Τον Δεκαπενταύγουστο προσπαθώ να είμαι πάντα στην Αθήνα. Είναι ο μοναδικός τρόπος για να μπεις, έστω για λίγο, σε σκηνή από ταινία καταστροφής. Και για ένα τικ του ρολογιού, χωρίς καν το τακ, να πιστέψεις ότι είσαι ο τελευταίος άνθρωπος στον κόσμο. Η πόλη είναι δικιά σου. Και τα τσιμέντα της υπάρχουν μόνο για να βρει αντίλαλο η φωνή σου.
Το βράδυ του Σαββάτου η πόλη ήταν σαν Δεκαπενταύγουστος, αλλά με τα αυτοκίνητα στους δρόμους. Παρκαρισμένα. Λες και μία σκούπα ρούφηξε τους ανθρώπους. Βγήκα για εφημερίδα και το περίπτερο έδειχνε από μακριά σαν χριστουγεννιάτικο δένδρο μέσα σε ένα σπίτι που κοιμάται. Ο περιπτεράς φορούσε μάσκα και γάντια. Η ματιά μου διέτρεξε, ως συνήθως, τον πάγκο με τα φύλλα. Ήταν η πρώτη φορά που είπα ότι όποιο και να αγοράσω, δεν έχει καμία σημασία. Όλες οι εφημερίδες τα ίδια θα έγραφαν. Αλλά αυτή είναι η πρώτη φορά και για πολλά άλλα.
Πότε ήταν, αλήθεια, το τελευταίο Σαββατόβραδο με τους δρόμους της πόλης τόσο σκοτεινούς; Ακόμα και το Μεγάλο Σάββατο έχει μπαρ και φαγάδικα ανοιχτά. Ενδεχομένως να συνέβη κάτι τέτοιο το ‘74, στην επιστράτευση. Αλλά ήμουν μικρός για να το θυμάμαι. Όμως αυτό που συμβαίνει τώρα, δεν θα το ξεχάσουμε όσο ζούμε.
Δεν είναι Δεκαπενταύγουστος, δεν είναι επιστράτευση. Είναι μία άνοιξη που η φύση ανοίγει, αλλά οι άνθρωποι κλείνονται σπίτια τους. Είναι η εκδίκηση των πουλιών που τώρα ακούγονται περισσότερο. Είδα ένα βίντεο από την Ισπανία, όπου οι άνθρωποι βγήκαν στα μπαλκόνια και χειροκρότησαν το ιατρικό προσωπικό της χώρας. Θα μπορούσε να είναι και ένα χειροκρότημα προς τη ζωή για την εκπληκτική, την αδιανόητη παράσταση που δίνει.
Τα βράδια του Αυγούστου ο ήχος ταξιδεύει πιο μακριά. Όσοι είναι στην πόλη έχουν τα παράθυρα ανοιχτά. Ακούς το πιρούνι να βρίσκει στο πιάτο καθώς κόβει το καρπούζι. Ένας πυροβολισμός, μία δυνατή ατάκα στα αγγλικά βγαίνει, με τρεμάμενο φως οθόνης, από το απέναντι μπαλκόνι. Τώρα κάνει ακόμα κρύο και τα παράθυρα είναι κλειστά. Δεν ακούς τίποτα. Σκέφτεσαι τους μοναχικούς και συμπονάς εκείνους που αισθάνονται φυλακισμένοι με αυτό που προσπαθούν κάθε μέρα να αποφύγουν. Όλους το Netflix θα μας σώσει.