Ενάμιση χρόνο από το ξέσπασμα της πανδημίας της Covid-19, ο παγκόσμιος πολιτικός αντίκτυπος της υγειονομικής κρίσης παραμένει ασαφής και οι ερμηνείες ποικίλες και αναδυόμενες όσες και όσο οι παραλλαγές του νέου κορονοϊού. Δεκάδες εκλογές σε όλο τον κόσμο αναβλήθηκαν, άλλες διεξήχθησαν, ενώ την ώρα που κρίσιμες εκλογές, όπως στην Γερμανία τον Σεπτέμβριο και στην Γαλλία και την Βραζιλία το 2022 είναι προγραμματισμένες, τα παραλλαγμένα στελέχη και οι εμβολιαστικές εκστρατείες κρατούν την πανδημία ψηλά στην πολιτική ατζέντα.
Σύμφωνα με το Διεθνές Ινστιτούτο για τη Δημοκρατία και τη βοήθεια στη διεξαγωγή εκλογών, InternationalIDEA, από τον Φεβρουάριο του 2020 έως τον Ιούνιο του 2021, τουλάχιστον 78 χώρες και εδάφη σε όλο τον κόσμο ανέβαλαν εθνικές και τοπικές εκλογές εξαιτίας της Covid-19. Παράλληλα, τουλάχιστον 125 άλλες χώρες και εδάφη αποφάσισαν να διενεργήσουν εθνικές ή τοπικές εκλογές, παρά τις ανησυχίες που έγειρε η πανδημία.
Τα ποσοστά δημοτικότητας των κυβερνήσεων παρουσιάζουν μεγάλες διακυμάνσεις καθόλη την πανδημική περίοδο και φαίνεται να συγχρονίζονται με τα κύματα της πανδημίας. Ένα κύριο στοιχείο που καταγράφεται σε δημοσκοπήσεις είναι μια κυκλικότητα στις επιδόσεις της κυβερνητικής διαχείρισης της υγειονομικής κρίσης και στα ποσοστά αποδοχής των κυβερνήσεων.
Πολιτικοί αναλυτές υποστηρίζουν πως η πανδημία έθεσε στο προσκήνιο εκλεγμένους αξιωματούχους, αλλά αυτή η υπερβάλλουσα προβολή είναι δίκοπο μαχαίρι. Οι κυβερνήσεις συγκέντρωσαν και συγκεντρώνουν μεγαλύτερη προβολή και ευκαιρίες να μιλήσουν στους πολίτες τους, να δείξουν συμπόνια και να προωθήσουν τις προσπάθειές για μετριασμό των επιπτώσεων της πανδημίας. Αυτό ενδεχομένως να είναι ένα πλεονέκτημα για εκείνες τις κυβερνήσεις που αντιμετώπισαν και αντιμετωπίζουν την κρίση με ικανοποιητικό τρόπο, ωστόσο για εκείνες οι χειρισμοί των οποίων απέναντι στην Covid-19 κρίθηκαν άστοχες έως και καταστροφικές, μια τέτοια προβολή μπορεί να αποδειχθεί επιζήμια.
Όσο μεγαλύτερη η εμπιστοσύνη, τόσο μεγαλύτερη και η συμμετοχή στις εκλογές
Κατά το ξέσπασμα της πανδημίας στις αρχές του 2020, πολλές χώρες που προχώρησαν στη διεξαγωγή εκλογών κατέγραψαν σημαντική μείωση της προσέλευσης των ψηφοφόρων στις κάλπες, ακόμη και όταν ο αριθμός των κρουσμάτων της Covid-19 ήταν ακόμη σχετικά χαμηλός.
«Τα πολλά επιστημονικά ερωτηματικά για τον ιό και η αβεβαιότητα για την ικανότητα των εκλογικών αρχών να προστατεύσουν την υγεία των πολιτών κατά τη διάρκεια της εκλογικής διαδικασίας μπορούν να θεωρηθούν ως οι κύριοι λόγοι για αυτά τα ποσοστά τόσο χαμηλής συμμετοχής. Αργότερα, καθώς οι τρόποι προφύλαξης έγιναν ευρέως γνωστοί, οι φορείς διαχείρισης εκλογών (EMBs) κατόρθωσαν να οικοδομήσουν την εμπιστοσύνη των πολιτών για και να τους πείσουν να προσέλθουν στις κάλπες», αναφέρει η δρ Φερνάντα Μπούριλ, ερευνήτρια στο Κέντρο Εφαρμοσμένων Ερευνών και Μάθησης στο Διεθνές Ίδρυμα Εκλογικών Συστημάτων (IFES). Χώρες που πραγματοποίησαν εκλογές που το πολιτικό διακύβευμα κρινόταν μεγάλο, οι επιπτώσεις της πανδημίας στην προσέλευση ήταν λιγότερο εμφανείς, προσθέτει η ίδια.
«Περισσότερες χώρες ανέβαλαν τις εκλογές τους στο πρώτο κύμα της πανδημίας, αλλά αυτή η τάση άλλαξε μετά τον Ιούνιο του 2020», υπογραμμίζει ο Έρικ Ασπλούντ, επικεφαλής του τμήματος εκλογικών διαδικασιών στο International IDEA. Μέχρι σήμερα, οι περισσότερες από τις χώρες έχουν διεξαγάγει τις εκλογές που ανέβαλαν λόγω των ανησυχιών για τον νέο κορονοϊό, πρόσθεσε.
«Όσο μεγαλύτερη η εμπιστοσύνη, τόσο μεγαλύτερη είναι η συμμετοχή», σημειώνει ο Αμαέλ Βιέ, υπεύθυνος προγράμματος για την ανάπτυξη ικανοτήτων και την παρακολούθηση διεθνών εκλογών στο Ασιατικό Δίκτυο Ελεύθερων Εκλογών (ANFREL). «Στη Νότια Κορέα, όπου οι προγραμματισμένες εκλογές για την Εθνοσυνέλευση τον περασμένο Απρίλιο πραγματοποιήθηκαν χωρίς αναβολή, η εμπιστοσύνη των πολιτών στους κυβερνητικούς χειρισμούς της πανδημίας οδήγησε στην υψηλότερη προσέλευση ψηφοφόρων τα τελευταία 28 χρόνια. Στο Μπαγκλαντές, στην Ινδία, στην Ινδονησία όπου ο χειρισμός της πανδημίας ήταν κατώτερος των περιστάσεων, η προσέλευση στις εκλογές ήταν χαμηλότερη», συμπλήρωσε.
«Η συγκριτική έρευνα που πραγματοποιήσαμε στο International IDEA υποδηλώνει ότι η συμμετοχή σε εκλογές που διεξήχθησαν μεταξύ Φεβρουαρίου 2020 και Φεβρουαρίου 2021 σε όλον τον κόσμο μειώθηκε κατά μέσο όρο περίπου μείον 3,5%», λέει στο Protagon ο δρ Άλιστερ Κλαρκ, αναπληρωτής καθηγητής Πολιτικής Επιστήμης και Κοινωνιολογίας στο Πανεπιστήμιο του Νιουκάστλ.
Για ορισμένους πολιτικούς αναλυτές, οι ποικίλες ικανότητας και επιτυχίας κυβερνητικές διαχειρίσεις της πανδημίας έδειξαν μια ανθεκτικότητα των δημοκρατιών να προσαρμοστούν σε ένα μεταβαλλόμενο περιβάλλον και ταυτόχρονα να διατηρήσουν τις δημοκρατικές διαδικασίες αντιμετωπίζοντας με επιτυχία τους αναδυόμενους φόβους για τη δημόσια υγεία. Πολλές χώρες προσάρμοσαν τους μηχανισμούς διεξαγωγής εκλογών σε συνθήκες πανδημίας. Επέκτειναν την επιστολική ψήφο, την πρόωρη ψηφοφορία, όπως στην Ισλανδία την Τσεχία μέχρι και εκλογικά κέντρα με παρουσία ιατρών στο Ισραήλ.
Τίποτα δεν τέλειωσε μέχρι να τελειώσει
Η επίδραση της πανδημίας στα εκλογικά αποτελέσματα ποικίλλει και αυτά, σύμφωνα με τον δρ Κλαρκ, προκύπτουν μέσα σε ένα προϋπάρχον πολιτικό πλαίσιο. «Όσο περισσότερο διαρκεί η πανδημία, τόσο λιγότερο πιθανό είναι να διαρκέσει το φαινόμενο ‘Rally round the flag’ και η πολιτική θα εμφανιστεί ξανά στο προσκήνιο», λέει.
Το κατά πόσον οι κυβερνήσεις κρίνονται ότι διαχειρίζονται με επιτυχία την πανδημία θα διαδραματίσει βασικό ρόλο στο πολιτικό τους κεφάλαιο.
Το καλοκαίρι δίνει ώθηση στις κυβερνήσεις καθώς η πανδημία υποχωρεί, αλλά η νέα πιο μεταδοτική παραλλαγή Δέλτα του νέου κορονοϊού έρχεται ως υπενθύμιση ότι τίποτε δεν τελείωσε μέχρι να τελειώσει. Οι μετα-πανδημικές κυβερνήσεις θα βρεθούν αντιμέτωπες με πολύ δύσκολες οικονομικές, δημοσιονομικές και πολιτικές αποφάσεις. Σε χώρες με κυβερνήσεις ήδη ευάλωτες, αυτό μπορεί να προκαλέσει διάφορες πολιτικές κρίσεις, κρίνουν ορισμένοι αναλυτές.
«Οι κυβερνήσεις δεν θα ανταμειφθούν για την καλή διαχείριση της υγειονομικής κρίσης. Δεν υπάρχει ψήφος επιβράβευσης», δηλώνει στο Protagon ο Γιώργος Παγουλάτος, Γενικός Διευθυντής του Ελληνικού Ιδρύματος Ευρωπαϊκής και Εξωτερικής Πολιτικής (ΕΛΙΑΜΕΠ), εξηγώντας ότι η πανδημία επιφέρει έντονες συνθήκες καταδίκης.
Και τώρα έρχεται η κρίση;
Η «επιστροφή στην κανονικότητα» και στο προ πανδημίας στάτους κβο δεν είναι το καλύτερο σενάριο για ιστορικά περιθωριοποιημένες κοινωνικές ομάδες.
Οι δυσανάλογες επιπτώσεις της υγειονομικής κρίσης σε φτωχά οικονομικά στρώματα και η επιδείνωση των ανισοτήτων από την πανδημία θα εμβαθύνει τις κοινωνικές και πολιτικές κρίσεις και αυτό είναι ήδη ορατό κρίνει ο Βάσου Μόχαν, περιφερειακός διευθυντής του IFES για την Ασία και τον Ειρηνικό.
«Η πανδημία έδωσε το πλαίσιο και το δίκαιο των αιτημάτων τους στα φτωχότερα στρώματα της κοινωνίας να αγωνιστούν ενάντια στις κυβερνήσεις τους για προϋπάρχουσες ανισότητες», σύμφωνα με την Μαργκαρίτα Σεμινάριο, αναπληρωτή διευθύντρια και ανώτερος συνεργάτης του αμερικανικού Κέντρου για Στρατηγικές και Διεθνείς Σπουδές (CSIS), παραθέτοντας παραδείγματα όπως οι διαδηλώσεις που προκλήθηκαν από το θάνατο στα χέρια της αστυνομίας του Τζορτζ Φλόιντ στην Μινεσότα τον Μάιο του 2020.
Αν και πολλοί συμφωνούν ότι είναι ακόμη νωρίς για συμπεράσματα, τα λαϊκιστικά κόμματα διεθνώς φαίνεται να μην αποκομίζουν δημοσκοπικά οφέλη από την κρίση. Ένα παράδειγμα όπως αναφέρει ο καθηγητής Χάγιο Φούνκε από το Ανοιχτό Πανεπιστήμιο του Βερολίνου είναι το ακροδεξιό κόμμα Εναλλακτική για τη Γερμανία (AfD), που δεν καρπώθηκε κέρδη από τις προσπάθειες του να εκμεταλλευτεί τη δυσαρέσκεια προς την γερμανική κυβέρνηση και τα κρατίδια. «Οι λαϊκιστές δεν κέρδισαν το στοίχημα», προσθέτει ο κ. Παγουλάτος.
Ωστόσο σε κάποιες περιπτώσεις, υποψήφιοι επένδυσαν πολιτικά στην δυσαρέσκεια των πολιτών σε παρατεινόμενα αυστηρά περιοριστικά μέτρα κατά της εξάπλωσης του ιού, με ένα παράδειγμα να αποτελεί η μεγάλη νίκη της Ισαβέλ Ντίας Αγιούσο στις περιφερειακές εκλογές της Μαδρίτης. Η υποψήφια της ισπανικής δεξιάς κέρδισε την υποστήριξη πολλών κατοίκων της ισπανικής πρωτεύουσας αρνούμενη να κλείσει μπαρ και εστιατόρια για τον περιορισμό εξάπλωσης του νέου κορονοϊού.
Από την άλλη πλευρά, αυταρχικά καθεστώτα χρησιμοποίησαν την πανδημία ως πρόσχημα για καταστολή αντίθετων φωνών, κλείνοντας σύνορα, φυλακίζοντας αντιφρονούντες, καταργώντας την ελευθερία του συνέρχεσθαι, όπως στην Ταϊλάνδη, το Χονγκ Κονγκ, την Ινδονησία και την Καμπότζη. Μεταξύ των κατηγοριών που επέβαλε η στρατιωτική χούντα της Μιανμάρ στην de-facto ηγέτη Αούνγκ Σαν Σου Κι ήταν παραβίαση των περιορισμών του κορονοϊού κατά τις περσινές προεκλογικές εκστρατείας. «Οι απειλές για τις δημοκρατίες ήταν πάντα εκεί. Η πανδημία είναι μια ακόμη», σημειώνει ο κ. Βιέρ.