Ήταν, εξαιρώντας ένα θερινό σινεμά μέσα στον Αύγουστο, η πρώτη μου πολιτιστική έξοδος από τις αρχές του 2020 που μας ήρθε η πανδημία και μπήκαμε σε περιορισμούς.
Πήγα το Σάββατο βράδυ στο Μέγαρο Μουσικής Αθηνών, και παρακολούθησα το πρώτο από τρία ρεσιτάλ της σειράς PianoMasters, με τον διάσημο Ρώσο πιανίστα Εβγκένι Κίσιν. Έκλεισα το εισιτήριό μου από τις αρχές Αυγούστου διαδικτυακά, κι από εκείνη τη στιγμή είχα μια διαρκή, ενθουσιώδη αγωνία – σαν εκείνη ενός μικρού παιδιού που περιμένει μια εκδρομή, ή τα Χριστούγεννα.
Τον μόλις 40 ετών σήμερα καλλιτέχνη «γνώρισα» ως νέο πιανίστα-θαύμα στα ύστερά μου χρόνια στο Τρίτο Πρόγραμμα, το 2012. Δεν είχα τις μουσικές γνώσεις τότε να διακρίνω τα χαρίσματά του – άκουγα όμως, και συγκρατούσα τα λόγια άλλων παραγωγών και ακροατών εκεί, που μιλούσαν για ασύλληπτο ταλέντο που, όταν ερμήνευσε το 1988, στα 17 του μόλις χρόνια, το Πρώτο κοντσέρτο για πιάνο του Τσαϊκόφσκι, για πρώτη φορά με τον Χέρμπερτ Φον Κάραγιαν, λέγεται πως ο μαέστρος-μύθος δάκρυσε από συγκίνηση.
Εδώ και περίπου 8 χρόνια, νομίζω πως δεν έχει περάσει σχεδόν μέρα που να μην τον δω κι ακούσω στο YouTube και στα CDs μου μαζί και με άλλους πιανίστες-γίγαντες: Φερούτσιο Μπουσόνι, Αρθούρο Ρούμπινσταιν, Σβιάτοσλαβ Ρίχτερ, Βλαντίμιρ Χόροβιτς, Γκλεν Γκουλντ, Βλαντίμιρ Ασκενάζι, Ντάνιελ Μπάρενμποϊμ, Μάρθα Άργκεριτς, Άντρας Σιφ, και Ίβο Πογκόρελιτς που παίζει την άλλη Πέμπτη 30/10 – μην το χάσετε!
Πήγα στο Μέγαρο λοιπόν, νομίζοντας ότι γνωριζόμαστε πια τόσο καλά με τον Κίσιν που, αν με έβλεπε εκεί ψηλά, στο Θεωρείο 9, θα με χαιρετούσε ονομαστικά. Τέτοιο ψώνιο, εγώ!
Όμως, δεν θέλω να πω άλλα πολλά για το μουσικό μέρος και για το μέγεθος αυτού του καλλιτέχνη. Πλήρωσα €60 για να κλείσω το εισιτήριό μου, και ούτε στιγμή δεν σκέφτηκα ότι είναι πολλά. Λίγα ήταν, και δεν θέλω να φανώ σνομπ. Τόσα δίνεις για τρείς επισκέψεις σε σουβλατζίδικο! Ή διπλάσια για να δεις αυτήν την εποχή την Βανδή στην Κύπρο.
Θέλω όμως να πω πόσο χαρούμενος και περήφανος ένοιωσα που πήγα σε έναν χώρο με άψογη οργάνωση και τήρηση όλων των υγειονομικών μέτρων, και απόλαυσα ένα μοναδικό ρεσιτάλ, μαζί με εκατοντάδες συνανθρώπους μου, με τους οποίους ένοιωσα τόσο δυνατά ότι συγγενεύω!
Δεν είδα ούτε έναν χωρίς μάσκα, ούτε καν κάτω από τη μύτη, από τη στιγμή που βγήκαμε από τα αυτοκίνητα στο υπόγειο, μέχρι που ξανακατεβήκαμε στο τέλος για να φύγουμε. Είδα ήρεμα, γλυκά πρόσωπα. Ούτε ένα θυμωμένο ή φοβισμένο.
Ακολουθώντας απλές, πρακτικές οδηγίες αποφυγής συνωστισμού, ακόμα και στις κυλιόμενες σκάλες, όπως και κατά την είσοδο στον συναυλιακό χώρο όπου δείξαμε τα απαραίτητα πιστοποιητικά εμβολιασμού, νόσησης ή τεστ, φτάσαμε εύκολα και με ασφάλεια στις θέσεις μας. Αραιά, και δίπλα-δίπλα μόνο όσοι ήταν μιας παρέας, και μάλιστα ολιγομελούς.
Δεν άκουσα ούτε μια γκρίνια. Ούτε ένα κτύπημα κινητού. Ούτε ένα βήξιμο! Αυτό, έκανε εντύπωση σε όλους, και συζητώντας το κατόπιν καταλάβαμε ότι σίγουρα οφείλεται στο ότι ο κορονοϊός (με τα υγειονομικά μέτρα που παίρνουμε, και τα εμβόλια που κάναμε), έχει εξαφανίσει τις γρίπες και τα συνάχια!
Μην το υποτιμάτε καθόλου αυτό. Ανέκαθεν, από τα μεγαλύτερα προβλήματα στα μεγάλα κοντσέρτα, αλλά κυρίως σε ρεσιτάλ όπως αυτό του Κίσιν (ένας άνθρωπος και το όργανό στη σκηνή, υπό απόλυτη ησυχία), πάντοτε θα προέκυπτε ο τουλάχιστον ένας, ή τουλάχιστον μία, που θα έχει κρίση βήχα! Που, μαζί με το παρατεταμένο «σσσσσς…» από τους υπολοίπους, θα μουντζουρώσει τη βραδιά.
Ωραίος κόσμος! Και δεν το λέω με την σνομπίστικη χροιά που συχνά αποδίδεται στον όρο. Το έβλεπες στα πρόσωπα, στις κινήσεις, σε αυτό που λέμε «συμπεριφορά», και βεβαίως στην εμφάνιση. Τόσο λιτή και απέριττη, όσο εκείνο το τεράστιο πιάνο με ουρά που στεκόταν μόνο, στη μέση μιας άδειας σκηνής, μέχρις ότου έρθει ο καλλιτέχνης να την γεμίσει!
Είδα πολλούς νέες ανθρώπους. Αγόρια και κορίτσια. Κι αρκετά παιδιά, στο ίδιο θεωρείο δίπλα μου. Πρόσεξα με πόση συγκέντρωση παρακολούθησαν το ρεσιτάλ, και το χειροκρότημά τους στο τέλος ενίσχυσε ακόμα περισσότερο το δικό μου.
Ήταν, στο ίδιο θεωρείο, έξι Ιάπωνες που ήρθαν στην Ελλάδα για διακοπές και τις συνδύασαν κλείνοντας εισιτήρια ηλεκτρονικά από τη χώρα τους, για να παραβρεθούν σε αυτό το ρεσιτάλ. Περιμένοντας να έρθει η σειρά μας να βγούμε από την αίθουσα πιάσαμε κουβέντα και μου είπαν πόσο εντυπωσιάστηκαν, όχι μόνο από το ρεσιτάλ, αλλά και από το Μέγαρο, την οργάνωση, το προσωπικό και, πάνω απ’ όλα από τον κόσμο που πήγε εκεί για να απολαύσει έναν μεγάλο καλλιτέχνη.
Έφυγα με γεμάτη ψυχή, με χαμόγελο που κρατά ακόμα, και με την τετριμμένη σκέψη ότι ναι, τελικά είναι όλα θέμα Πολιτισμού.
Υστερόγραφο: Τον «βγάλαμε» έξι φορές στη σκηνή για μπιζάρισμα τον Κίσιν και αυτός μας αντάμειψε με μερικές καταπληκτικές Σπουδές για πιάνο και το Βαλς αρ.12 σε Φα Ελάσσονα του Σοπέν.Το κυρίως πρόγραμμα, που παρουσιάστηκε χωρίς διάλλειμα, περιλάμβανε: την Τοκάτα και Φούγκα σε ρε ελάσσονα του Γιόχαν Σεμπάστιαν Μπαχ, την Σονάτα για πιάνο, αρ.31 σε λα ύφεση μείζονα του Λούντβιχ φαν Μπετόβεν, 6 Μαζούρκες και το Αντάντε σπιανάτο και Μεγάλη Πολωνέζα Μπριλάντε του Φρεντερίκ Σοπέν.