Σύμφωνα με το Aρθρο 270 του Ποινικού Κώδικα, η πρόκληση έκρηξης που προκαλεί κίνδυνο σε ανθρώπους και εγκαταστάσεις Κοινής Ωφέλειας, τιμωρείται με κάθειρξη δέκα χρόνων. Μία ενδιαφέρουσα νομική συζήτηση έχει να κάνει με το κατά πόσο η βόμβα μολότοφ είναι εκρηκτικός ή εμπρηστικός μηχανισμός. Η νομολογία των ελληνικών δικαστηρίων συγκλίνει προς την πρώτη εκδοχή.
Κάτι τέτοιο, όμως, θα έπρεπε να έχει γεμίσει τις φυλακές με παλικάρια που ισχυρίζονται ότι κάνουν αντίσταση με μπουκάλι, βενζίνη, φώσφορο και στουπί. Αλλά ας πούμε ότι αυτοί κάνουν ταξικό αγώνα με τη δικηγόρο κυρία Κούρτοβικ στο πλευρό τους.
Ας υποθέσουμε ότι είναι μία Κυριακή που ξυπνήσατε με νεύρα και αποφασίζετε να εκτονωθείτε στο γήπεδο. Επιλέγετε την ουσία που θα σας φτιάξει καλύτερα και σκαρφαλώνετε στο κάγκελο. Μετά από λίγο, κάνετε ντου στον αγωνιστικό χώρο, πλακώνετε όποιον βρείτε μπροστά σας και στο τέλος προσφέρετε τα χέρια σας στον αστυνομικό για να σας περάσει χειροπέδες. Τι σημαίνει όλο αυτό; Κατά το Άρθρο 96 του Ποινικού Κώδικα θα εισπράξετε έξι μήνες φυλάκιση, το πιθανότερο με αναστολή. Διότι όπως συμβαίνει και με τα αγόρια που ρίχνουν μολότοφ, αν ήταν να βάζουμε στη φυλακή τον κάθε χουλιγκάνο, θα έπρεπε να αλλάξουμε χρήση στα στρατόπεδα.
Οι αστυνομικοί υπάλληλοι συνηθίζουν να καταγγέλλουν την ανοχή της Δικαιοσύνης όταν έχει απέναντι της υπαίτιους επεισοδίων. Σπάνια γίνεται χρήση του μέτρου της προσωρινής κράτησης. Πράγματι, η Δικαιοσύνη οφείλει να επιδεικνύει εγκράτεια στην επιβολή μέτρων περιοριστικών προς την ελευθερία των υποδίκων. Όμως αν δεν είναι ο παλικαράς που καβαλάει το κάγκελο ύποπτος για την τέλεση νέων αδικημάτων, τότε ποιος είναι; Ακόμα λοιπόν και στην περίπτωση που σχηματιστεί δικογραφία, ο συλληφθείς αφήνεται ελεύθερος για να επιστρέψει μετά από δύο χρόνια, πιθανότατα συνοδευόμενος από την κλαίουσα μαμά του που εξηγεί ότι το παιδί είναι ορφανό και τώρα έβαλε μυαλό.
Εδώ υπάρχει και ένας αντίλογος από την πλευρά των δικαστών. Σημειώνουν ότι οι φυλακές είναι γεμάτες, πολλοί νεαροί εκδηλώνουν διάθεση ειλικρινούς μεταμέλειας, ενώ σε αρκετές περιπτώσεις η Αστυνομία δεν έχει κάνει καλά τη δουλειά της κατά τη σύνταξη της δικογραφίας.
Εντάξει. Όμως το πρόβλημα παραμένει. Τα κρούσματα βίας δεν έχουν να κάνουν μόνο με κοινωνικές παθογένειες, ανεργία και μνημόνια -αυτοί οι παράγοντες υπάρχουν και σε άλλες κοινωνίες. Στην Ελλάδα η ατιμωρησία γίνεται μαμή της βίας. Και επειδή εδώ νομίζουμε ότι όλοι οι αγώνες είναι δίκαιοι, οι φορείς της βίας εξοπλίζονται με ιδεολογικό κίνητρο που σέρνει πίσω του έναν μικρόκοσμο αλληλεγγύης.
Οι μπάχαλοι αγωνίζονται κατά του συστήματος, οι χουλιγκάνοι είναι φανατισμένα, μαστουρωμένα και άνεργα παιδιά, οι εθνικιστές επικαλούνται την πατρίδα, οι συνδικαλιστές τα δίκαια του εργάτη. Σε αυτές τις συνθήκες, ο νόμος δείχνει ανίσχυρος αφού, σε πολλές περιπτώσεις, η εφαρμογή του δεν θα έχει πλήρη κοινωνική αποδοχή. «Φυλακή για μία μολότοφ; Οι άλλοι που μας κατέκαψαν κυκλοφορούν έξω» λέει ο αντιφά και χειροκροτά τις προληπτικές προσαγωγές στα Γιαννιτσά.