Σε ποιους τελικά ανήκει η ευθύνη για την εξέλιξη της πανδημίας στην Αττική, στους πολίτες ή στην κυβέρνηση; Τα πάντα είναι θέμα οπτικής και η περασμένη άνοιξη δείχνει την απάντηση: αν πιστεύεις ότι για την επιτυχία της πρώτης φάσης τα εύσημα πρέπει να αποδοθούν στην κοινωνία, που υπάκουσε στα μέτρα προστασίας, τότε πρέπει να παραδεχτείς ότι είναι αυτή που σήμερα αρνείται να συμμορφωθεί με τις υποδείξεις των ειδικών. Αν, πάλι, θες να αποδώσεις αμέλεια και καθυστερήσεις στην κυβέρνηση για τον τρόπο με τον οποίο χειρίστηκε τα πράγματα από τον Ιούνιο και μετά, τότε οφείλεις να της αναγνωρίσεις ότι πριν από το καλοκαίρι κάτι έκανε καλά.
Στην πραγματικότητα, οι ευθύνες κυβέρνησης και κοινωνίας δεν είναι αντιθετικές μεταξύ τους, αλλά αλληλοσυμπληρούμενες. Στο τελευταίο του διάγγελμα ο Κυριάκος Μητσοτάκης έθεσε το δίλημμα «αυτοπροστασία ή καραντίνα» με έναν όχι και τόσο ελαφρύ τόνο νουθεσίας. Κι όμως, οι πρώτοι που πρέπει να θυμούνται τι διακυβεύεται είναι οι δικοί του υπουργοί. Το τελευταίο διάστημα είτε καθυστερούν αδικαιολόγητα να πάρουν αποφάσεις είτε κάνουν σοβαρά συμβολικά ατοπήματα: η θρησκευτική ευλάβεια του Γιώργου Κουμουτσάκου και το ρασοφίλημα του Νίκου Χαρδαλιά ενίσχυσαν την αίσθηση που επικράτησε μετά τη θεσμική εξαίρεση της Θείας Κοινωνίας από τους τρόπους μετάδοσης –για θέμα «ατομικής επιλογής και ευθύνης» μιλούσε τον περασμένο Μάιο ο υφυπουργός Πολιτικής Προστασίας.
Η «επιστροφή στην κανονικότητα» εξελίχθηκε σε μια παγίδα που ούτε το Μέγαρο Μαξίμου κατάφερε να αποφύγει. Η ανακούφιση που έφεραν τα καλά αποτελέσματα στην πρώτη φάση της πανδημίας γύρισε μπούμερανγκ στη δεύτερη, καθώς η αίσθηση που επικρατεί είναι ότι πλέον τα μέτρα δεν επιλέγονται μόνο με επιστημονικά κριτήρια, αλλά και με πολιτικά.
Η πεποίθηση του Μητσοτάκη ότι δεν πρέπει να πάμε σε ένα νέο lockdown απορρέει από την κατάσταση της οικονομίας. Αυτή η επιλογή, όμως, συμπεριλαμβάνει εκ των πραγμάτων όχι μόνο περιοριστικά μέτρα, αλλά και εκπαιδευτικά. Η χρήση της μάσκας στα σχολεία κινείται σε αυτή την κατεύθυνση, είναι όμως ένα από τα λίγα μέτρα που το κάνει. Οσα περίπτερα και μίνι μάρκετ κι αν κλείσουν τα μεσάνυχτα, αν οι πολίτες δεν αποφασίσουν να κρατούν αποστάσεις κι αν δεν μάθουν πότε πρέπει να βάζουν αντισηπτικό, τότε χωρίς αμφιβολία τα πράγματα θα χειροτερέψουν.
Οσο κι αν η κυβέρνηση κάνει λάθη, όσο κι αν η αντιπολίτευση επιμένει ότι αυτή ευθύνεται για την υπερμετάδοση του τελευταίου μήνα, είναι σαφές πως αν οι πολίτες επέλεγαν να προσέχουν, η Αττική δεν θα βρισκόταν στην κατάσταση που βρίσκεται σήμερα. Η ανακούφιση ήταν, φαίνεται, μεταδοτική και έφερε μια επικίνδυνη χαλάρωση, που επέτρεψε την άνθηση συνωμοσιολογικών θεωριών και την οργάνωση των αρνητών της μάσκας. Οι φυσιολογικά κουρασμένοι από τον εγκλεισμό δυσκολεύτηκαν να τους αντιμετωπίσουν, ενώ ακόμα και οι καταλήψεις στα σχολεία περιλαμβάνουν διαφορετικά αιτήματα: μερικά έχουν γνώμονα τη δημόσια υγεία, μερικά την καλοπέραση.
Κάποιοι από αυτούς που πέρασαν τους προηγούμενους μήνες κλεισμένοι σπίτι δεν άντεξαν να συμμορφωθούν με τις υποδείξεις. Ο αριθμός τους ήταν ικανός για να αλλάξει τα επιδημιολογικά δεδομένα. Σήμερα επικαλούνται τα αντιφατικά πολιτικά μηνύματα για να δικαιολογήσουν την στάση τους –πολίτες που έχουν δικαίωμα ψήφου αντί να τα επικρίνουν, παραδειγματίζονται από αυτά. Κάθε φορά που κάποιος αντιβαίνει τους κανόνες που κηρύσσει, είτε στην κυβέρνηση είτε στην αντιπολίτευση, άλλοι εκατό τον ακολουθούν. Μόνο αν η σχέση δράσης-αντίδρασης αντιστραφεί μπορεί να σώσει ζωές.
Η ευθύνη είναι σαν το τανγκό –χορεύεται σε ζευγάρια. Αλλιώς είμαστε χαμένοι από χέρι.