Σκηνή από την ταινία «Birdbox» («Με τα μάτια κλειστά») με τη Σάντρα Μπούλοκ, όπου λόγω άγνωστης απειλής πρέπει όλοι να μένουν κλεισμένοι σπίτι ή να κυκλοφορούν με τα μάτια δεμένα | Netflix/CreativeProtagon
Απόψεις

Γονιός στα χρόνια της χολέρας

Πώς είναι να βρίσκεσαι σε κατ' οίκον περιορισμό μαζί με το παιδί σου σε συνθήκες βιολογικού τρόμου; Πέρα από τη μουρμούρα και τις πρακτικές δυσκολίες, ίσως είναι ένας τρόπος να γαντζωθείς σε μια κάποια κανονικότητα
Λένα Παπαδημητρίου

«Θα περάσεις μαύρη καραντίνα!». Η μεγαλειώδης αυτή φράση εκστομείται –το ομολογώ– από εμένα, σε ένα από τα δύο τέκνα μου, την πρώτη κιόλας μέρα του συνειδητού αυτοπεριορισμού μας. Eίναι μόλις έχουν αρχίσει να αφουγκράζονται ότι η «φάση» δεν θα είναι ακριβώς party time (σουλάτσο με φίλους σε καφέ για λαχταριστές βάφλες, μπάσκετ μέχρι τελικής πτώσεως και συναθροίσεις για μαραθώνιους Playstation) και έχουν εγκαινιαστεί η ακατάσχετη μουρμούρα και τα «Tι θα κάνουμε όλη μέρα εδώ μέσα;», «Tι σε πειράζει που κάθομαι με το κινητό, τι άλλο να κάνω δηλαδή;» κ.ο.κ.

Με το που εκστoμίζω βεβαίως την προαναφερθείσα ποταπή απειλή, αντιλαμβάνομαι αυθωρεί τη γελοιότητά της και πάω στο υπνοδωμάτιο να γελάσω με την ησυχία μου. Πρωτίστως, βέβαια, για τον «πλεονασμό» της φράσης. Πόσo (πιο) μαύρη μπορεί, τέλος πάντων, να είναι μια καραντίνα;

Από την πρώτη κιόλας μέρα, άρχισα να βλέπω τη συμπτωματολογία της παράλογης αυτής καταναγκαστικής συνύπαρξης με τα παιδιά στο σπίτι. Το αυτοσαρκαστικό γονεϊκό bonding· μια μαμά προειδοποιεί στο Facebook για την επιδημία κόπωσης (σωματικής και ψυχικής) που θα πλήξει όλους ανεξαιρέτως τους γονείς. Τη φρίκη που αντιμετωπίζουν όσοι για πρώτη φορά δοκιμάζουν την τηλεργασία με τα παιδιά στο σπίτι («τυχεροί» όσοι από εμάς ασκούν το σπορ εδώ και καιρό). Τη μαγική ικανότητα των ανηλίκων (συμπεριλαμβανομένων και των βρεφών) να αφουγκράζονται την έντασή σου και να την πολλαπλασιάζουν. Τις δυσκολίες που αντιμετωπίζουν οι εργαζόμενοι γονείς με δουλειές που απαιτούν ακόμα φυσική παρουσία (ειδικά τώρα που οι παππούδες απενεργοποιούνται, αν και φοβούμαι ότι αρκετοί θα εξακολουθήσουν, ελλείψει εναλλακτικών λύσεων, να επιστρατεύονται για babysitting). Aκούω για εργαζόμενη μητέρα σε ναυτιλιακή εταιρεία που αφήνει τα παιδιά της, ηλικίας 5 και 7 ετών, μόνα τους μέχρι το μεσημέρι στο σπίτι. «Θα τα καταφέρουν μια χαρά!» παρηγορεί τον εαυτό της.

Βλέπω και την απέλπιδα προσπάθεια να τους εξηγήσεις, χωρίς να τα τρομάξεις. Ευτυχώς, τα παιδιά, πασών των ηλικιών, έχουν το δικό τους γρανιτένιο ανοσοποιητικό που τα προστατεύει από τους ενήλικους τρόμους. Ενίοτε, βέβαια, εξοργιστικό. Ετερη μητέρα μού έλεγε ότι εκεί που εξηγούσε στη 15χρονη κόρη της πως πρέπει να προστατεύσουμε τις «ευπαθείς ομάδες», η νεαρή σήκωσε ανόρεχτα τα μάτια από το περιοδικό που ξεφύλλιζε για να ρωτήσει: «O Ralph Lauren έχει ακριβά ρούχα;».

Κλασικό βέβαια και το σύμπτωμα του σύγχρονου, ανεγκέφαλου γεννήτορα που αδυνατεί να επιβάλει τον οιοδήποτε περιορισμό στα «anything goes» παιδιά του. «Τα έστειλα βόλτα με την παρέα τους στο καφέ. Πώς μπορείς να τα κρατήσεις στο σπίτι;» μου λέει πατέρας εφήβων, την πρώτη κιόλας μέρα του κλεισίματος των σχολείων. Την τέταρτη δε μέρα, καταστηματάρχης μου περιγράφει περιχαρής πώς γύρισε στο σπίτι και βρήκε 17 παιδιά να παίζουν: «Λείπαμε και οι δυο μας στη δουλειά και η μικρή μου (14 ετών) ζήτησε να καλέσει λίγους φίλους της. Γύρισα και βρήκα 17! Εχουμε, βλέπεις, και κήπο. Αν δεν είχα την γκρίνια της συζύγου, εγώ μια χαρά. Είναι υγεία να τα βλέπεις!».

Χωρίς να απουσιάζουν βέβαια και εκείνοι που την «παλεύουν», φυσικά με κόστος. «“Διπλωματικό σώμα” έχω γίνει με τις τόσες διαπραγματεύσεις» μου εξομολογείται μητέρα νεαρής της Γ΄Λυκείου. «Δεν θα πας εκεί και δεν θα πάω και εγώ εκεί…». Οι εκκλήσεις της εισακούονται, αλλά όχι αναίμακτα. «Υστερική με ανεβάζει η θυγατέρα μου, τέκου (=ανόητη) με κατεβάζει!»
Η καραντίνα βέβαια για τον Covid-19 θα δώσει τη δυνατότητα να ξετυλιχθούν όλες οι δυνατότητες του e-learning, όπως τουλάχιστον μας υποσχέθηκε η υπουργός Παιδείας. Προσωπικώς, είχα την τύχη να πάρω ήδη μια γεύση. Η δασκάλα του ωδείου των τέκνων μου ανέλαβε αμέσως δράση, «για να γεμίσουν αυτές οι δύσκολες μέρες με μουσική». Ηδη έκαναν τα πρώτα τους μαθήματα κιθάρας και πιάνου μέσω What’s Up. Την ώρα που έπλενα για 500ή φορά τα φολιδωτά από το αντισηπτικό χέρια μου στο μπάνιο, τα αφτιά και η ψυχή μου αφουγκράζονταν στο διπλανό δωμάτιο τις νότες από το «Let it be» και από κάποια σπουδή του Σαγκρέρας και του Μπαχ.

«Είναι πολύ δημιουργική και πλούσια αυτή η εκπαιδευτική εμπειρία και για εμένα και για τα παιδιά» θα μου εξηγήσει η ίδια δασκάλα της μουσικής (που είχε κάνει την ίδια μέρα και άλλα εξ αποστάσεως μαθήματα, ακόμα και από σταθερό τηλέφωνο). «Μπορώ να πω ότι βγαίνουν διαφορετικά πράγματα». Τα παιδιά προσαρμόστηκαν αμέσως, με τη μειλίχια φωνή της δασκάλας να διορθώνει, να ενθαρρύνει και να νουθετεί. Το αυτό βέβαια, υποθέτω, μπορεί να γίνει με κάθε είδους καθηγητές. Γι’ αυτό, ειδικά οι άμεσα πληγέντες «ιδιαιτεράδες» καλό θα είναι να εξοπλιστούν άμεσα τεχνολογικά.

Θα διαπιστωθεί, βέβαια, the hard way, τι παιδιά μεγαλώνουμε τόσο καιρό. Θα προσαρμοστούν; Θα κατορθώσουν να γεμίσουν μόνα τους τον χρόνο τους (χωρίς να καούν στο bingeing ή στο Forthnite εννοώ). Θα ανοίξουν κανένα βιβλίο (και επειδή ακούω κάμποσες δήθεν φιλαναγνωστικές κορόνες από γονείς και εκπαιδευτικούς, ερωτώ: τα είχε ενθαρρύνει άραγε κανείς στην πριν –τον– κορονοϊό- εποχή να ανοίξουν ένα ρημαδοβιβλίο;

Το πιο ενδιαφέρον βέβαια σε αυτή την εναγώνια συνύπαρξη είναι ότι όπως πάντα, στις δύσκολες στιγμές, τα παιδιά σε κρατούν γαντζωμένο στην πραγματικότητα. Χάρη σε αυτά η ζωή συνεχίζεται μέσα στην (όποια) κανονικότητά της. Χάρη σε αυτά, αρκετές στιγμές της ημέρας ξεχνάς ότι ζεις πλέον σαν σε B movie βιολογικού τρόμου α λα Ντέιβιντ Κρόνενμπεργκ. Χάρη στα παιδιά, ο φόβος δεν εμποδίζει την ιλαρότητα, τις μικρότητες, τους καβγάδες, όλη αυτή την «ευτέλεια» της καθημερινής ζωής που σε κρατάει πεισματικά alive and kicking: «Πάλι άφησες τα ρούχα πεταμένα στο πάτωμα;», «Σταμάτα να τσακώνεσαι συνέχεια με την αδελφή σου», «Είδες τι ωραία είναι η κατασκευή που έφτιαξες τώρα που άφησες λίγο το τάμπλετ;» κ.ο.κ.

Εξυπακούεται ότι η συγκεκριμένη κωμικοτραγική συμβίωση έχει τις δικές ιδιαιτερότητες. Διότι είναι μπολιασμένη με υπερβολική δόση υποχονδρίας («Πόσες φορές θα σου πω να πλένεις τα χέρια σου πριν ανοίξεις το ψυγείο να βουτήξεις μια φέτα γαλοπούλα»;), ανίας («Αγάπη μου, σταμάτα να με ακολουθείς παντού μέσα στο σπίτι») και βέβαια γενικευμένης παιδικής ασυδοσίας (παρατηρήστε πώς τις μέρες του #staythefuckathome οι ανήλικοι εξαφανίζουν σαν αφηνιασμένα τρωκτικά πάσης φύσεως ενήλικες λιχουδιές, π.χ. τα τσιπς με το μαύρο πιπέρι ή τη σοκολάτα υγείας που υπό κανονικές συνθήκες απεχθάνονται).

Αγνοούμε παντελώς τι θα εναποθέσει στην ψυχή τους όλος αυτός ο υπερρεαλιστικός κατ’ οίκον εγκλεισμός. Τι αναμνήσεις θα τους αφήσει η εικόνα ενός τρελαμένου πατέρα που μόλις ξυπνήσει καθαρίζει με μανία πόμολα και πληκτρολόγια. Tι θα θυμούνται από μια μητέρα που εκσφενδονίζει παράλογες, μέχρι χθες, απειλές: «Αν βγαίνεις έξω και κάνεις του κεφαλιού σου, θέτεις σε κίνδυνο τη ζωή του παππού σου». Πώς θα «αποθηκεύσουν» στη μνήμη τους τη μαμά και τον μπαμπά, οι οποίοι το πρωί τσακώνονται για το ποιος μερίμνησε πιο έγκαιρα να πάρει στο σπίτι αντισηπτικά και το βράδυ αδειάζουν την κάβα καταβροχθίζοντας, με άδειο βλέμμα, ειδήσεις.

Οι ειδικοί παρηγορούν ότι θα είναι και μια περίοδος ευκαιριών. Για υιοθέτηση καλών τρόπων υγιεινής, για αλληλεγγύη, για αληθινή συνύπαρξη. Στο κάτω κάτω, η καραντίνα προσφέρει, αν μη τι άλλο, άπλετο χρόνο. Αυτόν που υπό νορμάλ συνθήκες μας στερούν οι υπερωρίες στη δουλειά, οι δραστηριότητες των παιδιών, ο εφησυχασμός ότι η ζωή μας κοντά τους είναι απεριόριστη, ανέφελη, δεδομένη.