Ο τελευταίος ανασχηματισμός έβαλε κόσμο σε σκέψεις. Λίγο η πλάκα στο twitter, λίγο κάποια από τα εξωκοινοβουλευτικά πρόσωπα, σε ένα εξόχως αντικοινοβουλευτικό σχήμα, έκαναν τις απαιτήσεις για πολιτικά – υπουργικά μεγέθη αντάξια των περιστάσεων, σε μία χώρα που δοκιμάζεται από την κρίση, να μοιάζουν ρομαντικές, αν όχι εξωπραγματικές, γραφικές. «Μα, καλά, σε αυτή τη χώρα μπορεί οποιοσδήποτε να γίνει υπουργός;», πλάνταζε το facebook.
Το ερώτημα το απαντά το Σύνταγμα και η ίδια η ζωή. Ασφαλώς και μπορεί, με την έννοια της δυνατότητας, χωρίς αυτό να σημαίνει ότι θα τα καταφέρει κιόλας, ότι θα είναι επαρκής. Και τι άραγε χρειάζεται; Γιατί δεν μας κάνει η όποια Παπακώστα ή Νοτοπούλου;
Μια καλή απάντηση είναι αυτή που έδινε ο Κωνσταντίνος Καραμανλής, η επιλογή του οποίου στο κείμενο αυτό έγινε όχι λόγω προσωπικού θαυμασμού ή πολιτικής προτίμησης, αλλά επειδή αποτελεί ιστορική προσωπικότητα, η ζωή και τα έργα του χάνονται στον χρόνο, έχοντας πλέον περάσει στη σφαίρα του μύθου.
«Ο πολιτικός πρέπει πρώτα από όλα να αποδείξει ότι διαθέτει κοινό νου. Και χρειάζονται χρόνια δοκιμασίας για να διεκδικήσει μεγαλύτερους τίτλους», έλεγε, διαφωνώντας προφανώς με τη φρεσκαδούρα στα νέα πρόσωπα των υπουργείων – αλλά αυτό είναι άλλης τάξεως θέμα. Ο ίδιος πίστευε ότι ούτε η μόρφωση, ούτε η ειδίκευση, ούτε καν η εμπειρία σώζουν την κατάσταση. Απαιτείται κοινός νους, έλεγε σταθερά · ένας νους που θα μπορούσε να γίνει ανάχωμα σε εισηγήσεις αρμοδίων υπηρεσιών, πάσης φύσεως συμβούλων, εμπειρογνωμόνων.
Αφηγείτο μάλιστα για να γίνει κατανοητός μια ιστορία παραβολική, από την πρώτη οκταετία της Πρωθυπουργίας (1955-1963) του, όταν είχε επισκεφθεί τα έργα του Αθλητικού Κέντρου στον Άγιο Κοσμά. Μεταξύ των διαφόρων εγκαταστάσεων, η μελέτη προέβλεπε και την κατασκευή ενός υπαίθριου θεάτρου αρχαϊκού τύπου, στο οποίο ερασιτεχνικοί και σχολικοί θίασοι θα ανέβαζαν αρχαίες τραγωδίες. Οι μηχανικοί μεταφέροντας τόνους χώματος είχαν κατασκευάσει ένα λόφο, τον οποίο στη συνέχεια θα έσκαβαν ημικυκλικά, προκειμένου να γίνουν οι κερκίδες. Ο επικεφαλής μηχανικός , περιβαλλόμενος από το επιτελείο τεχνικών, εξηγούσε στον Καραμανλή τις λεπτομέρειες του έργου, όταν ακούστηκε ο εκκωφαντικός θόρυβο ενός αεροπλάνου που προσγειωνόταν στο παρακείμενο αεροδρόμιο του Ελληνικού. Ο μηχανικός σιώπησε δυο – τρία λεπτά, αλλά η ενημέρωση συνεχίστηκε, για να διακοπεί και πάλι ως την επόμενη προσγείωση – απογείωση. Ο μηχανικός επεχείρησε να συνεχίσει αλλά τον έκοψε απότομα ο Καραμανλής. «Δε μου λες, αυτό θα γίνεται και όταν παίζονται αρχαίες τραγωδίες στο θέατρο; Ή θα διακόπτουμε τη λειτουργία του αεροδρομίου, κάθε φορά που έχουμε παραστάσεις;». Ο Καραμανλής θυμόταν πολλά χρόνια αργότερα ότι τα ‘ψαλε για τα καλά στον αρχιμηχανικό, προτού του δώσει την εντολή να ματαιώσει το έργο. Καθώς, όμως έφευγε, τον είδε να στρέφεται σε κάποιον άλλο, τον οποίο και επιτιμούσε σκαιότατα. Γύρισε και τον ρώτησε τι συνέβαινε. «Ο κύριος από δω κύριε Πρόεδρε, είναι ο μηχανικός που έκανε την ακουστική μελέτη του θεάτρου…».
Το υπουργιλίκι θέλει σήκωμα στα μανίκια και δουλειά, δουλειά – όχι αστεία, απαιτεί αίσθηση καθήκοντος κι όχι πολιτικό ναρκισσισμό, στείρα φιλοδοξία για θεσμικά οφίκια. Καλός είναι ο χαβαλές στα social media, αλλά οι άνθρωποι αυτοί είναι εκεί για να παράγουν έργο, να έχουν όραμα κι ιδέες. Μας εκπροσωπούν σε διεθνείς συναντήσεις, έχουν υπέρμετρες εξουσίες, χαίρουν ισχυρών προνομίων, καλώς ή κακώς βρίσκονται ψηλά στην κοινωνική ιεραρχία, και μάλιστα σε μία χώρα στην οποία δεν μπορεί να φανταστεί πολιτικό ούτε στην ουρά για εξωτερικά ιατρεία.
Πόσο καλά ενημερωμένοι είναι, ή έστω μπορούν να είναι, γύρω από τις πολυσχιδείς εξελίξεις που αφορούν το υπουργείο τους, ώστε να λαμβάνουν καίριες αποφάσεις; Πόσο δουλεύουν για να το επιτύχουν; Και ποιος τους αξιολογεί; Για την Ιστορία, ο σερραίος πολιτικός έπαιρνε τους υπουργούς του στις επτά το πρωί, για να τους τσεκάρει, και προφανώς να τους αφυπνίσει, σχετικά με το υπουργείο τους. Άλλες εποχές, θα μου πείτε, όταν ο Βαρβιτσιώτης ως υπουργός Εμπορίου το 1976, έτρεχε αγουροξυπνημέος να δει τις τιμές στη λαϊκή για να επιβεβαιώσει αν όντως τα χόρτα που διάβαζε ο Καραμανλής στην «Καθημερινή», είχαν φθάσει τις 17 δρχ. το κιλό.
Κι όμως, ο Γεώργιος Ράλλης, ο άνθρωπος που είχε τολμήσει να παραπονεθεί στον Πρωθυπουργό του για ασφυκτικό έλεγχο, σε επίπεδο αστυνόμευσης, την περίοδο της υπουργίας του στον θώκο των Δημοσίων Έργων, παραδέχθηκε ότι αυτός ο τρόπος άσκησης της Πρωθυπουργίας, όσο κι αν φαινόταν τότε πιεστικός, αν όχι και βασανιστικός, δεν έπαυε να είναι και ορθός. Προπαντός δε αποτελεσματικός. Το έκανε αργότερα και ο ίδιος, στη δική του κυβέρνηση. Άγνωστο ποιος από τους νέους υπουργούς θα άντεχε παρόμοιο ψυχολογικό καψώνι.
Τα μικρά μεγέθη στην πολιτική, και δη σε περίοδο που η χώρα δοκιμάζεται, δεν μπορούν παρά να υποσκάπτουν το ίδιο της το μέλλον. Και όχι, σημασία δεν έχουν μόνο οι πολιτικές. Εχουν και τα πρόσωπα
Και ως γνωστόν, η αντοχή είναι προϋπόθεση της επιτυχίας. Οι εξωκοινοβουλευτικοί μοιάζουν ακόμη πιο ευάλωτοι, αφού δε γνωρίζουν σε βάθος τα τερτίπια της πολιτικής. Το γεγονός ότι η κυβέρνηση αυτή διαθέτει περίπου μία ντουζίνα και βάλε υπουργούς και υφυπουργούς που δε ξέρουν ούτε λέξη από τον Κανονισμό της Βουλής, δεν είναι ενθαρρυντικό για το πολιτικό τους μέλλον και την προσφορά τους στον ελληνικό λαό. Πλην εξαιρέσεων – όπως για παράδειγμα ο Κώστας Σημίτης, ως πάλαι ποτέ υπουργός Γεωργίας -, η εμπειρία έχει δείξει ότι αρκετοί θυμίζουν κομήτες. Αξιόλογοι άνθρωποι κατά τα άλλα, που δεν καταφέρνουν να ανθίσουν στο ιδιόρρυθμο θερμοκήπιο της πολιτικής, και φεύγουν όπως ήλθαν· ξαφνικά. Κάποιοι δεν αντιλαμβάνονται την έννοια του πολιτικού κόστους, άλλοι την έννοια της κομματικής πειθαρχίας και «συνέπειας». Εδώ εκλεγμένοι και έχουν φύγει εν μια νυκτί… Οι έχοντες μνήμη θα θυμούνται πώς ο αείμνηστος Ανδρέας Παπανδρέου «τελείωσε» με συνοπτικές διαδικασίες τον Ασημάκη Φωτήλα, από το υπουργείο Εξωτερικών στην πρώτη κυβέρνηση του, ο οποίος έδρασε αυτοβούλως σε ζήτημα που σχετιζόταν με τα ευρωπαϊκά.
Ενας διαδικτυακός φίλος εμφανιζόταν κυνικός τις προάλλες: «και τι σημασία έχει πια να είναι κανείς υπουργός; Σιγά τα ωά…». Λάθος! Υπουργός υπήρξε και ο Γιώργος Γεννηματάς, και ο Αναστάσιος Πεπονής, που ήταν «εκεί», όχι μόνο για να διεκπεραιώσουν, αλλά και για να αφήσουν κάτι, να μετασχηματίσουν την προσωπική τους επιθυμία – φιλοδοξία σε προσφορά, με όχημα την πολιτική εξουσία.
Τα μικρά μεγέθη στην πολιτική, και δη σε περίοδο που η χώρα δοκιμάζεται, δεν μπορούν παρά να υποσκάπτουν το ίδιο της το μέλλον. Και όχι, σημασία δεν έχουν μόνο οι πολιτικές. Έχουν και τα πρόσωπα. Όπως τα πρόσωπα τιμούν τους θεσμούς, αυτά διαθέτουν και τη δύναμη να τους ευτελίσουν. Και να μετατρέψουν ένα πολιτικό αφήγημα σε κωμωδία, όπως αυτή που υπαινίσσεται ο τίτλος. Στο έργο του Οσκαρ Ουάιλντ «Η σημασία του να είναι κανείς σοβαρός» («Τhe Importance of Being Earnest»), δυο νεαροί που χρησιμοποιούν το ψευδώνυμο «Ερνέστος» για να αποφύγουν ανιαρές κοινωνικές υποχρεώσεις, αποκτούν μπελάδες όταν ερωτεύονται αντιστοίχως δυο γυναίκες, η κάθε μια από τις οποίες θεωρεί το συγκεκριμένο όνομα (εκ του earnestness), ως το μεγαλύτερο προσόν εκείνου που το κατέχει, αφού παραπέμπει αυτόματα σε – τι άλλο; Σοβαρότητα.
ΥΓ: Τα στοιχεία για τον Καραμανλή έχουν αντληθεί από το βιβλίο του Στάμου Ζούλα «Όσα δεν έγραψα…», εκδόσεις Καστανιώτη.