Κάποτε μπήκε ένα στοίχημα. Μάλλον, όχι κάποτε. Πέρυσι στις 12 Μαΐου, στην ετήσια Γενική Συνέλευση του Συνδέσμου Ελληνικών Τουριστικών Επιχειρήσεων (ΣΕΤΕ), με κεντρικό ομιλητή τον Πρωθυπουργό. Εκείνο το βράδυ, στην κατάμεστη αίθουσα του Μεγάρου Μουσικής ο κόσμος του τουρισμού άκουσε τον κ. Τσίπρα να βάζει στοίχημα με τον πρόεδρο του ΣΕΤΕ Ανδρέα Ανδρεάδη ότι η χρονιά θα κλείσει με αύξηση.
Δέκα μήνες μετά, στη συνάντησή τους στο Μέγαρο Μαξίμου τη Δευτέρα, ο πρόεδρος του ΣΕΤΕ άκουσε τον κ. Τσίπρα να λέει: «Πρέπει να είστε από τους λίγους Έλληνες που θα χαρήκατε ιδιαίτερα που χάσατε το στοίχημα πέρυσι», αφού το 2016 έκλεισε με 1,5 εκατομμύρια περισσότερους επισκέπτες και «κέρδισε ο τουρισμός», ο οποίος άντεξε μέσα στην κρίση, δίνοντας ώθηση στην ελληνική οικονομία. Ο ίδιος εκτίμησε ότι ο στόχος για 30 εκατομμύρια αφίξεις το 2017 «δεν είναι μη ρεαλιστικός».
Αυτό που δεν ανέφερε ο Πρωθυπουργός είναι ότι η περσινή χρονιά έκλεισε και με μείωση 906 εκατ. ευρώ στις τουριστικές εισπράξεις, οι οποίες έπεσαν κάτω από τα επίπεδα του 2014. Τι, το στοίχημα δεν περιλαμβάνει τα έσοδα;
Δεν είναι η πρώτη φορά που ο τουρισμός χρησιμεύει ως «ένεση» για την τόνωση του αισθήματος ότι κάτι πάει καλά στην οικονομία. Ένα εύκολο success story για έναν τομέα που αναπτύσσεται ως «αυτοφυές φυτό» στη χώρα, ειδικά όταν η διαχρονικά ελλιπής στατιστική οργάνωση και μελέτη των μεγεθών του επιτρέπει υποκειμενικές ερμηνείες, ελαστικές εκτιμήσεις και περιορισμένη αξιολόγηση. Ύστερα όμως από οκτώ χρόνια ύφεσης, αλλεπάλληλες φορολογικές επιβαρύνσεις και με τις τουριστικές επιχειρήσεις να χρησιμοποιούν την τιμολογιακή τους πολιτική για να προσελκύσουν επισκέπτες, αμβλύνοντας πότε την κακή εικόνα της χώρας, πότε τη ρευστότητα στο πολιτικό σκηνικό, το αίσθημα δεν τονώνεται τόσο απλά. Ειδικά όταν το 40% των τουριστικών επιχειρήσεων αντιμετωπίζουν σοβαρά ζητήματα βιωσιμότητας και τα μη εξυπηρετούμενα δάνεια αγγίζουν το 54,3%. Τα τελευταία χρόνια και δη το 2016, η αύξηση σε αφίξεις δεν αποτελεί πανάκεια, όταν δεν συνοδεύεται και από άνοδο σε ποιοτικά στοιχεία, όπως η διάρκεια παραμονής, η κατά κεφαλή δαπάνη, η επιμήκυνση της περιόδου κ.α.
Σχεδόν πριν δύο μήνες, στις 29 Ιανουαρίου, ο πρόεδρος του ΣΕΤΕ τουίταρε: «Οι υπερβολές για ρεκόρ 30 εκατ. αφίξεων το 2017 να σταματήσουν. Έχουμε καλό ρυθμό προκρατήσεων, με σοβαρά όμως εμπόδια & κινδύνους μπροστά μας».
Ως εμπόδια και κινδύνους επισήμαινε τη συμφωνία με τους Θεσμούς, το Προσφυγικό, την υπερφορολόγηση, τα έσοδα, τις επενδύσεις, τις περιοχές και τις επιχειρήσεις δύο ταχυτήτων, αλλά και τις αφορολόγητες γκρίζες μισθώσεις.
«Να σταματήσουμε να μιλάμε για κεφάλια. Πρέπει να επικεντρωθούμε σε ποιοτικά χαρακτηριστικά», τόνιζε από την πλευρά του ο πρόεδρος της Πανελλήνιας Ομοσπονδίας Ξενοδόχων (ΠΟΞ) Γιάννης Ρέτσος τον Σεπτέμβριο, κάνοντας έναν πρώτο απολογισμό μιας «πολύ δύσκολης χρονιάς». Αναφερόμενος δε στις ξενοδοχειακές επιχειρήσεις εκτιμούσε ότι ο κίνδυνος αφελληνισμού των ξενοδοχείων εξαιτίας των κόκκινων δανείων είναι μεγαλύτερος από κάθε φορά, μια και τα αποτελέσματά τους επιδεινώθηκαν εξαιτίας των πρόσθετων φόρων και του αυξημένου κόστους, ενώ ακόμα και οι κερδοφόρες είχαν απώλειες 20% στην καθαρή τους θέση.
Γι’ αυτά λοιπόν ούτε λόγος.
Ούτε λόγος επίσης για το ότι η φετινή σημαντική άνοδος των τουριστικών κρατήσεων στην Ελλάδα αντλεί τη δυναμική της κυρίως από το ότι η χώρα ακόμα αποπνέει ασφάλεια στην ανατολική Μεσόγειο, με δύο βασικούς προορισμούς διακοπών, Αίγυπτο και Τουρκία να είναι «πληγωμένοι».
Γι’ αυτό και τα χαμόγελα περίσσεψαν στην πρόσφατη Διεθνή Έκθεση Τουρισμού ΙΤΒ στο Βερολίνο. Όποιον και αν ρώταγες θα σου απαντούσε με ανακούφιση για την αύξηση που προσδοκά. Η συγκυρία ευνόησε και εφέτος μια χώρα που αν μη τι άλλο αποτελεί έναν όμορφο και επιθυμητό προορισμό διακοπών. Το χαμόγελο όμως έσβηνε σταδιακά καθώς η συζήτηση διευρυνόταν στη διαχείριση του ταμείου σε σχέση με τις απρόσμενα πολλές προκρατήσεις -που συνοδεύονται από εκπτώσεις έως 25% – στην ανασφάλεια για την εξέλιξη του Προσφυγικού, στη διατήρηση της ηρεμίας στο ανατολικό Αιγαίο και φυσικά στην εκκρεμότητα της επιβολής του φόρου διαμονής την επόμενη χρονιά. Ο τελευταίος θα είναι ένα ακόμα φορολογικό βαρίδι στις ήδη επιβαρυμένες επιχειρήσεις. Κι αυτό, την ώρα που η διαρροή σε πληρότητες και έσοδα από την εκμίσθωση κατοικιών είναι μαζική σε πόλεις και νησιά και η νομοθετική ρύθμιση ακόμα ανέτοιμη να εφαρμοστεί, συνθέτοντας ένα περιβάλλον αθέμιτου ανταγωνισμού στην αγορά της φιλοξενίας.
Το 2017 έχει όλες τις προοπτικές να πάει καλά, αν όλα κυλήσουν ήρεμα. Τόσο καλά που μακάρι να πανηγυρίσουμε. Και ο τουρισμός να δώσει ώθηση για άλλη μια φορά στην ελληνική οικονομία, με μία μονάδα στο ΑΕΠ. Με τόσο θετική πορεία να προδιαγράφεται, σε συνέχεια ενός ΦΠΑ 13% στη διαμονή και 24% στην εστίαση, ο τουρισμός μάλλον θα δώσει και μία ακόμη «ώθηση» με τον φόρο διαμονής, εκτός αν οι δημοσιονομικές συνθήκες τον αποτρέψουν. Δεν είναι λογικό άλλωστε να ζητήσεις βοήθεια από αυτόν που «έχει»;