Η ψήφιση, τον Ιούλιο του 2011, του εμβληματικού νόμου 4009/11 για τη μεταρρύθμιση της Ανώτατης Εκπαίδευσης – γνωστού έκτοτε, ως «νόμου Διαμαντοπούλου»– από 255 βουλευτές τής τότε κυβέρνησης του ΠΑΣΟΚ και της τότε αξιωματικής αντιπολίτευσης, της ΝΔ, χαιρετίστηκε ως υπόδειγμα πολιτικής συναίνεσης για το καλό της χώρας και ισχυρό προηγούμενο των σχέσεων ανάμεσα σε αντίπαλες πολιτικές δυνάμεις.
Ο εν λόγω νόμος διαμόρφωνε μια νέα αρχιτεκτονική στη διοίκηση του δημόσιου πανεπιστημίου και μεταξύ των θεμάτων περιελάμβανε και τη ρύθμιση για το πανεπιστημιακό άσυλο η οποία προέβλεπε στο άρθρο 3:
«1. Στα ΑΕΙ κατοχυρώνεται η ακαδημαϊκή ελευθερία στην έρευνα και στη διδασκαλία, καθώς και η ελεύθερη έκφραση και διακίνηση των ιδεών.2. Σε αξιόποινες πράξεις που τελούνται εντός των χώρων των ΑΕΙ εφαρμόζεται η κοινή νομοθεσία». Τόσο σαφώς και τόσο καθαρά. Η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ, όμως, κατήργησε τη μεταρρύθμιση το 2015, και μάλιστα, κατά προτεραιότητα, την εν λόγω διάταξη που αφορούσε το άσυλο. Ο λόγος ήταν σαφής. Από τη μια η ανυπέρβλητη ιδεοληψία του ΣΥΡΙΖΑ και των κομματικών πανεπιστημιακών για ένα πανεπιστήμιο-τσιφλίκι και από την άλλη για να μην τα χαλάσουν με το ριζοσπαστικό κομμάτι της νεολαίας που προσεγγίζει τον ΣΥΡΙΖΑ.
Ομως αυτή η απόφαση οδήγησε σε έντονα φαινόμενα ανομίας που ζήσαμε τα προηγούμενα χρόνια και στάθηκαν αφορμή στη ΝΔ , όσο ήταν στην αντιπολίτευση , να σηκώσει ψηλά τον πήχη ζητώντας την αποκατάσταση της νομιμότητας για να «τελειώνουμε μια και καλή με τους “μπαχαλάκηδες”», όπως δήλωνε χαρακτηριστικά ο σημερινός πρωθυπουργός και κορυφαία στελέχη του κυβερνώντος κόμματος .
Κάπου εδώ όμως αρχίζει η παραδοξότητα της κυβερνητικής τοποθέτησης. Είναι απορίας άξιον γιατί δεν επαναφέρει τη ρύθμιση του «νόμου Διαμαντοπούλου», την οποία και η ΝΔ είχε ψηφίσει, όπως υποδεικνύει και επιμένει το ΚΙΝΑΛ. Η εξήγηση είναι η μη ανάληψη του πολιτικού κόστους και η λογική να τα ‘χουμε καλά με όλες τις πλευρές. Εξηγούμαι.
Η κυβέρνηση προσπαθεί να ισορροπήσει. Να ισορροπήσει ανάμεσα στην προεκλογική της δέσμευση για κατάργηση του «ασύλου της ανομίας», στην πίεση σημαντικού μέρους της συντηρητικής παράταξης που για λόγους ιδεολογικής επιβολής και πολιτικού «τσαμπουκά» θέλει μέτρα καταστολής και στα ΑΕΙ αλλά και στην επιφυλακτική έως αρνητική στάση των πρυτάνεων. Πολλοί εξ αυτών πρόσκεινται στη ΝΔ και δεν θέλουν μεν η κεντρική εξουσία να καθορίζει τα του οίκου τους και να λειτουργούν καθ υπόδειξη, ούτε όμως και να τα «χαλάσουν» με τις φοιτητικές παρατάξεις, καθώς δεν επιθυμούν να διαταράξουν τις λεπτές ισορροπίες στα πανεπιστήμιά τους. Επιπλέον όμως οι πρυτάνεις έχουν ένα ακόμη λόγο να πιέζουν να μην επανέλθει η ρύθμιση του νόμου της κυρίας Διαμαντοπούλου, γιατί, σύμφωνα με τις προβλέψεις του είναι υποχρεωμένοι να συγκροτήσουν Σώμα Εσωτερικής Ασφάλειας για να επιλαμβάνεται των υπολοίπων πειθαρχικών αδικημάτων πχ τον προπηλακισμό καθηγητή από φοιτητές. Μπελάς…
Αντιθέτως, με τη νέα ρύθμιση αναλαμβάνει το κράτος-μπαμπούλας ή πατερούλης να βγάλει τα κάστανα από τη φωτιά. Μόνο που τα πράγματα στην εφαρμογή τους δεν είναι τόσο απλά. Είναι αντιθέτως αρκετά σύνθετα. Γιατί εμπλέκεται το Σύνταγμα και οι βασικές του πρόνοιες για την αυτοτέλεια και αυτονομία των ΑΕΙ.
Η ρύθμιση του Ν. 4009/ 11 δεν ήταν αυτονόητη, εκ προοιμίου. Σε καμία περίπτωση δεν ενέτασσε το θέμα του ασύλου στα ζητήματα αποκλειστικά του αστυνομικού ενδιαφέροντος ή της αντι-εγκληματικής πολιτικής, μολονότι έδινε το δικαίωμα στις αστυνομικές αρχές να παρέμβουν στα αυτεπάγγελτα και στα κατ’ έγκληση αδικήματα. Η ρύθμιση του Ν. 4009/11 είχε δουλευτεί αρκετά και καθιερώθηκε μετά από διάλογο με δικαστικές αρχές, τον τότε πρόεδρο του ΣτΕ και νυν αντιπρόεδρο της κυβέρνησης , Παναγιώτη Πικραμμένο, ενώ ζητήθηκε και η γνώμη του συνταγματολόγου, Νίκου Αλιβιζάτου.
Αντιθέτως στην πρόταση που εισηγείται η Νίκη Κεραμέως, εμπεριέχεται ο όρος «επέμβαση δημόσιας δύναμης», ο οποίος ενδέχεται να γίνει εφαλτήριο προσφυγής στη Δικαιοσύνη για την κατάργηση της διάταξης. Κι αν αυτό συμβεί, ο αναγκαίος μεταρρυθμιστικός οίστρος για την ανάταξη της χώρας θα υποστεί σοβαρό πλήγμα.
Θαρρώ λοιπόν ότι η πρόταση του ΚΙΝΑΛ: «φέρτε τη ρύθμιση του 2011να την ψηφίσουμε ξανά» είναι η μόνη ρεαλιστική κατοχυρώνοντας την απαραίτητη μεταρρυθμιστική δυναμική για την αναβάθμιση του Ελληνικού Πανεπιστημίου.