Ο ΣΥΡΙΖΑ και ο φιλικός του Τύπος περιγράφουν τις αλλαγές στα πανεπιστήμια ως ένα πλέγμα αυταρχισμού. Μπαίνει μέσα η Αστυνομία. Δυσκολεύει κάπως η εισαγωγή και κόβονται οι αιώνιοι φοιτητές –μέτρο ταξικό που ευνοεί τους εύπορους. Με δυο λόγια, τελείωσε το ανοιχτό πανεπιστήμιο «όπως διαμορφώθηκε στη δεκαετία του ’70».
Λογικά η αντιπαράθεση θα μεταφερθεί και στους δρόμους από τις φοιτητικές οργανώσεις που πρόσκεινται στην Αριστερά. Και ένας απροσδιόριστος αριθμός πανεπιστημιακών εκφράζει την αντίθεσή του –μία εκτίμηση αναφέρει ότι οι πανεπιστημιακοί που συσπειρώνονται κατά των μέτρων δεν αντιπροσωπεύουν ποσοστό μεγαλύτερο του 10% επί του συνόλου του διδακτικού προσωπικού.
Στους δρόμους, λοιπόν. Ενδεχομένως και στις καταλήψεις. Κατά βάθος θα είναι μία χρήσιμη αντιπαράθεση. Όχι μόνο επειδή η κοινωνία θα έχει την ευκαιρία να ασχοληθεί με ένα debate που μεταφέρει κλίμα 70s και αγγίζει διαχρονικά ταμπού. Αλλά επειδή και όλοι μας θα έχουμε την ευκαιρία να δούμε καθαρά και προς τα πού πάει αυτή η κοινωνία. Διότι είναι μία αντιπαράθεση σχεδόν υπαρξιακού χαρακτήρα. Αν οι δρόμοι γεμίσουν, αν σηκωθεί ένα κύμα αντίδρασης που θα διατρέξει την εκπαιδευτική κοινότητα, τότε, πράγματι, μπορεί και να διαπιστώσουμε ότι η πρωτοβουλία της κυβέρνησης αγγίζει ευαίσθητες χορδές και, τέλος πάντων, η κοινωνία δεν είναι έτοιμη ή δεν έχει τη διάθεση να αποδεχθεί την αναθεώρηση της υφιστάμενης κατάστασης. Αν, όμως, από την άλλη δούμε στις δημοσκοπήσεις υψηλά ποσοστά αποδοχής και τις αντιδράσεις να περιορίζονται στα αναμενόμενα και προβλέψιμα μεγέθη, τότε ενδεχομένως να βρεθούμε μπροστά σε μία μεταστροφή της κοινωνίας που αφήνει πίσω της αγκυλώσεις του παρελθόντος.
Βέβαια η κοινωνική πλειοψηφία δεν συνάδει υποχρεωτικά με την ορθότητα κάποιων επιλογών – το έχουμε διαπιστώσει αυτό αρκετές φορές στο παρελθόν. Όμως, αν μη τι άλλο, θα δούμε και προς τα πού στρέφεται η πυξίδα. Αν δείξει συναίνεση προς τα κυβερνητικά μέτρα, κάποιοι θα το θεωρήσουν συντηρητική στροφή, άλλοι θα το θεωρήσουν ρεαλιστική προσέγγιση προς την πραγματικότητα. Εν τέλει, καλές οι ανησυχίες που εκφράζει η Σύγκλητος στο Πάντειο, αλλά καλή και η δυσφορία του φορολογούμενου που πληρώνει το μάρμαρο.
Το πρόβλημα που έχει το debate για την αστυνόμευση των πανεπιστημίων εντοπίζεται στην έλλειψη επιχειρημάτων της μιας πλευράς. Ακουγα τον Φίλη να λέει ότι η λύση δεν βρίσκεται στην αστυνόμευση, αλλά στον δημοκρατικό διάλογο. Καλό, αλλά λειψό. Κάτι τέτοια έλεγε και ο Πανούσης, ως υπουργός Προστασίας του Πολίτη, αλλά τα «παιδιά» δεν είχαν διάθεση ούτε για κουβέντα ούτε για δημοκρατικό διάλογο. Και πώς διάολο να κάνεις δημοκρατικό διάλογο με φασιστοειδή που ντύνονται την προβιά του προοδευτικού επαναστάτη;
Ας είναι. Θα τα δούμε στην πράξη. Δεν αποκλείεται, άλλωστε, η είσοδος αστυνομικών στα πανεπιστήμια αντί να λειάνει την κατάσταση, να προκαλέσει μεγαλύτερη όξυνση. Ωστόσο, αυτό που έχει ενδιαφέρον είναι η διάθεση της κοινωνίας, κάτι που θα δείξει και τον προσανατολισμό της.
Οι αλλαγές στη λειτουργία των ΑΕΙ προβλέπουν και την απομάκρυνση των «αιώνιων» φοιτητών με τη θέσπιση αυστηρών ορίων στο χρόνο φοίτησης. Από μία σχολή τεσσάρων ετών θα πρέπει να βγαίνεις το πολύ σε έξι χρόνια. Αυτό, πράγματι, απαιτεί σκέψη και συζήτηση με διάθεση αναθεώρησης. Για ένα παιδί που δουλεύει, αυτά τα πράγματα δεν είναι αυτονόητα.