Σύμφωνα με τον Μαρκ Μαζάουερ, «η Ελλάδα υπήρξε πολλές φορές το εργαστήρι των σύγχρονων εξελίξεων» και «τα τελευταία 200 χρόνια ήταν στην πρώτη γραμμή της εξέλιξης της Ευρώπης». Όπως αναλύει ο διαπρεπής ιστορικός, «στη δεκαετία του 1820, στη διάρκεια του αγώνα για την ανεξαρτησία από την οθωμανική αυτοκρατορία, η Ελλάδα έγινε ένα πρώιμο σύμβολο δραπέτευσης από τη φυλακή της αυτοκρατορίας… Στη διάρκεια του 20ού αιώνα ο νέος ριζοσπαστικός συνδυασμός της συνταγματικής Δημοκρατίας και του εθνικισμού που ενσάρκωσε η Ελλάδα εξαπλώθηκε στην ήπειρο και κορυφώθηκε στο τέλος του Α’ Παγκοσμίου Πολέμου. Όταν τρεις αυτοκρατορίες -η Οθωμανική, των Αψβούργων και η Ρωσική- κατέρρευσαν και αντικαταστάθηκαν από έθνη-κράτη.
Στις αρχές της δεκαετίας του 1920 ήταν η σκοτεινή πλευρά της Δημοκρατίας που ήρθε στο προσκήνιο: Έλληνες και Τούρκοι ηγέτες αποφάσισαν να ανταλλάξουν τους μειονοτικούς πληθυσμούς τους, εκτοπίζοντας περί τα δύο εκατομμύρια χριστιανούς και μουσουλμάνους προς χάριν της εθνικής ομοιογένειας… Όπως αναφέρει ο Μαζάουερ, η ελληνοτουρκική ανταλλαγή των πληθυσμών ήταν η μεγαλύτερη οργανωμένη μετακίνηση προσφύγων στην ιστορία μέχρι τότε. Ένα μοντέλο που αργότερα θα το επικαλούνταν οι ναζιστές και άλλοι για να εκτοπίσουν ανθρώπους στην Ανατολική Ευρώπη, τη Μέση Ανατολή και την Ινδία.
Τον χειμώνα του 1940-41, η Ελλάδα ήταν η πρώτη χώρα που αντιστάθηκε ηρωϊκά στις δυνάμεις του Άξονα, ταπεινώνοντας τον Μουσολίνι στον ελληνοϊταλικό πόλεμο. Και, μετά μετά την ήττα του Χίτλερ, βρέθηκε ξανά στο επίκεντρο της Ιστορίας, ως μέτωπο του Ψυχρού Πολέμου: το 1947, ο πρόεδρος των ΗΠΑ Χάρι Τρούμαν χρησιμοποίησε τον Εμφύλιο στην Ελλάδα για να πείσει το Κογκρέσο να στηρίξει το Δόγμα Τρούμαν και την ειρηνική δέσμευση αμερικανικών πόρων για τον αγώνα κατά του κομμουνισμού και την ανοικοδόμηση της Ευρώπης…
Η πτώση της στρατιωτικής δικτατορίας, το 1974, προανήγγειλε επίσης (μαζί με τη μετάβαση της Ισπανίας και της Πορτογαλίας στη δημοκρατία την ίδια εποχή) το παγκόσμιο κύμα εκδημοκρατισμού των δεκαετιών του 1980 και του ’90. Πρώτα στη Νότια Αμερική και τη Νοτιοανατολική Ασία και μετά στην Ανατολική Ευρώπη».
Στις παραπάνω αναφορές του Μαζάουερ θα μπορούσε να προσθέσει κάποιος ότι η κρίση στην Ευρωζώνη, με πρώτο «κρούσμα» την Ελλάδα, είχε ως αποτέλεσμα τη δημιουργία νέων κοινών μηχανισμών, όπως ο ESM. Ενώ, από την άλλη πλευρά, η ιστορική απόφαση της πρόσφατης Συνόδου του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου σηματοδοτεί την στροφή προς τον κοινό δανεισμό των κρατών-μελών, πράγμα αδιανόητο πριν από μερικά χρόνια. Η κρίση που ξεκίνησε από την Ελλάδα, λοιπόν, λειτούργησε και πάλι ως καταλύτης για ένα μεγάλο βήμα προς την ευρωπαϊκή ενοποίηση στον οικονομικό τομέα.
Σήμερα η χώρα μας βρίσκεται αντιμέτωπη με μια πρόκληση ασφαλείας στα ανατολικά σύνορά της. Η Τουρκία επιχειρεί να επεκτείνει την κυριαρχία της στην Ανατολική Μεσόγειο, θέτοντας υπό αμφισβήτηση ελληνικά κυριαρχικά δικαιώματα. Αλλά δεν κάνει μόνο αυτό. Με την επιθετική τακτική της στην περιοχή και με ενεργό ρόλο στη Λιβύη και στην Αφρική, έρχεται σε αντιπαράθεση με σημαντικές ευρωπαϊκές δυνάμεις. Επί της ουσίας, αμφισβητεί ευρωπαϊκά κυριαρχικά δικαιώματα.
Στη διάρκεια της ιστορίας της, η Ελλάδα έχει μάθει ότι οι επιτυχίες της είναι αποτέλεσμα της σύνδεσης των συμφερόντων της με τα συμφέροντα ευρύτερων παικτών. Αυτή η τακτική συντέλεσε ώστε να κερδίσει την ανεξαρτησία της. Και με αυτό τον τρόπο επεξέτεινε και τα σύνορά της.
Σήμερα η κυβέρνηση, πολύ σωστά, παράλληλα με τις δικές της πολυεπίπεδες ενέργειες, εντάσσει τα προβλήματα με την Τουρκία στο ευρύτερο ευρωπαϊκό πλαίσιο. Όταν ο Πρόεδρος Μακρόν χρησιμοποιούσε για την Μεσόγειο το ρωμαϊκό “Mare Nostrum” μετά τη συνάντηση με την Ανγκελα Μέρκελ, παρέπεμπε σε μια Ε.Ε που έχει κοινό στρατηγικό ορίζοντα. Και τόνιζε ότι η Τουρκία, με την επεκτατική στρατηγική της, θίγει τα ευρωπαϊκά συμφέροντα.
Η Γαλλία, η μεγαλύτερη στρατιωτική δύναμη της Ε.Ε, κράτος με πυρηνικό οπλοστάσιο και μόνιμο μέλος του Συμβουλίου Ασφαλείας του ΟΗΕ, είναι η χώρα που σήμερα εμφανίζεται με σαφές στρατηγικό όραμα, διαπιστώνοντας ότι το χάσμα Τουρκίας-Δύσης διευρύνεται. Ταυτόχρονα, μάλιστα, αντιμετωπίζει την αποδυνάμωση της αμερικανικής παρουσίας στην περιοχή ως κορυφαία πρόκληση για ολόκληρη την Ευρώπη.
Μπορεί στην ήπειρό μας, κάθε χώρα να εξακολουθεί να λειτουργεί με γνώμονα πρωτίστως τα στενά εθνικά της συμφέροντα. Εξ ου και η διαφορετική στάση απέναντι στην Άγκυρα και οι ισορροπίες που τηρούνται. Όπως, όμως, συμβαίνει και στους υπόλοιπους τομείς, γίνεται σταδιακά αντιληπτό ότι και τα εθνικά συμφέροντα υπηρετούνται καλύτερα μέσα από την κοινή πορεία.
Η αλήθεια αυτή ήδη εμπεδώθηκε στο οικονομικό πεδίο μέσω της ενιαίας αντιμετώπισης της κρίσης στην Ευρωζώνη, που ξεκίνησε από την Ελλάδα πριν από 10 χρόνια. Κατά τον ίδιο τρόπο, η σημερινή κρίση στην Ανατολική Μεσόγειο -με την Ελλάδα ξανά στο προσκήνιο- μπορεί να λειτουργήσει ως καταλύτης για τα κοινά ευρωπαϊκά βήματα που απαιτούνται και στον αμυντικό και στρατιωτικό τομέα.
Η Ιστορία περιμένει την απάντηση. Ίσως το «εργαστήριο των εξελίξεων» να οδηγήσει, και σε αυτήν την περίπτωση, σε ένα σημαντικό αποτέλεσμα. Ελπίζω αυτό να παραχθεί έγκαιρα, πριν η κατάσταση οξυνθεί περαιτέρω. Γιατί οι μεγάλες σημερινές προκλήσεις απαιτούν επείγουσες και γενναίες απαντήσεις.
*Ο Δημήτρης Τσιόδρας είναι δημοσιογράφος, Διευθυντής του Γραφείου Τύπου του Πρωθυπουργού