύονται είτε μέσα από το πρίσμα του Εμφυλίου είτε μέσα από το πρίσμα της χούντας. Σαν να έχει κολλήσει το κοντέρ του χρόνου εκεί.
Προφανώς δεν ήταν τυχαία η πρώτη κίνηση που έκανε ο κ. Τσίπρας αμέσως μόλις ορκίστηκε ως πρωθυπουργός να καταθέσει λουλούδια στο μνημείο πεσόντων στο Σκοπευτήριο της Καισαριανής, λίγο αφότου βεβαίως είχε ανακοινώσει τη συμμαχία του με τους ΑΝΕΛ (αλλά αυτή η παραδοξότητα έχει συζητηθεί εκτενώς και από διαφορετικά πεδία επιστημονικής προσέγγισης).
Για να μην παρεξηγηθώ, δεν υποστηρίζω τη λήθη των ιστορικών γεγονότων, κάθε άλλο. Ωστόσο, ομολογώ ότι δυσκολεύομαι να παρακολουθήσω αυτή τη διαρκή προσπάθεια στρεβλής όρασης τού σήμερα μόνο μέσα από ένα υποσύνολο τού χθες και μάλιστα από γωνία θέασης.
Δεν πρόκειται για ένα είδος περιορισμένης πολιτικής φαντασίας του ΣΥΡΙΖΑ, αλλά για μια ιδιαίτερη ψυχοπολιτική ανάγκη επιστροφής στην εποχή που εκείνη (μια άλλη) Αριστερά αισθανόταν ή είχε λόγο ύπαρξης. Αντιμετωπίζει το σύνδρομο της ήττας του Εμφυλίου σαν το κάρβουνο που δεν πρέπει να σβήσει, με την ελπίδα ότι θα ξαναφουντώσει κάποια στιγμή τη φωτιά.
Ετσι, ο ΣΥΡΙΖΑ επιμένει ιδεοληπτικά να αναζητά πολιτικό οξυγόνο στο παρελθόν, χάνοντας τις ευκαιρίες που του δίνει το σήμερα. Η θλιβερή παραποίηση των λεγομένων του υφυπουργού Παιδείας Αγγελου Συρίγου είναι ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα.
Αρκούσε μια ιστορική αναφορά και διευκρίνιση του υφυπουργού, και μάλιστα με απαξιωτικούς χαρακτηρισμούς για τη στάση της αστυνομίας στο πανεπιστήμιο επί χούντας, για να ερμηνευθεί ως νοσταλγία. Και δεν το έκαναν μόνο τα τρολ, αλλά και ο ίδιος ο κ. Τσίπρας, λέγοντας χαρακτηριστικά: «Αν η κυβέρνηση και οι υπουργοί της έχουν ως παράδειγμα προς μίμηση και ως οδηγό τα όσα συνέβησαν κατά την επτάχρονη δικτατορία, τότε δεν μπορεί να περιμένει τίποτα θετικό η χώρα και ο λαός μας. Σε κάθε περίπτωση, πρέπει να συγχαρούμε και όχι να ψέξουμε τον κ. Συρίγο. Να τον συγχαρούμε για την ειλικρίνειά του. Θα αποβεί καταλυτική ώστε να συνειδητοποιήσουν όλοι οι δημοκρατικοί πολίτες –και εντάσσω σε αυτούς προφανώς και τους συντηρητικούς πολίτες– ποιες είναι οι πραγματικές επιδιώξεις της κυβέρνησης στο πεδίο των δημοκρατικών ελευθεριών και δικαιωμάτων και, δυστυχώς, και στον ευαίσθητο χώρο της Παιδείας».
Την ίδια ώρα, οι συμμετέχοντες στη συζήτηση στην οποία είχε μιλήσει ο κ. Συρίγος, ακόμα και εκείνοι που διαφωνούσαν μαζί του, τον υπερασπίζονταν, τονίζοντας ότι διαστρεβλώνονται όσα είπε.
Ο καθηγητής Ξενοφών Κοντιάδης έγραψε μάλιστα: «Είναι άλλο να διαφωνούμε και άλλο να προσάπτουμε στον συνομιλητή μας κάτι που δεν είπε. Ειδικά όταν υπάρχει σοβαρή διαφωνία με βάση ισχυρά επιχειρήματα, τέτοια φάουλ είναι ανεπίτρεπτα και σκοτώνουν τον διάλογο. Ούτε η βία ούτε η δολοφονία χαρακτήρων ενισχύουν τα επιχειρήματά μας, αντίθετα τα αποδυναμώνουν».
Αλλά πότε η πραγματικότητα επηρέασε την πολιτική τοποθέτηση του ΣΥΡΙΖΑ για να την επηρεάσει και τώρα, θα μπορούσε να αντιτείνει κάποιος.
Αντί να αντιπροτείνει ρεαλιστικές λύσεις στο χρονίζον πρόβλημα της ασφάλειας των πανεπιστημίων, κυνηγά χουντικούς ανεμόμυλους, «καλπάζοντας» με επιχειρήματα που μοιάζουν με πολιτικούς ημιόνους.
Προφανώς δεν είναι αυτός ο ρόλος μιας θεσμικής αντιπολίτευσης, αλλά μάλλον αυτό που αισθάνεται ότι χρειάζεται το κόμμα για να μην εκδηλώνονται φυγόκεντρες δυνάμεις. Οχι δηλαδή να πείσει ένα ευρύτερο κοινό, αλλά να φανατίσει τους ήδη πεπεισμένους, εκείνους που ηδονίζονται στο άκουσμα των λέξεων «χούντα» και «Εμφύλιος», ακόμα κι αν είναι εντελώς άσχετες με το θέμα.
Είναι προφανώς μια λογική συσπείρωσης. Κατανοητή με όρους πολιτικής επικοινωνίας. Απλώς εντελώς περιττή και εν δυνάμει επικίνδυνη για τη χώρα.