Όταν το λαμπάτο ραδιόφωνο δούλευε υπερωρίες τα «Χαρούμενα Ταλέντα» ήταν η αγαπημένη εκπομπή της Κυριακής. Στις 12 το μεσημέρι ο Γιώργος Οικονομίδης ακουγόταν να λέει «Φίλοι μου αγαπημένοι, γεια σας και χαρά σας» και στο στούντιο της ΕΙΡ, η ορχήστρα του ιδρύματος συνόδευε τους επίδοξους τραγουδιστές στις ερμηνείες τους.
«Παπαπατζούμ, παπατζούμ», η ορχήστρα. «Η πρώτη μας νύχτα, αργά θα κυλίσει», ο τραγουδιστής. «Από πού είπες ότι είσαι; Από το Αγρίνιο; Πόσο αγαπάω το Αγρινιο. Και μπράβο που διάλεξες αυτό το υπέροχο τραγούδι», ο Οικονομίδης. «Κλαπ, κλαπ, κλαπ» ο κόσμος χειροκρότημα στο στούντιο.
«Πουπουτζάμ, πουπουτζάμ», η ορχήστρα. «Αθήνα, Αθήνα. Χαρά της γης και της αυγής», η τραγουδίστρια. «Σε ευχαριστούμε που μας θύμισες αυτό το αριστούργημα και την αγάπη μου στον πανέμορφο Πύργο, που αγαπώ πολύ», ο Οικονομίδης. «Κλαπ, κλαπ, κλαπ», το κοινό.
«Ιιι, αϊιι, αϊιιιι». Το κλαρίνο της ορχήστρας. «Ωχ βρε Ιτιά, μωρέ Ιτιά». Ο Θανάσης ο Καμπαφλής. «Αχ τα δημοτικά, τα τραγούδια της ελληνικής λεβεντιάς…», ο Οικονομίδης. «Κλαπ, κλαπ, κλαπ, κλαπ» το κοινό. Με το έξτρα κλαπ να δίνεται γιατί ο Καμπαφλής ήταν και εκπαιδευτής στην πάλη της ελληνικής αστυνομίας.
«Ντίρινγκιντίμ, ντιμ, ντιμ» η ορχήστρα. «Πετραδάκι, πετραδάκι, για τα σένα το’ χτίσα», ο τραγουδιστής. «Στοπ, στοπ», έντρομος ο Γιώργαρος. «Δεν σας το είπα ότι δεν πρέπει να τραγουδάτε λαϊκά;». Και ο λαϊκός ερμηνευτής αποχωρούσε ντροπιασμένος και άκλαυτος.
Το γράφω για να θυμούνται οι παλιοί και να μαθαίνουν οι νεότεροι. Η λογοκρισία, όπως και ο Κύριος, κινούνται in mysterious and not so mysterious ways. Από τον Τσάτσο και τους «Ορνιθες» του Αριστοφάνη, μέχρι τον Ιωάννη Λαδά της χούντας και το άρθρο του Λάμψα για την ομοφυλοφιλία στην Αρχαιότητα και το «Πέφτουν οι σφαίρες σαν το χαλάζι και ο τραυματισμένος καλλιτέχνης αναστενάζει», κρατική λογοκρισία υπήρχε πάντα.
Και να προσθέσω ότι κατά κάποιον τρόπο βόλευε. Αμφιβάλλω αν κάποιος θα θυμόταν το άρθρο του Λάμψα αν δεν είχε υπάρξει η πρόσκληση στο γραφείο του Λαδά ή το «Πέφτουν οι σφαίρες σαν το χαλάζι» αν ο διευθυντής της ΕΡΤ2 Σάκης Αποστολόπουλος δεν είχε ρίξει «μαύρο» μετά την σκηνή όπου ο μουσάτος πρωταγωνιστής κάνει τον συγκαμένο και η μητέρα του τού βάζει ταλκ.
Οσο και αν βολεύει την αντιπολίτευση, ο κίνδυνος σήμερα δεν είναι η κρατική λογοκρισία. Ο κίνδυνος είναι ο Χρήστος Παππάς της Χρυσής Αυγής που θα στείλει στο δικαστήριο τον Γέροντα Παστίτσιο για ύβρι και ειρωνεία «στην ιερή μορφή της Ελληνορθοδοξίας, τον Γέροντα Παΐσιο» και ο Παναγιώτης Δημητράς που θα μηνύσει την Σώτη Τριανταφύλλου για παραβίαση του αντιρατσιστικού νόμου.
Ο ΣΥΡΙΖΑ μπορεί να στάθηκε στο ότι ο νόμος (για τα οπτικοακουστικά Μέσα) ποινικοποιούσε την «υποκίνηση σε βία ή μίσος & δημόσια πρόσκληση σε τρομοκρατικό έγκλημα» αφού ο χώρος που αναφερόταν είναι και ο χώρος που τον ενδιαφέρει. Για τον κόσμο όμως που εκφράζεται δημόσια ο κίνδυνος είναι αλλού. Στην πληθώρα των ΔΕΝ της κοινοτικής οδηγίας που μαζί με ένα «ιδίως» αφήνει περιθώρια στους απανταχού Δημητράδες για να τρέχουν όποιον δεν γουστάρουν στα δικαστήρια.
Με την αυτολογοκρισία να είναι ο μεγαλύτερος κίνδυνος όλων. Γιατί, από την στιγμή που ένας αρχίσει να σκέφτεται αν αυτό θα προσβάλει αυτούς και το άλλο τους άλλους, θα καταλήξει να γράφει πιλάφια ή ανέκδοτα με τον Τοτό. Μόνο με λέξεις που αρχίζουν από «ν».