Λένε ότι η Ιστορία επαναλαμβάνεται μόνο σαν φάρσα. Στην Ελλάδα όμως είμαστε τόσο δυνατοί στη φάρσα, που μοιάζουμε ικανοί να γράψουμε ξανά με χαρακτηριστική ευκολία την ίδια ιστορία. Και να την ζήσουμε ξανά από την αρχή… μέχρι το τέλος!
Διαβάζοντας τον Γιάννη Στουρνάρα στην «Καθημερινή της Κυριακής» να κρούει τον κώδωνα για το χρέος, τον Γιάννη Δραγασάκη στο «Βήμα της Κυριακής» να αναφέρεται σε κίνδυνο νέου μνημονίου και ακούγοντας και τον Κυριάκο Μητσοτάκη στον ΣΚΑΙ να δηλώνει ότι δεν πρόκειται να γίνει άλλος ένας μνημονιακός πρωθυπουργός, το είδαμε το έργο να επανεμφανίζεται στον ορίζοντα αναζητώντας σκηνή για να ανέβει και να σπάσει ξανά τα ταμεία!
Τι έγραψε ο Στουρνάρας; «Η αυστηροποίηση των νομισματικών συνθηκών που ήδη συντελείται μπορεί να προκαλέσει επιβράδυνση της οικονομικής ανάπτυξης, κυρίως όμως να ασκήσει πιέσεις στο κόστος δανεισμού, τόσο του δημοσίου όσο και του ιδιωτικού τομέα, και να επηρεάσει τη βιωσιμότητα του χρέους, δημοσίου και ιδιωτικού… Οι παράγοντες που καθιστούν το ελληνικό χρέος ανθεκτικό σε αρνητικές διαταραχές θα αποδυναμωθούν σταδιακά σε 10 χρόνια, παρά την αναμενόμενη αποκλιμάκωσή του ως ποσοστό του ΑΕΠ… Η βελτίωση της βιωσιμότητας του δημοσίου χρέους με την ενίσχυση της πτωτικής δυναμικής του πρέπει να αποτελέσει προτεραιότητα της δημοσιονομικής πολιτικής τα επόμενα χρόνια». Με άλλα λόγια, πρέπει να επιστρέψουμε στα πρωτογενή πλεονάσματα αν δεν θέλουμε να ξαναζήσουμε αυτά που ζήσαμε το 2010.
Τι δηλώνει ο Γιάννης Δραγασάκης; «Είμαστε σε πορτοκαλί ζώνη, ο κίνδυνος νέων μνημονίων παραμένει ενεργός». Βέβαια, επειδή ο Δραγασάκης είναι ΣΥΡΙΖΑ, επικρίνει την κυβέρνηση για έλλειψη αναπτυξιακής στρατηγικής και ρίχνει και μια επίθεση στο νεοφιλελευθερισμό, υποστηρίζοντας ότι ο Μητσοτάκης «έχει εμμονή σε ξεπερασμένα νεοφιλελεύθερα δόγματα». Προφανώς στον ΣΥΡΙΖΑ θεωρούν νεοφιλελευθερισμό τη δημοσιονομική χαλάρωση που συντελέστηκε το 2020 και το 2021 λόγω πανδημίας και η οποία πρόσθεσε στο χρέος πάνω από 30 δισ. ευρώ. Άλλωστε, ποια ήταν η πρόταση Τσίπρα; Να δοθεί όλη η βοήθεια εμπροσθοβαρώς! Ο «νεοφιλελεύθερος» Μητσοτάκης, όμως, την έδωσε λίγη – λίγη. Αλλά την έδωσε!
Η επιστροφή των «κακών» λέξεων
Ας δούμε τι ακριβώς έχει συμβεί, γιατί επέστρεψαν στο λεξιλόγιο μας «κακές» λέξεις όπως το πρωτογενές πλεόνασμα, το χρέος ακόμη και η καταραμένη λέξη Μνημόνιο!
Η Ελλάδα κατάφερε τα δύσκολα χρόνια που προηγήθηκαν να γλυτώσει τη χρεοκοπία – η οποία ουσιαστικά είχε επέλθει – και να πετύχει το μεγαλύτερο κούρεμα χρέους που έγινε ποτέ με το PSI (105,9 δισ. ευρώ), λαμβάνοντας και πρόσθετο πακέτο βοήθειας 170 δισ. ευρώ. Οι πολιτικές συνέπειες αυτής της συμφωνίας είναι γνωστές, οι πρωταγωνιστές είναι παρόντες – καθένας με τον τρόπο του – και κρίνονται άπαντες. Άλλωστε, η ιστορία δεν τελειώνει όταν το κρίνουν οι πρωταγωνιστές της, αλλά όταν ολοκληρωθεί πραγματικά, οπότε πολλά μπορεί να δούμε ακόμη. Όμως, είναι σημαντικό να γνωρίζουμε πού πραγματικά βρισκόμαστε σήμερα.
Η εικόνα της χώρας είναι σήμερα σαφώς βελτιωμένη σε σχέση με τα προηγούμενα χρόνια. Ψηφιακή μεταρρύθμιση, επενδύσεις, εμπιστοσύνη, βελτίωση βασικών υποδομών και υπηρεσιών, Τουρισμός που όλα δείχνουν ότι θα απογειωθεί μέσα στο 2022. Η ανάπτυξη τρέχει με ρυθμό που δημιουργεί αισιοδοξία, αλλά μόνο οι αιθεροβάμονες πετούν στα σύννεφα.
Η Ελλάδα παραμένει ένας αδύναμος κρίκος στην ευρωζώνη. Αυτό συμβαίνει παρά το γεγονός ότι διαθέτει μια κυβέρνηση με θετική απήχηση στο εξωτερικό κι έναν πρωθυπουργό που εμπνέει εμπιστοσύνη. Η επιδείνωση του διεθνούς περιβάλλοντος, η απειλή ενός πολέμου μέσα στην Ευρώπη (Ρωσία – Ουκρανία), η δραματική αύξηση του ενεργειακού κόστους, οι διεθνείς πληθωριστικές πιέσεις και η άνοδος των επιτοκίων δημιουργούν ένα εκρηκτικό μείγμα. Μέσα σε αυτό το μείγμα η χώρα πορεύεται σε εκλογές, οι οποίες μάλλον θα γίνουν κοντά στο τέλος της τετραετίας, δηλαδή του χρόνου την άνοιξη. Θα είναι εκλογές με σύστημα απλής αναλογικής, άρα πολύ δύσκολα θα προκύψει από αυτές βιώσιμη, σταθερή κυβέρνηση. Το γεγονός αυτό έχει καθοριστική σημασία στον τρόπο με τον οποίο αντιμετωπίζουν την Ελλάδα οι αγορές και αποτυπώνεται σε όλες τις εκθέσεις των διεθνών οίκων αξιολόγησης, οι οποίοι θέτουν την πολιτική, κυβερνητική σταθερότητα ως βασική προϋπόθεση για να λάβει η χώρα την πολυπόθητη επενδυτική βαθμίδα.
Η μεγάλη δυσάρεστη εικόνα
Ας δούμε ολόκληρη την εικόνα, πριν κάνουμε focus στον ελληνικό μικρόκοσμο της πολιτικής που είναι έτοιμος ανά πάσα στιγμή να θυμηθεί τον παλιό του εαυτό. Ενεργειακή κρίση, πληθωριστικές πιέσεις, δημοσιονομική χαλάρωση που τελειώνει πριν καλά – καλά τελειώσει η πανδημία. Στην Ελλάδα προσθέστε τα εξής: Νοικοκυριά εξαντλημένα από τη δεκαετή οικονομική κρίση, «μη προνομιούχοι» που βιώνουν ήδη τη νέα κρίση με τραυματικό τρόπο, αδυνατώντας να αντεπεξέλθουν στο κύμα της ακρίβειας (ειδικά αυτούς ουδείς δικαιούται να τους αγνοήσει, ιδιαίτερα μάλιστα όταν έχει βοηθήσει οριζόντια άπαντες τους «πληγέντες» εν μέσω πανδημίας). Διαρθρωτικά προβλήματα της ελληνικής οικονομίας, σημαντικό δημοσιονομικό έλλειμμα και έλλειμμα στο ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών. Ασφαλιστικό που απαιτεί πρόσθετες παρεμβάσεις, σε μια χώρα όπου ακόμη σήμερα τα πολιτικά κόμματα δεν ομολογούν ευθέως ότι η χρεωκοπία ήταν κατά βάση το αποτέλεσμα της πολιτικής των κυβερνήσεων της μεταπολίτευσης στο Ασφαλιστικό.
Θα περίμενε κανείς, στην Ελλάδα, που ταλαιπωρήθηκε από Μνημόνια και υποτίθεται ότι απέκτησε πλήρη συναίσθηση των τραγικών συνεπειών των λαθών του παρελθόντος, να διαθέτουμε πλέον ένα πολιτικό σύστημα που δεν υποδύεται ότι ζει με ψευδαισθήσεις και δεν έχει ως οδηγό του για το μέλλον αυτά που μας κατέστρεψαν στο παρελθόν. Η αντιμετώπιση μιας νέας κρίσης, εάν ξεφύγει από τα όρια, θα υπερβαίνει τις δυνατότητες μιας παράταξης και θα απαιτεί ευρύτερες συναινέσεις, οι οποίες στο παρελθόν αποδείχτηκαν δύσκολες και για κάποιους πολιτικά μοιραίες.
Είναι φανερό σήμερα ότι όλα τα κόμματα βλέπουν τη νέα κρίση μέσα από το πρίσμα της πολιτικής, εκλογικής τους στρατηγικής. Αντί να προσαρμόζουν την πραγματικότητα σε αυτή τη στρατηγική, καλό θα είναι να κάνουν το ακριβώς αντίθετο: να προσαρμόσουν την κομματική τους στρατηγική στη σκληρή πραγματικότητα. Δίχως παραπλανητικές ωραιοποιήσεις και δίχως λαϊκίστικες υποσχέσεις που ξέρουν ότι θα καταλήξουν στα σκουπίδια την επομένη των εκλογών. Δεν γίνεται να είναι κανείς «λίγο απ´ όλα», λίγο σοβαρός αλλά και λίγο λαϊκιστής, λίγο ευρωπαϊστής αλλά και λίγο ευρωσκεπτικιστής, λίγο αυστηρός αλλά και λίγο χαλαρός, λίγο υπεύθυνος αλλά και λίγο ανεύθυνος.
Οι πολίτες έχουν φυσικά την τάση να ανοίγουν τα αφτιά τους στα ευχάριστα και να τα κλείνουν στα δυσάρεστα. Ότι έχουμε την τάση να βλέπουμε το ποτήρι μισογεμάτο, είναι γνωστό – άλλωστε δεν είμαστε οι μοναδικοί που το βλέπουν έτσι. Αλλού βρίσκεται η μοναδικότητας μας: στην ευκολία με την οποία το αδειάζουμε! Αυτή τη φορά, όμως, οι πολιτικοί μας δεν θα δικαιούνται να το παίξουν ούτε ανεπίγνωστοι, ούτε αυταπατημένοι.